ε μότο της τη γνωστή φράση «go the extra mile» (κάνε δηλαδή την υπέρβαση, αυτό το κάτι παραπάνω) η Αγγελική Κοκκώνη αποτελεί μια δυναμική φιγούρα στον χώρο του βρεφικού και παιδικού ενδύματος χάρη στην ισχυρή παρουσία της στην επιχείρηση της οικογένειάς της Ηρα (www.irabebe.gr), αλλά και στις πιο προσωπικές της δραστηριότητες, μέσω του brand Υell-oh (θα το βρείτε στο Instagram στο προφίλ @yelloh.official), που σχεδιάζει και παράγει τα ρούχα του εντός Ελλάδας και τα οποία διατίθενται προς πώληση σε τουλάχιστον 100 σημεία στη χώρα μας και σε 120 σε όλον τον κόσμο, ακόμη και σε μητροπόλεις της μόδας όπως το Μιλάνο, η Νέα Υόρκη ή το Τόκιο. Η κυρία Κοκκώνη σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε την ακαδημαϊκή της πορεία στο Πανεπιστήμιο Bocconi στο Μιλάνο, όπου απέκτησε μεταπτυχιακό τίτλο στο Fashion, Experience & Design το 2007. Σήμερα συνδυάζει την απαιτητική καριέρα της με τη μητρότητα – η κόρη της Βασιλική γεννήθηκε το 2017, ενώ πλέον είναι μητέρα και ενός πολύ μικρού αγοριού.

Πείτε μας λίγα λόγια για την εταιρεία σας και για την αλλαγή του ονόματός της από Υellowsub σε Υell-oh.

«Η Υellowsub δημιουργήθηκε το 2016 από εμένα και τις αδελφές μου. Εχουμε ιστορία στον χώρο των παιδικών και βρεφικών ειδών, καθώς οι γονείς μας ίδρυσαν την εταιρεία βρεφικών ειδών «Ηρα». Επομένως είχαμε την υποδομή αλλά και μέσα μας το μικρόβιο της συγκεκριμένης δραστηριότητας και αποφασίσαμε να φτιάξουμε μια σειρά με παιδικά ρούχα πιο πρωτότυπα και ασυνήθιστα, τα οποία θα καλύπτουν τις ανάγκες των νέων γονιών που έχουν σύγχρονη ματιά, παρακολουθούν τη μόδα και θέλουν και τα παιδιά τους να ντύνονται με αντίστοιχη φιλοσοφία. Το πρώτο όνομα που διαλέξαμε ήταν το Υellowsub που παραπέμπει στο «Yellow Submarine» των Beatles, θεωρώντας ότι είναι μια πολύ ωραία αναφορά σε ένα μέσο με το οποίο μπορεί κάποιος να γυρίσει και να ανακαλύψει τον κόσμο. Στο πλαίσιο της ανάπτυξής μας στο εξωτερικό βρεθήκαμε αντιμέτωποι με κάποια θέματα που είχαν σχέση με το licensing και έτσι κάναμε rebranding καταλήγοντας στο όνομα Υell-oh».

Ποιο θεωρείτε ότι είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα της φίρμας σας;

«Αναφέρθηκα παραπάνω στις ανάγκες των γονιών, όμως σίγουρα, προτού λανσάρουμε την πρότασή μας στην αγορά, λάβαμε υπ’ όψιν και τι πραγματικά θέλουν τα παιδιά, για αυτό και καταλήξαμε σε ρούχα που διαφοροποιούν την εμφάνισή τους και ξεφεύγουν από τα τετριμμένα. Απευθυνόμαστε σε όλα εκείνα τα παιδιά που μέσα από τις επιλογές τους δείχνουν τον μοναδικό τους χαρακτήρα και ετοιμάζονται με δυναμισμό και αυθεντικότητα για το ταξίδι στο μέλλον. Εχουμε παρατηρήσει ότι οι γονείς στην Ελλάδα, ψάχνοντας τα τελευταία χρόνια καινούργιους τρόπους εκπαίδευσης και αντιμετώπισης των παιδιών, έχουν εντάξει και την καλλιέργεια της αισθητικής σε αυτούς, είτε φέρνοντάς τα σε επαφή με την τέχνη είτε δίνοντάς τους τη δυνατότητα να εκφραστούν ως προσωπικότητες μέσα από τα ρούχα που φορούν. Οι γονείς στη χώρα μας έχουν γίνει πιο σύγχρονοι και ανοιχτοί, δεν υποκύπτουν σε στερεότυπα και προκαταλήψεις και αυτό είναι πολύ ευχάριστο».

Η αλήθεια είναι πως µια από τις ανατρεπτικές κινήσεις σας, η οποία αντιγράφηκε στη συνέχεια και από άλλες εταιρείες, ήταν να εντάξετε στην παλέτα σας χρώµατα όπως το µαύρο και το γκρι, που δεν τα είχαµε συνηθίσει στον παιδικό ρουχισµό…

«Το να δημιουργείς μια τάση στον χώρο όπου δραστηριοποιείσαι είναι σαφώς μια ένδειξη ότι κάτι κάνεις καλά. Οταν ανταποκρίνονται οι καταναλωτές στις προσπάθειές σου, τότε σίγουρα αντλείς ικανοποίηση. Είναι αναπόφευκτο να ακολουθήσουν και άλλοι τα βήματά σου σε περίπτωση που αποδειχτούν επιτυχημένα. Ο ανταγωνισμός σε βάζει σε εγρήγορση και αποτελεί κινητήριο δύναμη, σου δίνει το κίνητρο να επιλέξεις με ποιους τρόπους θα διαφοροποιηθείς μελλοντικά. Ολοι θέλουμε να αποτελούμε παράδειγμα προς μίμηση».

Ποια κομμάτια από τις συλλογές σας θεωρείτε απολύτως απαραίτητα;

«Τα αέρινα φορέματα για τα κορίτσια, τα οποία δεν χρειάζονται και κάποιο ιδιαίτερο styling, αλλά και όλα τα ρούχα από μαλακά υφάσματα – ειδικά τα παντελόνια τα θεωρώ πολύ άνετα και ευκολοφόρετα. Επειδή απευθυνόμαστε σε παιδιά, δίνουμε μεγάλη βαρύτητα στην άνεση και στην ελευθερία κινήσεων».

Πώς ενημερώνεστε για τις νέες τάσεις της μόδας; Ψάχνετε στο Διαδίκτυο ή προτιμάτε τα περιοδικά;

«Ενημερώνομαι φυσικά από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και από το Internet που δίνουν μια εικόνα για τις τάσεις, ειδικά όσον αφορά το τι αρέσει στις νεότερες ηλικίες. Παρακολουθώ όμως πάντα και τα παραδοσιακά κανάλια ενημέρωσης, γιατί έχουν άλλη αξία. Τα περιοδικά μόδας, για παράδειγμα, αφήνουν πάντα μια διαφορετική αίσθηση: κοιτάς τις σελίδες, τα ξεφυλλίζεις, τα διαβάζεις και αποκτάς πιο ολοκληρωμένη εικόνα της αλυσίδας δημιουργίας».

Τις ιδέες σας τις δοκιμάζετε πρώτα στα παιδιά σας;

«Οχι, δεν υπάρχει αυτή η πολυτέλεια χρόνου. Φαντάζομαι βέβαια πώς θα έδειχναν κάποια ρούχα στην κόρη, στον γιο ή στα ανίψια μου. Οπως θα ενέπνεε μια μούσα του κινηματογράφου κάποιον σχεδιαστή, έτσι κι εμείς έχουμε ως σημείο αναφοράς τα παιδιά μας, κάτι που είναι βέβαια πολύ πιο προσωπικό και γλυκό».

Πόσο σας έχει επηρεάσει επαγγελματικά η πανδημία του κορωνοϊού;

«Για εμάς που είχαμε σχέση με κάποιες μητροπόλεις της μόδας, όπως το Μιλάνο και η Νέα Υόρκη για παράδειγμα, που είναι μέρη τα οποία έχουν χτυπηθεί από την πανδημία, υπάρχουν σαφώς δυσκολίες. Προτιμώ ωστόσο να εστιάζω στα θετικά που ενδεχομένως να προκύψουν μετά. Ισως δοθεί μια ευκαιρία να επιστρέψουμε σε μια πιο ουσιαστική προσέγγιση της μόδας, φοβάμαι πως ίσως είχαν ξεπεραστεί κάποια όρια. Επιλέγω προς το παρόν να παραμένω αισιόδοξη. Αν τελειώσει αυτό που ζούμε τώρα σχετικά σύντομα, πιστεύω πως ειδικά στην Ελλάδα ο κόσμος θα θελήσει να χαρεί ξανά ό,τι στερείται αυτό το διάστημα».