To πρόβλημα με τις ιταλικές τράπεζες δεν είναι οξύ και η λύση θα είναι σταδιακή, εκτίμησε ο επικεφαλής του Eurogroup, Γ.Ντάισελμπλουμ, προσερχόμενος στη συνεδρίαση του οργάνου.

Ο ολλανδός αξιωματούχος υπογράμμισε ότι το ζήτημα με ορισμένες από τις ιταλικές τράπεζες δεν είναι καινούργιο.

«Πρέπει να το δούμε και θα το δούμε σταδιακά. Δεν θα υπάρξει κάποια μεγάλη λύση» σημείωσε χαρακτηριστικά.

Στο Eurogroup αναμένεται να τεθεί και το ζήτημα του κατά πόσο θα επιβληθούν κυρώσεις σε Ισπανία και Πορτογαλία για το έλλειμμα.

Θα συζητήσουμε για τα υπερβολικά ελλείμματα της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, υπογράμμισε ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, αποφεύγοντας να τοποθετηθεί επί ενδεχόμενης επικύρωσης της επιβολής κυρώσεων που αποφάσισε η Κομισιόν.

«Θα ακούσουμε τους υπουργούς και θα δούμε. Αύριο στο Ecofin αναμένονται οι τελικές αποφάσεις», υπογράμμισε, σημειώνοντας ότι το θέμα δεν είναι οι κυρώσεις αλλά το τι προτίθενται να κάνουν οι χώρες για το πρόβλημα των ελλειμμάτων.

Υπενθύμισε ότι οι κυρώσεις πρέπει να αποφασιστούν εντός 20 ημερών και μετά εντός δύο μηνών η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να αποφασίσει τα επόμενα βήματα. «Είναι προς το συμφέρον όλων να είναι γρήγορες οι αποφάσεις», τόνισε.

Πάντως, ο γάλλος υπουργός Μισέλ Σαπέν υπογράμμισε ότι η Πορτογαλία έχει κάνει τεράστιες προσπάθειες περιστολής των δαπανών και δεν αξίζει να της επιβληθούν κυρώσεις.

«Η (Ευρωπαϊκή) Επιτροπή έχει το δικαίωμα» να ξεκινήσει μια πειθαρχική διαδικασία. Αλλά «δεν αξίζει να επιβληθεί στην Πορτογαλία υπερβολική πειθαρχία» δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ο Σαπέν.

Σε ότι αφορά το ελληνικό ζήτημα, αν και η Ελλάδα δεν βρίσκεται επισήμως στην ατζέντα της συνεδρίασης, θεωρειται βέβαιο ότι θα συζητηθεί στο περιθώριο. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος θα θέσει το θέμα του πρωτογενούς πλεονάσματος, υποστηρίζοντας την ανάγκη να μειωθεί ο στόχος μετά το 2018 από το 3,5% του ΑΕΠ στο 2%, καθώς πιέζει πλέον ο χρόνος για να συντάξει η Ελλάδα το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμά της για την περίοδο 2016-2020. Από την πλευρά του οι εταίροι αναμένεται να επευθύνουν συστάσεις στην Ελλάδα για έγκαιρη ολοκλήρωση των προαπαιτούμενων για τη επόμενη υποδόση των 2,8 δισ. ευρώ.