Συμβαίνει ξαφνικά, εκεί που δεν το περιμένεις. Αν και, με την ελάχιστη στοιχειώδη εμπειρία, θα έπρεπε να το περιμένεις. Διαβάζεις ένα κείμενο, βλέπεις μια φωτογραφία, παρακολουθείς μια επιχειρηματολογία, προσπαθείς να εκφράσεις μια άποψη. Και εκεί που οι λέξεις είναι ακόμη νωπές, εκεί που η σκέψη δεν έχει αρχίσει να λειτουργεί, εκεί που φαίνεται πως ίσως να υπάρχει μια αλήθεια στην αντίθετη άποψη, έρχεται το μέλος του κλαμπ σχολίων «Ναι, αλλά τι έχετε να πείτε για τότε που…» και ανατρέπει κάθε κανόνα λογικής.
Υπάρχουν πολλών ειδών σχολιαστές στο Internet. Αυτοί που ζουν για να νοσταλγούν τα παλιά. Αυτοί που θέλουν απλώς να συμφωνήσουν. Αυτοί που θέλουν με μανία να διαφωνήσουν. Αυτοί που έχουν δίκιο. Αυτοί που έχουν άδικο. Αυτοί που γράφουν 1.000 λέξεις με greeklish και δεν τους διαβάζει κανείς. Αυτοί που μπερδεύονται και βρίζουν τον συντάκτη ενός άλλου κειμένου. Αυτοί που βρίζουν τον συντάκτη του ίδιου κειμένου. Οι φασίστες –που το έχουν κάνει και κακοπληρωμένο επάγγελμα, γράφοντας με κόπο και νοηματικά λάθη την ίδια επιχειρηματολογία που συνοψίζεται στο «ερχόμαστε». Και υπάρχουν και οι πιο επικίνδυνοι απ’ όλους. Οι «Ναι, αλλά τι έχετε να πείτε για τότε που…».
Είναι οι πιο επικίνδυνοι γιατί δεν υπάρχει καμία λογική να αντιταχθεί. Είναι οι πιο επικίνδυνοι γιατί ξέρουν. Οι περισσότεροι έχουμε μπει στον πειρασμό να χρησιμοποιήσουμε αυτή την bonus ζωή στο βιντεοπαιχνίδι της διαλεκτικής, ειδικά όταν χάνουμε σε μια κουβέντα εντός και εκτός Internet, ειδικά όταν αυτό που θεωρούσαμε σωστό αποδεικνύεται λάθος. Είναι το πέναλτι των συζητήσεων, η έξτρα σφαίρα που μπορεί να αποτελειώσει την ενοχλητική κουβέντα: «Ναι, σωστό αυτό που λες, αλλά τι έχεις να πεις για τότε που…».
Τα μέλη του κλαμπ της κακοσκηνοθετημένης στρεψοδικίας είναι επικίνδυνα γιατί δεν υπάρχει αντίλογος. Δεν υπάρχει τρόπος να αντιμετωπίσεις τη βλακεία. Και δεν έχει να κάνει μόνο με έλλειψη ευφυΐας· το αντίθετο, έχει να κάνει με καλή γνώση της προπαγάνδας. Την τελευταία εβδομάδα, για παράδειγμα, όταν τα ΜΑΤ επιτέθηκαν στις καθαρίστριες έξω από το υπουργείο Εξωτερικών, εμφανίστηκε ένα κείμενο που έλεγε «Ναι, αλλά τι έχετε να πείτε για το ότι πληρώνονται με 4.000 ευρώ η καθεμία;». Δεν χρειάζεται μυαλό, ούτε inside information, ούτε λογιστικές γνώσεις για να καταλάβει κανείς ότι ήταν ψευδές. Αλλά όπως και στις λασπομαχίες, σημασία δεν έχει η καθαριότητα, ούτε η ευστοχία, σημασία έχει το μουντζούρωμα.
Η κουβέντα του μπορεί να συνεχίζεται για τα πάντα. Για ένα ψεύτικο πέναλτι του Παναθηναϊκού: «Ναι, αλλά τι έχετε να πείτε για τον Ολυμπιακό;». Για τον ρατσισμό: «Ναι, αλλά τι έχετε να πείτε για τότε που οι Ελληνες έπεφταν θύματα ρατσισμού;» –η χρήση ψεύτικης στατιστικής για την εγκληματικότητα είναι προαιρετική. Για τις άδικες περικοπές: «Ναι, αλλά τι έχετε να πείτε για τότε που χορεύαμε ζεϊμπέκικο πάνω στις επιδοτήσεις του Πακέτου Ντελόρ;». Για την ακροδεξιά στροφή της κυβέρνησης: «Ναι, αλλά τι έχετε να πείτε για την ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς;». Για τα λάθη του ΣΥΡΙΖΑ: «Ναι, αλλά τι έχετε να πείτε για τα λάθη της συγκυβέρνησης;». Για το αυθαίρετο με τα ελενίτ πάνω στην παραλία: «Ναι, αλλά τι έχετε να πείτε για το άλλο αυθαίρετο, αυτό με τα μάρμαρα, χωρίς τα ελενίτ;».
Αν είναι καθησυχαστικό, το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό. Πρόσφατα, ο «Independent» δημοσίευσε ένα άρθρο στο οποίο ένας έξαλλος συντάκτης εξηγούσε πως ένιωθε διαρκώς ανεπαρκής, καθώς για οτιδήποτε έγραφε αντιμετώπιζε την ίδια απαξίωση. Οποτε έγραφε κάτι για τις αδικίες εργαζομένων εκτός Μεγάλης Βρετανίας, διάβαζε «Ναι, αλλά τι έχετε να πείτε για τη Μεγάλη Βρετανία;». Οταν επιχειρούσε να γράψει κάτι για το εργασιακό καθεστώς στη Μεγάλη Βρετανία, διάβαζε «Ναι, αλλά τι έχετε να πείτε για τη ζωή εκτός της άνετης χώρας σας;». Αν ζούσε ο Κάφκα, θα έκανε σχόλια στο Internet.
Εκτός από τη χιουμοριστική πλευρά της ανοησίας, το πρόβλημα είναι πως η Ελλάδα έχει χτίσει τη σύγχρονη ζωή της πάνω σε αυτή τη διελκυστίνδα τού λάθος πάθους. Με εμμονή και δυνατή φωνή, η μία πλευρά κραυγάζει στην άλλη το χειρότερο επιχείρημα του κόσμου. Και τι έχετε να πείτε για τότε που δεν κάναμε τίποτα, ποτέ; Τότε που απλώς μαλώναμε;
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 22 Ιουνίου 2014
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



