Σε ανοικτή κόντρα μεταξύ της Apple και της αμερικανικής κυβέρνησης εξελίσσεται η απαίτηση της Ουάσιγκτον να αποκτήσει πρόσβαση στα δεδομένα του iPhone που ανήκε στο μακελάρη του Σαν Μπερναντίνο, Ριζβάν Φαρούκ –τον περασμένο Δεκέμβριο μαζί με τη σύζυγό του είχαν σκοτώσει 14 άτομα και τραυματίσει 22 πυροβολώντας αδιακρίτως στο Κέντρο Υγείας της μικρής πόλης της Καλιφόρνιας προτού πέσουν κι αυτοί νεκροί από πυρά αστυνομικών.
Η Apple κατηγόρησε την κυβέρνηση των ΗΠΑ ότι προσπαθεί να την «σπιλώσει» με «απελπιστικά ανυπόστατες» κατηγορίες. Ταυτόχρονα η γιγαντιαία αμερικανική εταιρεία υπέβαλε έφεση στην απόφαση δικαστηρίου να «ξεκλειδώσει» το iPhone του Φαρούκ, χαρακτηρίζοντάς την «άνευ προηγουμένου». Η εταιρεία θεωρεί ότι η δικαστική απόφαση παραβιάζει τα συνταγματικά δικαιώματά της.
Το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, ωστόσο, το οποίο είχε ζητήσει τη δικαστική συνδρομή για το «ξεκλείδωμα» του iPhone του δράστη του φονικού, αντιτείνει ότι, ενώ τώρα η Apple αρνείται να συνεργαστεί με την αμερικανική κυβέρνηση, έχει ήδη συνεργαστεί αρμονικά πριν από ακριβώς ένα χρόνο με την κυβέρνηση της Κίνας βοηθώντας τη να αποκτήσει πρόσβαση σε περισσότερα από 4.000 iPhones.
Η Ομοσπονδιακή Αστυνομία των ΗΠΑ (FBI) θεωρεί απαραίτητη την πρόσβαση στο iPhone του δράστη του μακελειού στο Σαν Μπερναντίνο προκειμένου να ερευνηθεί τυχόν σύνδεσή του με κυκλώματα τρομοκρατών ισλαμιστών. Η αιτουμένη συνεργασία με την κατασκευάστρια της συσκευής εταιρεία συνίσταται στην δημιουργία μιας «πίσω πόρτας», όπως λέγεται, που θα οδηγούσε σε σημαντικές πληροφορίες αναφορικά με τις επικοινωνιακές επαφές του Φαρούκ.
Ατομικά δικαιώματα
Η Apple από την πλευρά της απορρίπτει το αίτημα του FBI και του υπουργείου Δικαιοσύνης και επιπλέον αρνείται να συμμορφωθεί με την απόφαση του Δικαστηρίου, την οποία μάλιστα ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Τιμ Κουκ χαρακτήρισε «επικίνδυνη», «απογοητευτική» και «άνευ προηγουμένου».
Το επιχείρημα του Κουκ και της εταιρείας του είναι ότι πρέπει να προστατευθεί η ελευθερία της επικοινωνίας και τα δικαιώματα των κατόχων iPhone και ότι αν σπάσουν οι κωδικοί ασφαλείας των συσκευών iPhone θα διευκολυνθούν και οι κυβερνήσεις αλλά και οι εγκληματίες ή τέλος πάντων κακόβουλοι χάκερς.
«Η δικαστική απόφαση και ειδικότερα ο τόνος με τον οποίο είναι αυτή διατυπωμένη, μοιάζει σαν την απαγγελία κατηγορίας προς όποιον διαφωνεί με την άποψη του υπουργείου Δικαιοσύνης. Είναι σαν να χαρακτηρίζει τον διαφωνούνται εκ προοιμίου διεφθαρμένο και αντιαμερικανό», υποστήριξε μιλώντας στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης ο δικηγόρος της Apple Μπρους Σίουελ.
«Διαβρωτική» τακτική
Η αμερικανική κυβέρνηση δια του υπουργείου Δικαιοσύνης έχει χαρακτηρίσει τη μέχρι τώρα τακτική που ακολουθεί η Apple «διαβρωτική απέναντι στους κρατικούς θεσμούς που έχουν ως αποστολή την προστασία της ελευθερίας και των δικαιωμάτων των Αμερικανών πολιτών». Η Ουάσιγκτον κατηγόρησε την Apple ότι χαρακτήρισε «ευτελή» την έρευνα του FBI ενώ η ίδια η εταιρεία αυτοπροβάλλεται ως «προστάτιδα της ιδιωτικότητας των Αμερικανών».
Το FBI θεωρεί ότι ο Φαρούκ και η σύζυγός του, Τασφίν Μαλίκ, όταν άνοιξαν πυρ στις 2 του περασμένου Δεκεμβρίου εναντίον υπαλλήλων του Κέντρου Υγείας κατά τη διάρκεια πάρτυ που διοργάνωναν, ήταν εμπνευσμένοι από τους φανατικούς Ισλαμιστές.
Να σημειωθεί ότι σε δημοσκοπήσεις που έχουν διενεργηθεί, η αμερικανική κοινή γνώμη είναι απολύτως διχασμένη απέναντι στη διαμάχη της Apple με την αμερικανική κυβέρνηση. Το 50% των ερωτηθέντων υποστηρίζει ότι προέχει η προστασία των προσωπικών δεδομένων των χρηστών των iPhone και το άλλο 50% ότι προέχει ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας.
Εταιρική αλληλεγγύη
Προκαταρκτική εξέταση για την υπόθεση έχει προγραμματιστεί να διεξαγάγει ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Καλιφόρνιας στις 22 Μαρτίου. Ο Τιμ Κουκ, ωστόσο, έχει ξεκαθαρίσει ότι είναι αποφασισμένος να φτάσει την υπόθεση έως το Ανώτατο Δικαστήριο.
Είναι προφανές ότι θα έχει πολλά ακόμα επεισόδια η κόντρα Ουάσιγκτον-Apple. Μια κόντρα που, για να είναι κανείς ακριβής, θα πρέπει να σημειώσει ότι δεν περιορίζεται μόνο μεταξύ της αμερικανικής κυβέρνησης και της κατασκευάστριας των iPhones. Διότι στο πλευρό της Apple έχουν ταχθεί και άλλες μεγάλες αμερικανικές εταιρείες υψηλής τεχνολογίας, όπως είναι η Google, η Microsoft και το Facebook, οι οποίες προφανώς κρίνουν τη συνεργασία τους με τις αρχές ως βλαπτική της σχέσης εμπιστοσύνης που επιθυμούν να έχουν με τους πελάτες τους.



