Ζημιές 183,8 εκατ.ευρώ δημοσίευσε η ΔΕΗ για το πρώτο εξάμηνο του 2018. To αποτέλεσμα έχει επηρεαστεί από την εφάπαξ επίπτωση από πρόβλεψη αποζημιώσεων προσωπικού ύψους 151,2 εκατ. ευρώ. Χωρίς την επίπτωση αυτή, οι ζημίες της ΔEΗ διαμορφώθηκαν στα 26,9 εκατ. ευρώ, μειωμένες κατά 89% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2017.

Τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (ebitda) μαζί με την επίπτωση διαμορφώθηκαν στα 133,2 εκατ. ευρώ.
Χωρίς την επίπτωση το ebitda ανήλθε σε 284,4 εκατ. ευρώ, από 90 εκατ. το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.

Ο κύκλος εργασιών μειώθηκε το α ́εξάμηνο του 2018 κατά 159,6 εκατ. ή 6,8% και διαμορφώθηκε σε 2.200,2 εκατ. έναντι 2.359,8 εκατ. το α ́εξάμηνο του 2017, λόγω της απώλειας μεριδίου αγοράς και της μείωσης της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας.

Το καθαρό χρέος της στις 30/6/2018 ήταν 3,683 δις. ευρώ, μειωμένο κατά 119,5 εκατ. ευρώ σε σχέση με την 30/6/2017 και κατά 273,7 εκατ. ευρώ σε σχέση με την 31/12/2017.

Οπως αναφέρεται, η διοίκηση εξετάζει τις πιθανές εναλλακτικές σε σχέση με την πρόσβασή της στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου και έχει αναθέσει σε συμβούλους να διερευνήσουν τις εναλλακτικές αυτές, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης Ομολογιών, με το ποσό να αναμένεται να κυμανθεί μεταξύ €300 εκατ. και €400 εκατ. και τη διάρκεια στα 5 έτη, ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς.

Ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΔEΗ Α.Ε. κ. Εμμανουήλ Παναγιωτάκης δήλωσε:

«Το α’ εξάμηνο του 2018 καταγράφεται ως σημαντικά θετικό γεγονός η βελτίωση της λειτουργικής κερδοφορίας (EBITDA) του Ομίλου από συνεχιζόμενες δραστηριότητες κατά € 194,4 εκατ. σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο. Η βελτίωση αυτή οφείλεται κυρίως στη θετική πορεία των προβλέψεων από επισφαλείς απαιτήσεις πελατών, αποτέλεσμα των δράσεων της Επιχείρησης που οδήγησε και σε αντιστροφή τους κατά € 80,1 εκατ. Η επιβάρυνση της ΔEΗ για την κάλυψη των ελλειμμάτων των ΕΛΑΠΕ μειώθηκε κατά € 62,2 εκατ., ωστόσο αυτή αντισταθμίστηκε στο μεγαλύτερο μέρος της από την αύξηση της δαπάνης για δικαιώματα CO2 κατά € 52,2 εκατ. (συμπεριλαμβανομένης και της δαπάνης των θυγατρικών εταιρειών λιγνίτη), η οποία επιβάρυνε σχεδόν αποκλειστικά την Επιχείρηση. Το μισθολογικό κόστος μειώθηκε κατά € 15,3 εκατ. και οι ελεγχόμενες δαπάνες κατά € 10,4 εκατ. Βεβαίως το EBITDA του Ομίλου επιβαρύνθηκε με την πρόβλεψη μελλοντικής υποχρέωσης για αποζημίωση ύψους € 15.000 του προσωπικού σε περίπτωση λύσης της σύμβασης εργασίας, η οποία μέχρι τον Απρίλιο συμψηφιζόταν με το χορηγούμενο από τον Ασφαλιστικό Φορέα εφάπαξ βοήθημα. Το ποσό της πρόβλεψης έχει εκτιμηθεί με βάση τον υπολειπόμενο χρόνο συνταξιοδότησης για το σύνολο του προσωπικού.

Ως ιδιαίτερα θετικό γεγονός καταγράφεται η μείωση, για μία ακόμη περίοδο, του καθαρού χρέους κατά € 273,7 εκατ. σε σχέση με το τέλος του 2017, και βέβαια η αναχρηματοδότηση των κοινοπρακτικών δανείων λήξεως 2019 ύψους € 1,3 δισ. καθώς και η διασφάλιση γραμμής χρηματοδότησης (stand by facility) από τις ελληνικές τράπεζες ύψους € 200 εκατ. Υπογραμμίζεται επίσης η μεγάλη αύξηση των επενδύσεων κατά € 137,3 εκατ. (68,3%).

Στον τομέα της βελτίωσης της εισπραξιμότητας και της μείωσης των οφειλών των πελατών σημειώθηκε πρόοδος. Με τη συστηματική προσπάθεια της ΔEΗ και τη δράση του ειδικού Συμβούλου, οι προοπτικές διαφαίνονται ακόμη θετικότερες για το εγγύς μέλλον. Ωστόσο, παρατηρείται αύξηση των οφειλών των τελικών πελατών, φαινόμενο το οποίο απαιτεί ειδική αντιμετώπιση με τη συνδρομή και άλλων υπεύθυνων φορέων της αγοράς. Γενικά η Επιχείρηση αντιμετωπίζει το θέμα των οφειλών με στόχο τη δραστική μείωσή τους, πράγμα ευεργετικό και για τους ίδιους τους καταναλωτές και την αγορά, σε συνδυασμό με την αναγκαία κοινωνική υπευθυνότητα και ευαισθησία.

Σε ό,τι αφορά στην αποεπένδυση του 40% του λιγνιτικού δυναμικού, η ΔEΗ από την πλευρά της ολοκλήρωσε με υποδειγματικό τρόπο, αυστηρά μέσα στις τεθείσες προθεσμίες, όλες τις ενέργειες που της αναλογούσαν, πράγμα ιδιαίτερα σύνθετο, που απορρόφησε μεγάλη δαπάνη πόρων. Αναμένονται οι δεσμευτικές προσφορές των υποψήφιων επενδυτών, στη διάθεση των οποίων έχουν τεθεί όλα τα απαραίτητα στοιχεία. Στο σημείο αυτό, επισημαίνεται η κρισιμότητα των Πιστοποιητικών Διαθεσιμότητας Ισχύος (των γνωστών ΑΔΙ) για το ύψος του τιμήματος που θα προσφερθεί, η έγκριση των οποίων εκκρεμεί, με κίνδυνο να χορηγηθούν μετά τη λήψη των προσφορών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Η κατακόρυφη άνοδος των τιμών των δικαιωμάτων CO2 και η μεγάλη αύξηση της Οριακής Τιμής του Συστήματος συνιστούν σοβαρή πρόκληση, η οποία απαιτεί ειδική αντιμετώπιση. Για τον σκοπό αυτό εργαζόμαστε συστηματικά για τη διασφάλιση της οικονομικής ευρωστίας της Επιχείρησης, λαμβάνοντας υπόψη και τις ανάγκες των καταναλωτών μας.

Τέλος, σε ό,τι αφορά στις διαρθρωτικές αλλαγές θα ξεκινήσει άμεσα η πλήρης εφαρμογή του Επιχειρησιακού Σχεδίου, του οποίου ήδη υλοποιούνται συγκεκριμένες δράσεις και πολύ σύντομα θα ληφθούν οι απαιτούμενες αποφάσεις και μέτρα, ώστε όχι μόνο να ενισχυθεί η Επιχείρηση ενόψει των ραγδαίων εξελίξεων και δραστικών αλλαγών του περιβάλλοντος, αλλά και να αναπτυχθεί περαιτέρω με νέα προϊόντα και επέκταση σε άλλες αγορές».