ΤO ΒΗΜΑ / PROJECT SYNDICATE

Ένα παράδοξο αναδύθηκε στις χρηματοπιστωτικές αγορές των ανεπτυγμένων οικονομιών μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Αντισυμβατικές νομισματικές πολιτικές δημιούργησαν ένα τεράστιο πλεόνασμα ρευστότητας. Αλλά μία σειρά από πρόσφατες αναταράξεις υποδηλώνει ότι η μακροοικονομική ρευστότητα κατέληξε να συνδέεται στενά με τη σοβαρή έλλειψη ρευστότητας στις χρηματαγορές.
Στις ανεπτυγμένες οικονομίες τα επιτόκια κυμαίνονται κοντά στο μηδέν (και ορισμένες φορές υπό του μηδενός) και η νομισματική βάση ( το νέο χρήμα που δημιουργούν οι κεντρικές τράπεζες υπό τη μορφή ρευστού και αποθεμάτων ρευστότητας των εμπορικών τραπεζών) αυξήθηκε –δύο, τρεις και στις ΗΠΑ τέσσερις φορές σε σχέση με τα προ της κρίσης επίπεδα. Αυτό κράτησε σε χαμηλά επίπεδα τα βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα επιτόκια (σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στην Ευρώπη και στην Ιαπωνία, ήταν αρνητικά), περιόρισε την αστάθεια των αγορών ομολόγων και προκάλεσε την άνοδο των τιμών πολλών επενδυτικών αγαθών μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται μετοχές, ακίνητα και ομόλογα σταθερής απόδοσης τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα.
Εξακολουθούν, ωστόσο, να υπάρχουν λόγοι ανησυχίας για τους επενδυτές. Οι φόβοι τους άρχισαν με το «αστραπιαίο κραχ» του Μαΐου του 2010, όταν μέσα σε 30 λεπτά, κύριοι χρηματιστηριακοί δείκτες των ΗΠΑ σημείωσαν πτώση 10% περίπου, πριν ανακτήσουν την χαμένη τους αξία. Μετά ακολούθησε η αντίδραση των αγορών, την Άνοιξη του 2013, όταν ο τότε πρόεδρος της Fed Μπεν Μπερνάνκι άφησε να εννοηθεί ότι η αμερικανική Κεντρική Τράπεζα θα σταματήσει να αγοράζει σε μηνιαία βάση μακροπρόθεσμα χρεόγραφα, γεγονός που προκάλεσε την αύξηση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων των ΗΠΑ κατά 100 μονάδες βάσεις. Παρομοίως, τον Οκτώβριο του 2014, οι αποδόσεις των ομολόγων του αμερικανικού Δημοσίου έπεσαν μέσα σε λίγα λεπτά κατά σχεδόν 40 μονάδες βάσης με τους στατιστικολόγους να ισχυρίζονται πως κάτι ανάλογο πρέπει να συμβαίνει μία φορά κάθε τρία δισεκατομμύρια χρόνια. Το τελευταίο επεισόδιο σημειώθηκε μόλις τον περασμένο μήνα, όταν μέσα σε διάστημα μερικών ημερών οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων του γερμανικού δημοσίου ανέβηκαν από τις 5 στις 80 μονάδες βάσης.
Τα γεγονότα αυτά ενέτειναν τους φόβους όσον αφορά το ενδεχόμενο αγορές με μεγάλες βάσεις ρευστότητας, όπως οι αγορές μετοχών και κρατικών ομολόγων να μην διαθέτουν εν τέλει αρκετή ρευστότητα. Πώς συνδέεται, οπότε, η μακροοικονομική ρευστότητα με την έλλειψη ρευστότητας στις αγορές;
Εν συντομία, παρόλο που η δημιουργία μακροοικονομικής ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες δύναται να κρατήσει σε χαμηλά επίπεδα τις αποδόσεις ομολόγων και να περιορίσει την αστάθεια, οδήγησε επίσης σε μαζικές συναλλαγές και περισσότερες επενδύσεις σε μη ρευστοποιήσιμα ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια.
Ως αποτέλεσμα, όταν σημειώνονται εκπλήξεις –η Fed, για παράδειγμα ανακοινώνει νωρίτερα από το αναμενόμενο την έξοδο από τα μηδενικά επιτόκια, αυξάνεται ξαφνικά η τιμή του πετρελαίου ή η ανάπτυξη στην ευρωζώνη αρχίζει να ανακάμπτει – η επαναξιολόγηση των μετοχών και των ομολόγων ενδέχεται να είναι απότομη και δραματική: όποιοι εγκλωβίστηκαν σε τέτοια δύσκολα ρευστοποιήσιμα προϊόντα ψάχνουν την έξοδο το γρηγορότερο δυνατό.
Αυτός ο συνδυασμός μακροοικονομικής ρευστότητας και έλλειψης ρευστότητας στις αγορές είναι μία ωρολογιακή βόμβα. Έως τώρα, έχει οδηγήσει μόνο σε αστραπιαία κραχ και ξαφνικές αλλαγές στις αποδόσεις ομολόγων και τις τιμές των μετοχών. Αλλά με την πάροδο του χρόνου, όσο περισσότερο οι τράπεζες δημιουργούν ρευστότητα για να περιορίσουν τη βραχυχρόνια αστάθεια, τόσο περισσότερο ενισχύουν τη φούσκα των τιμών στις αγορές μετοχών, ομολόγων και άλλων επενδυτικών προϊόντων. Καθώς ολοένα και περισσότεροι επενδυτές καταφεύγουν σε υπερτιμημένα μη εύκολα ρευστοποιήσιμα επενδυτικά προϊόντα, όπως είναι τα ομόλογα –ο κίνδυνος ενός μακροπρόθεσμου κραχ αυξάνεται.
Αυτό είναι το παράδοξο αποτέλεσμα των πολιτικών που αποτέλεσαν την απάντηση στη χρηματοπιστωτική κρίση. Η μακροοικονομική ρευστότητα «τρέφει» εκρήξεις τιμών και «φούσκες». Αλλά η έλλειψη ρευστότητας στις αγορές θα προκαλέσει ενδεχομένως το σκάσιμο της φούσκας και την κατάρρευση.