Στο Bερολίνο, η ξεμαλλιασμένη, κουρελοντυμένη και «απονενοημένη» Σιμόνε Κέρμες τραγουδάει τις μεγάλες άριες του ιταλικού μελοδράματος σαν μεθυσμένη –αν θέλετε να διασκεδάσετε, δείτε την στο YouTube να ερμηνεύει τη «Σεμίραμη» του Ροσίνι και τους «Masnadieri» του Βέρντι. Στη Σκάλα του Μιλάνου ανοίγει τη σεζόν, ως «Τραβιάτα», η Ντιάνα Νταμράου, μια τραγουδίστρια που πριν από 30 χρόνια θα ήταν τρίτη διανομή σε παράσταση της Κρατικής Οπερας του βαυαρικού Μπριχτελζντούφλεν.
Στο Σάλτσμπουργκ, όπου προσφάτως εμφανίστηκε στον «Τροβατόρε» ως βαρύτονος, ο τενόρος Πλάθιντο Ντομίνγκο κάνει ό,τι μπορεί για να ξεχάσουμε το λαμπρό παρελθόν του, περιφέροντας την αβάσταχτη θλίψη του καλλιτέχνη που δεν γνωρίζει πότε πρέπει να αποχαιρετήσει τη σκηνή. Από δίπλα, η ογδοντάχρονη (και τόσο σπουδαία κάποτε) Μονσεράτ Καμπαγέ δίνει ρεσιτάλ με λίντερ και άριες, συναγωνιζόμενη τον Ντομίνγκο στην απόγνωση. Δυστυχώς, οι άσπονδοι θαυμαστές της φροντίζουν να την εκθέσουν ανεπανόρθωτα ανεβάζοντας αποσπάσματα από τις εμφανίσεις στο Διαδίκτυο –καταραμένο YouTube, που άλλους τους ανεβάζεις και άλλους τους κατεβάζεις στα μαύρα Τάρταρα!
Η Ναταλί Ντεσέ, έπειτα από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες να σταυρώσει αξιοπρεπή υψηλή νότα (όπως τα παλιά, καλά χρόνια), το έχει ρίξει στον Μισέλ Λεγκράν και ετοιμάζεται, όπως απείλησε τους θεατρόφιλους, να εγκαταλείψει την όπερα για να ασχοληθεί με το θέατρο. Η δε Ντανιέλ ντε Νις, που σε μια άλλη εποχή θα διέπρεπε ως γυμνό μοντέλο και διά του γάμου της με έναν διάσημο ζωγράφο θα ζούσε αυτή καλά και εμείς καλύτερα, σταδιοδρομεί ως πρωταγωνίστρια στα διασημότερα θέατρα: σήμερα, όταν είσαι καλλίπυγος, σου συγχωρούνται ακόμη και οι μεγαλύτερες κακοφωνίες!
Πολλά, ό,τι και να λέμε, τα δείγματα που επιβεβαιώνουν ότι ξημέρωσε μια άλλη εποχή για την όπερα, η οποία, δυστυχώς, δεν έχει καμία σχέση με τις ημέρες του λαμπρού παρελθόντος της. Ατζέντηδες, σκηνοθέτες, μαέστροι, διευθυντές θεάτρων και τραγουδιστές συνωμοτούν, θαρρείς, για να ευτελίσουν το είδος. Και το κοινό μοιάζει να έχει απολέσει το κριτήριό του: αντί να κλείσει τα αφτιά στα φάλτσα και να αποστρέψει το βλέμμα από την κακή αισθητική, τα χειροκροτεί. Δεν θέλω, όμως, σήμερα να αναλύσω περισσότερο τα γιατί αυτής της τραγικής κατάστασης. Ούτε να «θρηνήσω» το τέλος της όπερας. Το μήνυμά μου θα είναι αισιόδοξο, γιατί αισιοδοξία άντλησα κι εγώ από τις παραστάσεις που είδα τον τελευταίο καιρό στην Ελλάδα.
Ετσι, με εορταστική διάθεση, επιθυμώ να αναφερθώ στους δικούς μας τραγουδιστές, τους σολίστες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, που με τις εμφανίσεις τους με έκαναν να πιστέψω ότι το παιχνίδι δεν έχει χαθεί. Οτι η όπερα είναι πολύ… σκληρή για να πεθάνει. Θα ξεκινήσω από την πιο πρόσφατη παράσταση, τον «Ριγκολέτο», που παίχτηκε στο Μέγαρο Μουσικής και όπου, το βράδυ που πήγα –γιατί θετικά ήταν τα σχόλια που άκουσα και για τις άλλες διανομές -, έλαμψε στον δύσκολο ρόλο της Τζίλντα η υψίφωνος Βασιλική Καραγιάννη. Εξαιρετική ηθοποιός και τραγουδίστρια, με μαγικές υψηλές νότες που σήμερα σπανίζουν, επιβεβαίωσε ότι δεν ήταν τυχαίες οι εμφανίσεις της και σε μεγάλες σκηνές του εξωτερικού όπως στη Σκάλα του Μιλάνου –τραγούδησε την Ολυμπία από τα «Παραμύθια του Χόφμαν» (ομολογώ ότι η Τζίλντα της μου άνοιξε την όρεξη για τη «Λουτσία ντι Λάμερμουρ», την οποία νομίζω ότι αυτή την περίοδο της καριέρας της θα ερμήνευε υποδειγματικά).
Λίγες εβδομάδες πριν από τον «Ριγκολέτο» είχα την τύχη να παρακολουθήσω την αριστοτεχνικά σκηνοθετημένη, από τη Ροδούλα Γαϊτάνου, «Σταχτοπούτα» του Ροσίνι. Για να ανακαλύψω μια τραγουδίστρια που παραδόξως αγνοούσα: αναφέρομαι στην Αρτέμιδα Μπόγρη, η οποία, ως Αντζελίνα, με την απίστευτη τεχνική ευκολία της, την ταχύτητα και την ακρίβεια της κολορατούρας της, αλλά και τη σκηνική χάρη και την ευγένεια της παρουσίας της, θα μπορούσε να συναγωνιστεί τις διασημότερες ερμηνεύτριες του ρόλου. Βεβαίως, δεν ήταν η μόνη που έλαμψε: ο χαριτωμένος Χάρης Ανδριανός με το γάργαρο τραγούδι του, ο Δημήτρης Κασιούμης, ο Τάσος Αποστόλου και ο Αντώνης Κορωναίος (σε έναν ιδιαιτέρως απαιτητικό ρόλο) καταχειροκροτήθηκαν. Είχα αποχωρήσει, εκείνο το βράδυ, χαρούμενος από το θέατρο. Οπως χαρούμενος είχα βγει και από το «Beton7» μετά τις υψηλότατου επιπέδου ερμηνείες της Μαργαρίτας Συγγενιώτου και της Λητούς Μεσσήνη στο «Μέντιουμ» του Μενότι, στο οποίο είχα αναφερθεί παλαιότερα.
Ιδού, λοιπόν, το μήνυμα το αισιόδοξο, για το μέλλον της όπερας, ενός είδους που τα τελευταία χρόνια μοιάζει να ενδιαφέρει περισσότερο κόσμο και στην Ελλάδα –έχει παίξει ρόλο και η εύστοχη επικοινωνιακή πολιτική της ΕΛΣ. Μας το στέλνουν οι δικοί μας λυρικοί καλλιτέχνες με το θαυμάσιο τραγούδι τους. Ανθρωποι που επενδύουν τη ζωή τους σε ένα επάγγελμα επικίνδυνων ισορροπιών, που δεν πληρώνονται όσο θα έπρεπε, που δεν εργάζονται με τις καλύτερες δυνατές συνθήκες, που συνήθως δεν έχουν την αναγνώριση που τους αξίζει. Δεν είναι λίγοι… Αν και, για λόγους οικονομίας χώρου, αναφέρθηκα μόνο σε εκείνους που άκουσα τις τελευταίες εβδομάδες, γνωρίζω και άλλους πολλούς που αξίζουν με το παραπάνω το χειροκρότημά μας. Γιατί η μουσική τους είναι, μέσα στο γκρίζο σκηνικό της καθημερινότητάς μας, χαρά και ελπίδα. Μόνο επιτυχίες να έχουν τον νέο χρόνο!

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ