Πεπεισμένος ότι όλες δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις της χώρας στα εθνικά θέματα θα μείνουν ως το τέλος ενωμένες, ανεξάρτητα από τις επιμέρους τους διαφορές, εμφανίστηκε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος.
Στην ομιλία του κατά τη συνάντηση που είχε με το διοικητικό συμβούλιο της Παγκόσμιας Διακοινοβουλευτικής Ένωσης Ελληνισμού, ο κ. Παυλόπουλος υπενθύμισε πως οι Έλληνες ό,τι σημαντικό πέτυχαν στον κόσμο και σε αυτήν την πορεία, το πέτυχαν ενωμένοι και πρόσθεσε ότι το κόστος του διχασμού στοίχισε ακόμη και κομμάτια του εθνικού κορμού. Τόνισε δε, πως οι Έλληνες δεν είναι διατεθειμένοι να επαναλάβουν λάθη του παρελθόντος.
Παράλληλα, αναφέρθηκε στις ελληνικές θέσεις αναφορικά με το Μακεδονικό, το Κυπριακό και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Σχετικά με την ΠΓΔΜ σημείωσε ότι για να μπορέσει να υπάρξει οποιαδήποτε προοπτική της σε ΝΑΤΟ και ΕΕ, θα πρέπει να κάνει προηγουμένως τις απαραίτητες αλλαγές στην έννομη τάξη της, αρχής γενομένης από το ίδιο της το Σύνταγμα.
Ο κ. Παυλόπουλος επανέλαβε ότι η Ελλάδα επιδιώκει σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας με την ΠΓΔΜ και πρόσθεσε: «Εμπράκτως αποδεικνύουμε ότι ευνοούμε την προοπτική της προς το ΝΑΤΟ και προς την ΕΕ». Ωστόσο, υπογράμμισε ότι υπάρχει μια σημαντική προϋπόθεση: Η επίλυση του ζητήματος του ονόματος, σύμφωνα με την ιστορία, το Διεθνές Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο.
Όπως παρατήρησε, για να γίνει αυτό πρέπει η γειτονική χώρα να φέρει τις αναγκαίες αλλαγές στην έννομη τάξη της και πρωτίστως στο Σύνταγμά της. Γιατί το Σύνταγμά της, ως έχει σήμερα, δεν ανταποκρίνεται -σε καμία περίπτωση- σ΄αυτές τις προϋποθέσεις.
«Περιμένουμε την εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης. Τότε και μόνο τότε είναι δυνατόν να οριστικοποιηθεί και το περιεχόμενο της Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ και να έρθει προς κύρωση στην Βουλή των Ελλήνων» σημείωσε ο κ. Παυλόπουλος και υπενθύμισε ότι κατά τη Συμφωνία των Πρεσπών η γειτονική χώρααποδέχθηκε μια ιστορική αλήθεια, ότι δηλαδή πρόκειται για έναν λαό, ο οποίος είναι σλαβικός και η γλώσσα του είναι σλαβική.
Για το Κυπριακό, επανέλαβε ότι δεν είναι μόνον ελληνοκυπριακό, ή πρόβλημα μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Τουρκίας. Είναι ευρωπαϊκό πρόβλημα, είναι διεθνές πρόβλημα, είπε και επισήμανε την επιδίωξη της ελληνοκυπριακής πλευράς για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση. Κατέστησε, επίσης, σαφές ότι λύση του Κυπριακού μπορεί να υπάρξει μόνο με βάση το Διεθνές Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο, δοθέντος ότι η Κύπρος είναι πλήρες κράτος-μέλος της ΕΕ και του σκληρού πυρήνα της, της ευρωζώνης.
Αναφερόμενος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, υπογράμμισε ότι -όπως είχε την ευκαιρία να διευκρινίσει και στο συγχαρητήριο μήνυμα που έστειλε στον πρόεδρο της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, με την ευκαιρία της επανεκλογής του- «οι Έλληνες -το έχουμε αποδείξει και στην πράξη- επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας με την Τουρκία και του ευχήθηκα μια επιτυχημένη πορεία της δικής του Προεδρίας για το καλό και του τουρκικού λαού και της ειρήνης στην περιοχή, καθώς και πορεία της Τουρκίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Όμως διευκρίνισα ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, η φιλία μας και η καλή γειτονία, εξαρτώνται από έναν θεμελιώδη παράγοντα: τον πλήρη σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και επίσης τον σεβασμό του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου. Κυρίως των συνθηκών, οι οποίες καθορίζουν τα σύνορα της Ελλάδας, που είναι και σύνορα της ΕΕ. Δηλαδή, της Συνθήκης της Λωζάννης και της Συνθήκης των Παρισίων, του 1947. Το επαναλαμβάνω: Όπως έχει αποδείξει η πράξη, οι συνθήκες αυτές είναι πλήρεις, δεν αναθεωρούνται, δεν επικαιροποιούνται, καθορίζουν τα σύνορα επακριβώς, δεν υπάρχουν γκρίζες ζώνες» υπογράμμισε.