Παραμερίζοντας την όποια ανησυχία για την αυταρχική διακυβέρνηση των τελευταίων ετών, οι Πολωνοί ψηφοφόροι επιβράβευσαν για άλλη μια φορά το εθνικιστικό Κόμμα του Νόμου και της Δικαιοσύνης (PiS). Ο ηγέτης του Γιάροσλαβ Κατσίνσκι δεν εξασφάλισε μόνο μια δεύτερη θητεία στην πρωθυπουργία αλλά κατάφερε να αυξήσει την πλειοψηφία του στην κάτω Βουλή (συγκέντρωσε κοντά στο 44%) έπειτα από τη βροχή κοινωνικών παροχών που εξήγγειλε προς τους συμπατριώτες του.

  “Έχουμε λόγους για να είμαστε ευτυχείς. Η καλή αλλαγή θα συνεχιστεί” δήλωσε ο ίδιος στους υποστηρικτές του αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων την Κυριακή το βράδυ, προσθέτοντας ότι “θα πρέπει να σκεφτούμε τα πράγματα που κάναμε σωστά αλλά κι εκείνα στα οποία αποτύχαμε μιας κι ένα κομμάτι της κοινωνίας δεν μας υποστηρίζει”. 

Στα τέσσερα χρόνια από την άνοδό του στην εξουσία ο Κατσίνσκι δεσμεύτηκε να κάνει μια τολμηρή προσπάθεια να αναμορφώσει τη χώρα. Προσέφερε μεγαλύτερη οικονομική ασφάλεια στη μέση οικογένεια που τα έβγαζε με δυσκολία πέρα και μείωσε τη φτώχεια με ένα φιλόδοξο σχέδιο αναδιανομής του πλούτου σε μια τάξη που ένιωθε παραμελημένη ή προδομένη μετά τη μετάβαση της χώρας στο καπιταλιστικό σύστημα.

Οι μεταρρυθμίσεις ωστόσο στις οποίες προχώρησε ήταν άκρως αμφιλεγόμενες, με αποκορύφωμα αυτές της Δικαιοσύνης που ώθησαν την Κομισιόν πολλές φορές να προσφύγει ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.Την ίδια ώρα οι κρατικοί τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθμοί μετατράπηκαν σε κυβερνητικά Μέσα προπαγάνδας, η λογοκρισία προς τα ανεξάρτητα Μέσα αυξήθηκε, άνθρωποι του πνεύματος λογοκρίθηκαν ή έχασαν τη δουλειά τους. 

Το κόμμα στηρίχθηκε και από τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία με πολλούς θρησκευτικούς ηγέτες να προτρέπουν τους πιστούς να το ψηφίσουν. Ο συνδυασμός ενός ηθικού τρόπου ζωής και οικονομικής ευμάρειας αποδείχτηκε ότι ήταν πολιτικά ισχυρός. Κι ο ίδιος ο Κατσίνσκι έβαλε στο στόχαστρό του τους μετανάστες, τους ομοφιλόφυλους, παρουσιάζοντας τις μειονότητες ως εχθρούς του έθνους.

“Όλα τα καλά προέρχονται από τον Χριστιανισμό. Η απόρριψη αυτής της αλήθειας θα οδηγήσει στην κατάρρευση του πολιτισμού” είπε σε πρόσφατη ομιλία του, ενώ αναφερόμενος στην κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ δήλωσε με νόημα ότι “στόχος τους είναι να καταστρέψουν το θεσμό της οικογένειας”.  Η τοξική, ακροδεξιά ρητορική του βρήκε όπως φάνηκε εκ του εκλογικού αποτελέσματος ευήκωα ώτα.

Πολλοί επικριτές του όμως, φοβούνται ότι μια ακόμη θητεία του Κατσίνσκι στο τιμόνι θα πλήξει κι άλλο τον πλουραλισμό και τα δικαιώματα των μειονοτήτων στη χώρα που κατέχει τον πέμπτο υψηλότερο αριθμό ακροδεξιών ακτιβιστών στον κόσμο, μετά τη Γερμανία, την Ουγγαρία, την Τσεχία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Διόλου τυχαία κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα, ο πρώην πρωθυπουργός της Πολωνίας και νυν πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου -που γενικά δεν παίρνει θέση για εγχώρια θέματα- “θρήνησε” για το κλίμα που επικρατεί στη χώρα του. Ο Ντόνταλτ Τουσκ αναφέρθηκε μάλιστα στην πρόσφατη δολοφονία μίσους του δημάρχου της πατρίδας του Γκντανσκ, Πάβελ Αντάμοβιτς, ο οποίος στήριζε τους πρόσφυγες και υπερασπιζόταν τα δικαιώματα των μειονοτήτων.

“Έπεσε θύμα του μίσους το οποίο αντιτάχθηκε σε όλη του τη ζωή. Οικοδόμησε την πόλη του με την πίστη ότι δεν έχουν χαθεί όλα και ότι η αγάπη είναι ισχυρότερη από το μίσος, η αλληλεγγύη πιο δυνατή από τον εγωισμό. Κι εγώ πιστεύω ότι δεν έχουν χαθεί όλα και θέλω να ευχηθώ σε όλους να έχετε την ίδια πίστη”.

Η Πολωνία άλλωστε, όπως σχολιάζει ο ανταποκριτής των New York Times στη Βαρσοβία, Μαρκ Σαντόρα “δεν είναι Ουγγαρία, δεν είναι καν Τουρκία ή κάποιο άλλο αυταρχικό έθνος. Η κοινωνία των πολιτών παραμένει ζωντανή ενώ εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές κριτικές φωνές στα Μέσα ενημέρωσης”.