Η τεχνολογία τού άλλαξε τη ζωή. Ο βρετανός τήκτης πολύτιμων μετάλλων Νάιτζελ Ακλαντ πριν από εννέα χρόνια είχε ένα πολύ σοβαρό ατύχημα εν ώρα εργασίας, το οποίο του στοίχισε το δεξί του χέρι, προκαλώντας παράλληλα προβλήματα στο αριστερό του χέρι και πόδι. Για αρκετά χρόνια «πάλευε» με την ιδέα ενός προσθετικού άκρου. Η τόλμη και ο δυναμισμός του τον έκαναν έναν από τους επτά ανθρώπους παγκοσμίως οι οποίοι κλήθηκαν να δοκιμάσουν το πρότυπο του BeΒionic: του πιο προηγμένου μυοηλεκτρικού ρομποτικού χεριού που κυκλοφορεί στην αγορά. Κάτοχος του προηγμένου προσθετικού μέλους τρίτης γενιάς Bebionic3 πλέον, ο κ. Ακλαντ έρχεται στις 26 Σεπτεμβρίου στο Μέγαρο Μουσικής ως ομιλητής του TEDxAcademy με θέμα την Εξέλιξη, για να μας πει τη δική του ανθρώπινη ιστορία όπου η τεχνολογία αποτελεί όχι μόνο μέρος της καθημερινότητάς του αλλά και του ίδιου του σώματός του.
Λίγες ημέρες πριν από την επίσκεψή του στη χώρα μας ο κ. Ακλαντ μίλησε αποκλειστικά στο «Βήμα» εξιστορώντας τις εμπειρίες του. «Το ατύχημά μου συνέβη τον Σεπτέμβριο του 2006. Ευτυχώς είμαι αριστερόχειρας, αλλά μετά από αυτό δεν ήταν δυνατόν να συνεχίσω να εργάζομαι. Οπότε έχω πλέον συνταξιοδοτηθεί για λόγους υγείας. Από το ατύχημα έχασα το δεξί μου χέρι, ενώ έπαθα βλάβες τόσο στο αριστερό χέρι όσο και στο αριστερό πόδι» μας λέει ο ίδιος.
Ο κ. Ακλαντ γνώρισε το εν λόγω ρομποτικό χέρι στο πλαίσιο δοκιμών της κατασκευάστριας RSL Steeper τον Νοέμβριο του 2011. Σύμφωνα με τον ίδιο, ακολούθησαν άλλες έξι δοκιμές κατά τον Ιούνιο του 2012. Τον Νοέμβριο του 2012 το νεότερο και πιο βελτιωμένο BeBionic3 έκανε την εμφάνισή του στην αγορά. «Το είχα περίπου έναν χρόνο προτού η εταιρεία προχωρήσει στην κυκλοφορία του τελικού μοντέλου. Ηταν ουσιαστικά ένα πρότυπο και κάθε φορά που χαλούσε ή σταματούσε να λειτουργεί ή κάτι χρειαζόταν βελτίωση συνεργαζόμουν με τους ειδικούς ώστε να δοκιμάσουμε νέα πράγματα. Για μερικούς μήνες μόνο εγώ δοκίμαζα το χέρι. Σιγά-σιγά δόθηκε και σε άλλους ασθενείς για δοκιμή, συνολικά τέσσερις από τη Βρετανία και άλλους τρεις από τις ΗΠΑ».


Μη επεμβατικό, ρομποτικό και επαναφορτιζόμενο
Πώς λειτουργεί όμως το BeBionic3 και πώς ακριβώς τοποθετείται στο χέρι του χρήστη; Οπως μας επιβεβαιώνει ο κ. Ακλαντ, πρόκειται για ένα μη επεμβατικό μέλος που «φοριέται» απλά από τον ασθενή όπως οποιοδήποτε άλλο κοινό προσθετικό μέλος. «Χρειάστηκα μόλις μερικά δευτερόλεπτα για να καταφέρω να το θέσω σε λειτουργία. Το συγκεκριμένο ρομποτικό χέρι δεν συνοδεύεται από κάποιο εμφύτευμα ή κάποιο άλλο επεμβατικό μέσο. Λειτουργεί σχεδόν όπως και το πραγματικό μας χέρι. Για παράδειγμα, όταν ανοιγοκλείνουμε το χέρι μας, δεν το σκεφτόμαστε, απλά το κάνουμε. Αυτό που γίνεται ουσιαστικά είναι ότι το εγκεφαλικό σήμα «ταξιδεύει» στα νεύρα και στους μυς και το χέρι ανοίγει και κλείνει. Στην περίπτωση του ρομποτικού άκρου το εγκεφαλικό σήμα πηγαίνει στα νεύρα και από εκεί στους μυς από όπου ενεργοποιείται το BeBionic3. Από το σημείο αυτό και έπειτα η τεχνολογία αναλαμβάνει τα υπόλοιπα».

«Υπάρχουν περιορισμοί βέβαια ως προς το τι μπορώ να κάνω με το ρομποτικό μου χέρι»
μας εξηγεί ο κ. Ακλαντ. «Για παράδειγμα, θα ήταν πολύ ωραία αν μπορούσα να παίξω πιάνο αλλά δυστυχώς τα δάχτυλα δεν έχουν την απαραίτητη ταχύτητα για κάτι τέτοιο. Θα ήταν πολύτιμο για μένα αν μπορούσα να νιώσω το χέρι της γυναίκας μου. Αυτά είναι τα πράγματα όμως τα οποία έρχονται σιγά-σιγά με τη βοήθεια νέων, καινοτόμων τεχνολογιών. Πιστεύω ότι σύντομα τα προσθετικά άκρα νέας γενιάς θα επιτρέπουν στους ασθενείς να τα χειρίζονται, αν όχι όπως το «καλό» τους χέρι, τουλάχιστον όπως το λιγότερο λειτουργικό χέρι ενός αρτιμελούς ανθρώπου».
To BeΒionic τρίτης γενιάς, σύμφωνα με τον ίδιο, διαφέρει σχεδιαστικά από το προηγούμενο μοντέλο. Αν και λειτουργούν με πολύ παρόμοιο τρόπο, η μεγάλη διαφορά εντοπίζεται στο ότι το τρίτο μοντέλο μπορεί να «σηκώσει» 40 κιλά τη στιγμή που ο προκάτοχός του σήκωνε μόλις 10. «Αρα, όπως καταλαβαίνετε, δυστυχώς κουβαλάω τα ψώνια του σουπερμάρκετ» μας λέει γελώντας ο κ. Ακλαντ.
Δυστυχώς για την ώρα το BeBionic 3 δεν είναι αδιάβροχο, γεγονός που περιορίζει ακόμη περισσότερο τη χρήση του, ενώ, όπως υπογραμμίζει και ο κάτοχός του, πολύ πρακτικό θα ήταν, πέραν του κλασικού φορτιστή, να μπορούσε π.χ. να φορτίσει με τη βοήθεια του… ήλιου. «Γιατί, κακά τα ψέματα, αν δεν το φορτίσεις, δεν κάνει και πολλά» λέει με χιούμορ ο κ. Ακλαντ. «Μετά από 24 ώρες είναι σαν να φοράω ένα υπερπολυτελές… κούτσουρο. Με τη βοήθεια της ηλιακής ενέργειας, π.χ., θα μπορούσα να πάω για κάμπινγκ και δεν θα ήμουν διαρκώς εξαρτημένος από μια… πρίζα για να φορτίσω το χέρι μου». Οπως μας περιγράφει, μια νυχτερινή φόρτιση διάρκειας 6 ωρών αρκεί για τη χρήση του ρομποτικού άκρου για μια μέρα. «Αν το παρακάνω με κινήσεις, τότε το χέρι μπορεί να αγγίξει μόλις τις 7-8 ώρες λειτουργίας. Το περισσότερο που το έχω φορέσει ήταν για 21 ώρες και μετά απλώς σταμάτησε».
Νέα ζωή και στην… ψυχή
Εχοντας δοκιμάσει μια σειρά προσθετικά μέλη, συμπεριλαμβανομένων ενός γάντζου και μιας λαβίδας, ο κ. Ακλαντ θεωρεί ότι το «βιονικό» χέρι ήταν εκείνο που του άλλαξε τη ζωή. «Η ζωή μου έχει αλλάξει εντελώς. Το κυριότερο όλων όμως είναι ότι πλέον χαμογελάω. Πριν από αυτό για περίπου πέντε χρόνια δεν θυμάμαι τον εαυτό μου να χαμογελάει. Δεν είχα λόγο για να χαμογελάσω. Πιστεύω ότι το ψυχολογικό όφελος που συνοδεύει ένα ρομποτικό χέρι ξεπερνάει τις οποιεσδήποτε τεχνικές επιδόσεις και δυνατότητές του. Είναι γεγονός το ότι όταν περπατάω στον δρόμο τώρα ο κόσμος με κοιτάζει αλλά όχι με οίκτο ή σαν να θέλουν να με αποφύγουν. Και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό».
Ο ίδιος δηλώνει ανοιχτός στη δοκιμή νέων τεχνολογιών με στόχο τη βοήθεια ασθενών που έχουν υποστεί ακρωτηριασμό. «Πρόκειται για 30 εκατ. ανθρώπους. Θα έκανα οτιδήποτε για να βοηθήσω με οποιονδήποτε τρόπο, χωρίς δεύτερη σκέψη. Θεωρώ ότι θα ήταν σπουδαίο αν όλοι οι ασθενείς είχαν την ευκαιρία να δοκιμάσουν ένα ρομποτικό προσθετικό μέλος για να δουν αν τους ταιριάζει. Γιατί η τεχνολογία αυτή δεν είναι για όλους. Πολλοί, για παράδειγμα, είναι ευχαριστημένοι με το κοινό προσθετικό χέρι που φορούν. Το σημαντικό είναι να υπάρχουν επιλογές».
Πόσο «βιονικός» γίνεται κανείς;
Στην ερώτηση αν αισθάνεται «βιονικός» ο ίδιος μπαίνει σε σκέψεις. «Δύσκολη ερώτηση. Θυμάμαι την πρώτη φορά που κάποιος με χαρακτήρισε cyborg. Είχα νιώσει περίεργα, δεν μου άρεσε. Γιατί cyborg θεωρείται κάποιος o οποίος χρησιμοποιεί την τεχνολογία για να ενισχύσει ή να βελτιώσει κάποιες επιδόσεις του. Από τη μία πλευρά, το ρομποτικό μου άκρο δεν μπορεί να συγκριθεί ως προς τις επιδόσεις του με το χέρι με το οποίο γεννήθηκα. Δεν είναι καλύτερο. Αρα δεν θεωρώ τον εαυτό μου cyborg. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, εδώ και εννιά χρόνια έχω ένα χέρι. Πλέον δεν θυμάμαι πώς ήταν όταν είχα δύο χέρια. Οπότε με αυτή τη λογική ίσως τελικά να έχω γίνει cyborg, αν και η λέξη αυτή μου ακούγεται αρκετά απειλητική. Προτιμώ να είμαι απλά ο Νάιτζελ».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ