Η ουσία ενός πράγματος είναι η δομή του πράγματος. Από αυτήν απορρέει ο προσανατολισμός και η λειτουργία του.

Η αρχή αυτή των στρουκτουραλιστών ισχύει και για την ΕΡΤ. Κι αυτό με θλιβερό τρόπο.

Ο νόμος για την ανασύσταση της που ψηφίστηκε καταρχάς την Τρίτη στη Βουλή της επιβάλει μια παρωχημένη δομή, ο πυρήνας της οποίας είναι η υπαγωγή της στον άμεσο έλεγχο και στην έμμεση καθοδήγηση του υπουργού επικρατείας.

Θλιβερή για τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν και η συζήτηση στην ολομέλεια της Βουλής, κατά την οποία βρέθηκε να παίρνει – και όχι άδικα – μαθήματα φιλελευθερισμού από τους αγορητές του Ποταμιού και του Πασοκ.

Για μια άλλη φορά φάνηκε, ότι η ελληνική Αριστερά παραμένει νυχτωμένη σε θέματα πολιτικού φιλελευθερισμού. Η δημοκρατικοποίηση των θεσμών, όπως η ΕΡΤ, στη βάση της πλήρους απεξάρτησής τους από το κράτος, συνεχίζει να της είναι ξένη, η αυτοδιαχείριση ύποπτη. Αυτό εξηγεί, ειρήσθω εν παρόδω, και την απίστευτη ευκολία με την οποία προχώρησε προ τριμήνου σε κυβερνητική συμμαχία με τους Ανελ.

Όσο αλήθεια είναι λοιπόν, ότι αντιμετωπίζει με αξιοθαύμαστη αντοχή τις ανήλεες επιθέσεις των δανειστών, τόσο αληθινό είναι επίσης, ότι στον τομέα της μοντέρνας διακυβέρνησης μοιάζει πρόωρα γερασμένη. Αντί να ανταποκριθεί στις ανάγκες των καιρών, μένει πίσω και από το σύνθημα του Βίλυ Μπράντ τη δεκαετία του 70: «Ας τολμήσουμε περισσότερη δημοκρατία!».

Ο συντηρητισμός πάει χέρι χέρι με την αμάθεια. Αυτό φάνηκε καθαρά κατά τη συζήτηση περί του διορισμού του εποπτικού και του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας.

Είπε ο Νίκος Παππάς: «Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, προφανώς και η κυβέρνηση διορίζει το διοικητικό συμβούλιο».

Πέρα από το βαρύγδουπο «προφανώς», που δίνει σε τέτοιο κυβερνητικό διορισμό την ψεύτικη αίγλη αναφαίρετου φυσικού δικαιώματος, η φράση είναι κατά μέγα μέρος ανακριβής.

Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, η κυβέρνηση δεν έχει καμιά ανάμιξη στο διορισμό του διοικητικού συμβουλίου. Αυτό κατοχυρώνεται από το νόμο, σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα, όπως στη Γερμανία, από το σύνταγμα.

Δυο παραδείγματα:

Γερμανία

Η βασική αρχή στην οργάνωση των δυο καναλιών της γερμανικής δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, του ARD και του ZDF είναι, ότι το κράτος δημιουργεί μόνο τη νομική υποδομή για την εύρυθμη λειτουργία τους, δεν επεμβαίνει όμως άμεσα σε αυτά.

Τα τρία βασικά όργανα των καναλιών είναι το εποπτικό συμβούλιο (Gremienrat, με την ιδιαίτερη ονομασία Rundfunkrat στο ARD και Fernsehrat στο ZDF), το διοικητικό συμβούλιο και ο γενικός διευθυντής (Intendant). Το διοικητικό συμβούλιο και ο γενικός εκλέγονται από το Gremienrat. Στο Gremienrat, σύμφωνα με το νόμο που έχει συνταγματική ισχύ, συμμετέχει η «κοινωνία» με τη μορφή εκπροσώπων των σημαντικότερων κοινωνικών φορέων: κόμματα, εκκλησία, εργοδοτικοί και συνδικαλιστικοί φορείς ακόμα και φεμινιστικές οργανώσεις.

Από διορισμό του εποπτικού ή του διοικητικού συμβουλίου λοιπόν από την κυβέρνηση, όπως ισχυρίζεται ο κ.Παππάς, ούτε ίχνος. Λόγω της ισχυρής συμμετοχής των κομμάτων στο εποπτικό συμβούλιο υπάρχει βέβαια και ισχυρή επιρροή της εκάστοτε κυβέρνησης στον προσανατολισμό, ενίοτε και στην τρέχουσα ενημέρωση των δυο σταθμών. Όμως και αυτή γίνεται όλο και λιγότερη: Μια απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου της Καρλσρούης το Νοέμβριου του 2013 περιόρισε σημαντικά τη συμμετοχή των πολιτικών στις ηγετικές θέσεις του εποπτικού συμβουλίου.

Ελβετία

Η ελβετική τηλεόραση (SRG) είναι το πρότυπο ενός αυτοδιαχειριζόμενου φορέα. Πρόκειται για ιδιωτικό σωματείο, στο οποίο το κράτος έχει εκχωρήσει το δικαίωμα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης. Το σωματείο έχει δικό του καταστατικό και δικό του οργανόγραμμα. Το ανώτατο όργανό του είναι η Γενική Συνέλευση, η οποία αποτελείται από 41 μέλη. Τα 36 από αυτά εκλέγονται από τις περιφερειακές οργανώσεις, τα υπόλοιπα 5 συμμετέχουν σε αυτή λόγω θέσης (ex officio) στο διοικητικό συμβούλιο. Η γενική Συνέλευση εποπτεύει το διοικητικό συμβούλιο και εκλέγει τον γενικό διευθυντή της SRG. Το διοικητικό συμβούλιο συνίσταται από εννέα άτομα: τους 4 προέδρους των περιφερειακών εταιριών, 3 εκπροσώπους της Γενικής Συνέλευσης και 2 εκπροσώπους της ομοσπονδιακής κυβέρνησης (Bundesrat).

Ούτε το εποπτικό, ούτε το διοικητικό συμβούλιο διορίζονται λοιπόν από την κυβέρνηση. Η συμμετοχή της τελευταίας περιορίζεται (μειοψηφικά) στο διοικητικό συμβούλιο – στη Γενική Συνέλευση, που είναι το αποφασιστικό όργανο της SRG, συμμετέχει επίσης μόνο μέσω του διοικητικού συμβουλίου. Από την άλλη βέβαι η κυβέρνηση δημιουργεί, στη βάση της αρχής της «αυτορυθμιζόμενης ρύθμισης», τις νομικές προϋποθέσεις για τη λειτουργία της SRG και της εκχωρεί το δικαίωμα να λειτουργεί ως δημόσια ραδιοτηλεόραση.

Από διορισμό των οργάνων της SRG από την κυβέρνηση λοιπόν ούτε κι εδώ ίχνος.

Υπάρχουν όμως και υβριδικές καταστάσεις, στις οποίες η κυβέρνηση έχει μερική ανάμιξη στο διορισμό των οργάνων.

Ένα παράδειγμα:

Αυστρία

Σύμφωνα με το νόμο για τον ORF (Österreichischer Rundfunk, Αυστριακό ραδιόφωνο), το συμβούλιο του ιδρύματος (Stiftungsrat, πρακτικά το εποπτικό συμβούλιο) αποτελείται από 35 μέλη: 9 αποστέλλει η κυβέρνηση, 9 οι κυβερνήσεις των ισάριθμων ομοσπονδιακών κρατιδίων, 6 το συμβούλιο του κοινού (Publikumsrat), άλλοι 6 πάλι από την κυβέρνηση ύστερα από πρόταση των κοινοβουλευτικών κομμάτων, και 5 από το κεντρικό επιχειρησιακό συμβούλιο των εργαζομένων.

Το εποπτικό συμβούλιο εκλέγει στη συνέχεια το γενικό διευθυντή της εταιρίας, ελέγχει τη στρατηγική της, κ.ο.κ. Διοικητικό συμβούλιο δεν υπάρχει.

Το υβριδικό στοιχείο συνίσταται στο γεγονός, ότι το εποπτικό συμβούλιο, παρόλο που δεν διορίζεται κατευθείαν από την κυβέρνηση, ελέγχεται τελικά από αυτήν λόγω της μεγάλης συμμετοχής σε αυτό εκπροσώπων της κυβέρνησης.

Άλλη υβριδική περίπτωση αποτελεί η Ολλανδία, με την έννοια ότι ενώ το ολλανδικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας NOS είναι μ.α. μια ομοσπονδία τεσσάρων μη κερδοσκοπικών σωματείων (καθολικού, ευαγγελικού, σοσιαλδημοκρατικού και ουδέτερου προσανατολισμού) , στα οποία έχει εκχωρηθεί όπως και στην Ελβετία το δικαίωμα να λειτουργούν ως δημόσια ραδιοτηλεόραση, το εποπτικό και το διοικητικό της συμβούλιο διορίζονται από την κυβέρνηση.

Καθαρές περιπτώσεις διορισμού, εντελώς κατά το γούστο του κ.Παππά, έχουμε, για παράδειγμα, σε άλλες χώρες, όπως η Γαλλία, η Σουηδία και η Μεγάλη Βρετανία.

Τόσο το χειρότερο γι αυτές. Παρά την τεράστια πρόοδο που έχουν κάνει στoν τομέα των λεγόμενων δημόσιων αξιών (Public Values), ήτοι στην προώθηση της δημοκρατίας, της ισονομίας, του σεβασμού της ιδιαιτερότητας, του ποιοτικού και ενημερωτικού προγράμματος, κ.ο.κ., οι δημόσιες τηλεοράσεις τους παραμένουν δομικά στον εικοστό αιώνα. Κι αυτό δημιουργεί εξαρτήσεις, που αντιβαίνουν στο πνεύμα της διάκρισης των εξουσιών.

Η νέα ΕΡΤ προορίζεται έτσι να γίνει στην καλύτερη περίπτωση ένα αντίτυπο, στη χειρότερη ένα κακέκτυπό τους – άδηλο ποιο.

Σε κάθε περίπτωση: Η ουσία της αμάθειας είναι η δομή της αμάθειας, έτσι όπως αυτή αποτυπώνεται στα λεγόμενα του υπουργού επικρατείας. Από αυτήν απορρέει και ο λάθος προσανατολισμός του νέου νόμου για την ΕΡΤ. Ο κ.Παππάς δεν είναι φυσικά ανεπίδεκτος μαθήσεως. Πιθανόν μάλιστα να είναι θύμα των συμβούλων του, που του έδωσαν λάθος πληροφορίες. Απομένει τώρα στον ίδιο να βρει τις σωστές.

Όπως και να είναι όμως: Η νέα ΕΡΤ αποκαθιστά ένα ιστορικό έγκλημα – κάτι που δεν είναι καθόλου λίγο. Το προσδοκώμενο μεγάλο εγχείρημα όμως δεν είναι. Όχι ακόμα. Η δομή του το προδίδει.