Με μια μαραθώνια τουρνέ στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης προσπάθησαν να αλλάξουν το κλίμα και να επιβάλουν ένα νέο πλαίσιο συνολικής διαπραγμάτευσης. Κατέστησαν σαφές στους ευρωπαίους εταίρους ότι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί κίνδυνο αλλά ευκαιρία για την Ευρώπη. Αντίθετα, κίνδυνος γι’ αυτήν είναι ο διογκούμενος ακροδεξιός αντιευρωπαϊσμός. Η εικόνα που δημιούργησε αυτή η μετωπική επίθεση φιλίας (διαλλακτικότητα και διάθεση συμβιβασμού) προκαλεί συμπάθειες στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και μετατοπίζει το ηθικό πλεονέκτημα στην ελληνική πλευρά. Αλλά και σε σημειολογικό επίπεδο η νέα κυβέρνηση έχει διαφορετικό ύφος και ήθος, διαφορετικούς κώδικες επικοινωνίας. Πράγμα πολύ σημαντικό γιατί τονώνει το πεσμένο ηθικό και την αξιοπρέπεια των πολιτών, που για πρώτη φορά νιώθουν ότι έχουν μια κυβέρνηση που εκπροσωπεί τον λαό και όχι τις αγορές.
Ωστόσο κανείς δεν αμφιβάλλει ότι η κυβέρνηση αυτή θα κριθεί εκ του αποτελέσματος. Η νωπή εντολή που έλαβε είναι να βάλει τέλος στην υφεσιογόνο λιτότητα και να αναδιαρθρώσει το χρέος. Εντός ευρωζώνης. Η σαφής αυτή εντολή προσδιορίζει τη στρατηγική της και τις «κόκκινες γραμμές» στην επικείμενη διαπραγμάτευση, που προμηνύεται αμφίρροπη. Το καλό βέβαια είναι ότι υπάρχει έδαφος για κοινά αποδεκτή συμβιβαστική λύση.
Λιτότητα και χρέος είναι πράγματα αλληλένδετα. Φυσικά έχουν δίκιο όσοι τονίζουν ότι πηγή του κακού είναι η λιτότητα, που πρέπει πάραυτα να εγκαταλειφθεί γιατί βυθίζει την οικονομία στην ύφεση και πυροδοτεί το χρέος. Για να γίνει όμως αυτό στην πράξη πρέπει τουλάχιστον να μειωθούν δραστικά τα τοκοχρεολύσια, τα οποία αποτελούν πόρους που αφαιρούνται από την οικονομία και συρρικνώνουν τη ζήτηση. Υψηλά τοκοχρεολύσια ίσον (ντε φάκτο) λιτότητα. Αρα σωστά η κυβέρνηση διεκδικεί ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, υποδεικνύοντας μάλιστα και τον τρόπο διευθέτησης του χρέους (ομόλογα χωρίς λήξη, ομόλογα με ρήτρα ανάπτυξης, μετοχοποίηση ομολόγων). Η διαγραφή χρέους δεν επείγει.
Η έκβαση της διαπραγμάτευσης θα εξαρτηθεί από τις «μεταρρυθμίσεις». Το έχει αντιληφθεί αυτό η ελληνική πλευρά, εξ ου και το επικοινωνιακό μπαράζ για το πόσο έτοιμη και αποφασιστική είναι να πατάξει τη διαφθορά, τη φοροδιαφυγή, τις πελατειακές σχέσεις και να προχωρήσει σε δομική ανασυγκρότηση και αναδιοργάνωση του δημόσιου τομέα. Δυστυχώς όμως οι πιστωτές με τον όρο «μεταρρυθμίσεις» εννοούν και άλλα πράγματα: ακόμη μεγαλύτερη συρρίκνωση του ισχνού δημόσιου τομέα και περαιτέρω εσωτερική υποτίμηση (μείωση μισθών και συντάξεων) στο όνομα της ανταγωνιστικότητας. Με άλλα λόγια, συνέχιση των πολιτικών λιτότητας που κατέστρεψαν τη χώρα! Από τη στιγμή που πρωταρχικός στόχος της κυβέρνησης είναι η ανατροπή της λιτότητας, δεν μπορεί να συναινέσει σε τέτοιου είδους μεταρρυθμίσεις.
Η διαπραγμάτευση που άρχισε θα είναι μακρά και σκληρή. Η τακτική της επιθετικής άμυνας απαιτεί μετριοπάθεια, αποφασιστικότητα και αναζήτηση συμβιβαστικών λύσεων. Χωρίς εκβιασμούς. Ενθεν κακείθεν. Οι εκβιασμοί και τα τελεσίγραφα δυναμιτίζουν το κλίμα. Χρειάζονται ψυχραιμία και σύνεση. Το «βγάζω την πρίζα και γαία πυρί μιχθήτω», όταν το διακύβευμα είναι η ευρωζώνη και 320 δισ. ευρώ, συνιστά καθαρό παραλογισμό.
Ο κ. Γιώργος Δουράκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ