Η τακτική που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφορικά με την ηλεκτρική διασύνδεση Αττικής-Κρήτης εγείρει πλέον σοβαρά ερωτηματικά, όπως αναφέρουν κύκλοι του ΑΔΜΗΕ (Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας).

Όπως προκύπτει από την αλληλογραφία που έχει προηγηθεί μετά τη  συνάντηση όλων των εμπλεκόμενων πλευρών στις Βρυξέλλες στις 8 Οκτωβρίου, η Κομισιόν φαίνεται ότι υπαναχωρεί από τις βασικές παραδοχές που είχαν ενσωματωθεί στον οδικό χάρτη που είχε επί της αρχής συμφωνηθεί στις Βρυξέλλες.

Σύμφωνα με πηγές του Διαχειριστή, η αρμόδια υπηρεσία της Κομισιόν προσπαθεί να παρέμβει σε εμπορικά ζητήματα, προτάσσοντας τη θέση ότι το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας ειδικού σκοπού (SPV) Ariadne Interconnection που έχει συσταθεί για να χρηματοδοτήσει και να κατασκευάσει τη διασύνδεση Κρήτης-Αττικής (έργο προϋπολογισμού 1 δισ. ευρώ), «θα μπορούσε αρχικά να είναι όσο μικρό βολεύει όποιον δεν διαθέτει τα απαραίτητα κεφάλαια και στη συνέχεια να αυξάνεται σταδιακά … αν οι συμμετέχοντες στο SPV βρίσκουν τα αντίστοιχα κεφάλαια».

Η συγκεκριμένη θέση ταυτίζεται με εκείνη της κυπριακής εταιρείας Euroasia Interconnector ltd, η οποία ενώ αρχικά είχε προτείνει το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο του SPV να είναι της τάξης του 30% του προϋπολογιζόμενου κόστους του έργου, «όταν ήρθε η ώρα να … βάλει τα λεφτά στο τραπέζι για να μπει στο SPV πρότεινε ως αρχικό μετοχικό κεφάλαιο το αστείο ποσό των 24.000 ευρώ», λένε χαρακτηριστικά στελέχη του ΑΔΜΗΕ.

Τις ενστάσεις του επί του θέματος εξέφρασε και η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), το οποίο  στα τέλη της προηγούμενης εβδομάδας έστειλε επιστολή στον  στον γενικό διευθυντή εσωτερικής αγοράς και ενέργειας  κ. Κλάους Ντίτερ Μπόρχαρντ, εκφράζοντας δυσαρέσκεια για τους χειρισμούς των Βρυξελλών.

Όπως σημειώνουν κύκλοι του ΑΔΜΗΕ, για να προχωρήσει ένα έργο της κλίμακας της διασύνδεσης Αττικής-Κρήτης, πρέπει να εξασφαλιστούν από την αρχή κεφάλαια και τραπεζικός δανεισμός. «Αποτελεί δε πάγια επιχειρηματική πρακτική οι πιστώτριες τράπεζες να εξετάζουν αν οι μέτοχοι της εταιρείας-δανειολήπτη διαθέτουν πόρους που να αντιστοιχούν σε ικανό ποσοστό του συνολικού προϋπολογισμού, ώστε το αρχικό κεφάλαιο να αντανακλά τη φερεγγυότητά της και να δημιουργεί τη βεβαιότητα ότι ο προϋπολογισμός του έργου θα καλυφθεί. Σε αντίθετη περίπτωση, η εξεύρεση τραπεζικού δανεισμού με ρεαλιστικούς όρους καθίσταται αδύνατη», υπογραμμίζουν. Και τονίζουν, η Ariadne Interconnection διαθέτει μετοχικό κεφάλαιο 200 εκατομμύρια ευρώ, ικανό να εξασφαλίσει το σύνολο του δανεισμού που απαιτεί το έργο, ενώ «η Euroasia Interconnector ltd,  σύμφωνα με τις εγγράφως κατατεθειμένες προτάσεις της, διαθέτει κεφάλαιο 24.000 ευρώ», τονίζουν.

Μάλιστα, παράγοντες του Διαχειριστή, καταγγέλλουν ότι η υπηρεσία της  Ευρωπαϊκής Επιτροπής που χειρίζεται το θέμα «φαίνεται να ευνοεί με τις θέσεις της την πρόταση να ξεκινήσει το έργο με κεφάλαιο τάξης … περιπτέρου και σταδιακά να αυξάνει το μετοχικό κεφάλαιο, αν και … όταν βρίσκει πόρους η Euroasia Interconnector ltd. Εκτός κι αν η εν λόγω Υπηρεσία της Κομισιόν πιστεύει ότι η Ariadne θα βάλει 200 εκατομμύρια ευρώ, ο Euroasia 24 χιλιάδες και ο τελευταίος θα έχει 39% στο SPV όπως γράφει στην πρότασή της».

Ενστάσεις καταγράφονται και για την ενοποίηση των προμηθειών για τα τρία υποέργα του έργου κοινού ενδιαφέροντος που προτείνει η  Κομισιόν. Μάλιστα, στελέχη του Έλληνα Διαχειριστή επισημαίνουν: «Το ένα έργο της διασύνδεσης Κρήτης – Αττικής είναι ώριμο προς δημοπράτηση το 1ο τρίμηνο του 2019 και η Ελλάδα καίγεται για αυτό καθώς τίθεται το εθνικής σημασίας θέμα ασφάλειας εφοδιασμού του μεγαλύτερου νησιού της χώρας. Το δεύτερο έργο, η διασύνδεση Κ ρήτης-Κύπρου, σύμφωνα με επίσημο έγγραφο ενός από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές καλωδίων στον κόσμο που έχει ο ΑΔΜΗΕ στη διάθεσή του, θα είναι τεχνολογικά ώριμο να δημοπρατηθεί (υπό πολλές εμπορικές προϋποθέσεις που είναι δύσκολο να ισχύουν ταυτόχρονα) το 2021. Όσο για το  τρίτο έργο, της διασύνδεσης Κύπρου-Ισραήλ δεν υπάρχει καθόλου προς το παρόν καθώς δεν έχουν κατορθώσει να συναντηθούν ούτε μια φορά οι ρυθμιστικές αρχές των εμπλεκόμενων κρατών».