Ένα ακόμα πλήγμα στα κυκλώματα λαθρεμπορίου αλκοολούχων ποτών, που τις ημέρες των γιορτών αυξάνουν τη δράση τους, πέτυχε το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος την Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου.

Ειδικότερα, υπάλληλοι της Επιχειρησιακής Διεύθυνσης Αττικής της Ε.Γ. Σ.Δ.Ο.Ε., ύστερα από αξιοποίηση πληροφοριών, επεξεργασία δεδομένων παλαιοτέρων υποθέσεων και διακριτική παρακολούθηση, διενήργησαν, την Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018, πολλαπλούς ελέγχους και έρευνες σε διάφορους αποθηκευτικούς χώρους, αυτοκίνητα και σε οικία (παρουσία Εισαγγελικού Λειτουργού), σε περιοχές της Αττικής.

Σε τρεις αποθηκευτικούς χώρους καθώς και σε φορτηγό αυτοκίνητο, εντόπισαν μεγάλο όγκο αλκοολούχων ποτών – η γνησιότητα των οποίων αμφισβητείται- καθώς επίσης και μεγάλο αριθμό πλαστών ετικετών.

Συνολικά κατασχέθηκαν:

  • 18.084 φιάλες αλκοολούχων ποτών,
  • 123.000 τεμάχια περίπου πλαστών ετικετών γνωστών εταιρειών,
  • 1.169 λίτρα οίνου,
  • δύο φορτηγά αυτοκίνητα και εξοπλισμό που χρησιμοποιείται για την αποκόλληση των ταινιών και των ετικετών.

Για το σύνολο των εμπορευμάτων, δεν επεδείχθησαν φορολογικά στοιχεία νόμιμης απόκτησης και προηγούμενης καταβολής των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, το ύψος των οποίων προσδιορίσθηκε στο ποσό των 202.117,67 ευρώ, από το Α΄ Τελωνείο Πειραιά.

Επίσης διενεργήθηκαν δειγματοληψίες και στάλθηκαν προς εξέταση στην Χημική Υπηρεσία, ενώ οι κατασχεθείσες φιάλες αλκοολούχων ποτών μεταφέρθηκαν σε αποθηκευτικούς χώρους προς φύλαξη.

Τρία άτομα συνελήφθησαν, ένας αναζητείται

Παράλληλα, εκπρόσωποι των εταιρειών κατέθεσαν δηλώσεις πραγματογνωμοσύνης, από τις οποίες προκύπτει ότι οι ετικέτες που κατασχέθηκαν είναι πλαστές, με αποτέλεσμα να συλληφθούν τρία άτομα ελληνικής καταγωγής, τα οποία συμμετείχαν με διακριτούς ρόλους στο συγκεκριμένο κύκλωμα λαθρεμπορίου αλκοολούχων ποτών, ενώ αναζητείται ένα άτομο ελληνικής καταγωγής που διέφυγε της σύλληψης.

Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιά, με τη διαδικασία του αυτοφώρου, για παράβαση των διατάξεων του Ποινικού, Τελωνειακού, Αγορανομικού Κώδικα, καθώς και των διατάξεων του ν. 146/1914 «περί αθέμιτου ανταγωνισμού».