Mark Mazower
Κυβερνώντας τον κόσμο.
Η ιστορία μιας ιδέας
Μετάφραση Ελένη Αστερίου,
Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2013,
σελ. 496, τιμή 31,95 ευρώ
Μόνον ένας ιστορικός της κλάσης του Μαρκ Μαζάουερ μπορεί να συμπυκνώσει σε περίπου 500 σελίδες τα μείζονα γεγονότα δύο αιώνων, από το τέλος των ναπολεοντείων πολέμων ως τις ημέρες μας. Και μόνον αν διαθέτει το δικό του συγγραφικό ταλέντο έχει την ικανότητα να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα παραθέτοντας και συνθέτοντας τα γεγονότα χωρίς να καταφεύγει σε επί μέρους ερμηνείες. Και τούτο γιατί το σκεπτικό του τον καθοδηγεί από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα: το βιβλίο του Κυβερνώντας τον κόσμο είναι η «ιστορία μιας ιδέας», όπως λέει ο υπότιτλος. Η εντυπωσιακή αφήγησή του λοιπόν εκθέτει και αναλύει τις περιπέτειες αυτής της ιδέας, δηλαδή του πώς μπορεί να κυβερνηθεί ο κόσμος, τι προσπάθειες έγιναν, πότε πέτυχαν και πότε απέτυχαν –και κυρίως: τι σημαίνουν στη σημερινή εποχή.
Τον 19ο αιώνα και ως το πρώτο μισό του 20ού είχαμε τους ουτοπιστές συγγραφείς, όπως ο Ιούλιος Βερν, που οραματίζονταν μιαν ανθρωπότητα η οποία θα μπορούσε να ζήσει εν ειρήνη και ευημερία αν εφάρμοζε «ένα νέο σύστημα ιδεών», το οποίο προϋπέθετε βεβαίως και εκείνο που ζητούσε ο Καντ: μια «παγκόσμια συνείδηση». Αυτό, για τον πολωνοεβραίο γιατρό Λουδοβίκο Λάζαρο Ζαμένχοφ, ο οποίος «κατασκεύασε» το 1887 την εσπεράντο, θα μπορούσε να επιτευχθεί αν η ανθρωπότητα υιοθετούσε μια παγκόσμια γλώσσα. Ο φιλελεύθερος εθνικιστής Τζιουζέπε Μαντσίνι όμως πίστευε πως ο εθνικισμός ήταν η μόνη απάντηση στην επιθετικότητα των πολυεθνικών αυτοκρατοριών (έχοντας κατά νουν πρωτίστως την Αυστροουγγρική). Κατά συνέπεια, μόνο μια παγκόσμια ομοσπονδία εθνικών κρατών θα μπορούσε να εγγυηθεί την ειρήνη.
Οι ιδέες του Μαντσίνι ενέπνευσαν τον αμερικανό πρόεδρο Γούντροου Γουίλσον ογδόντα χρόνια αργότερα να πρωτοστατήσει στη δημιουργία της Κοινωνίας των Εθνών, αλλά δεν κατάφερε να πείσει το Κογκρέσο για τη σπουδαιότητά της ώστε να ενταχθούν εκεί και οι ΗΠΑ. Αυτό το πέτυχε με τη δημιουργία το 1945 του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ. Ο ΟΗΕ ωστόσο χρησιμοποιήθηκε από τις ΗΠΑ πρωτίστως για την προώθηση των δικών τους συμφερόντων, δηλαδή μέσω διεθνών αποφάσεων να ελέγχονται οι μικρότερες χώρες και όποτε χρειαστεί –που συνέβη πολύ συχνά –να νομιμοποιούνται στρατιωτικές επεμβάσεις τις οποίες ήδη είχε αποφασίσει η αμερικανική πολιτική ηγεσία.
Μολονότι ο ΟΗΕ από την ίδρυσή του και για 25 χρόνια εξυπηρετούσε τις ΗΠΑ, από τη δεκαετία του 1970, με το τέλος της αποικιοκρατίας και την ανάδυση στο διεθνές προσκήνιο των χωρών του Τρίτου Κόσμου, άρχισε να παρουσιάζει μεγάλα προβλήματα. Γι’ αυτό και οι ΗΠΑ έδωσαν βάρος σε άλλους θεσμούς, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα, που σήμερα είναι κι αυτοί προβληματικοί. Επιπλέον, κάθε άλλο παρά δημοκρατικούς θα τους χαρακτήριζε κάποιος, αφού οι ιθύνοντες της γραφειοκρατίας τους έχουν σε μεγάλο βαθμό αυτονομηθεί και όχι μόνο δεν δίνουν λογαριασμό στις πολιτικές ηγεσίες αλλά και τις αναγκάζουν να σύρονται σε αποφάσεις οι οποίες εξυπηρετούν τα συμφέροντα του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ταυτοχρόνως η νέα υπερδύναμη που λέγεται Κίνα αλλάζει τους διεθνείς συσχετισμούς και γεννά σοβαρά ερωτήματα όσον αφορά την αποτελεσματικότητα κάποιων πανίσχυρων άλλοτε θεσμών (λ.χ., το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο).
Είναι εντυπωσιακό σε ένα βιβλίο ιστορίας που καλύπτει περίοδο 200 ετών και με τέτοια πυκνότητα του ιστορικού χρόνου να αφιερώνεται το μισό περίπου στη μεταπολεμική εποχή και σχεδόν 100 σελίδες σε μια περίοδο 15 ετών που καλύπτει την πρόσφατη οικονομική κρίση. Το παρελθόν εξηγεί κατά κανόνα το παρόν, αυτό είναι το μέγιστο μάθημα της Ιστορίας, οι αλλαγές που ζούμε όμως είναι πλέον δραματικές και οι σηματοδοτήσεις των γεγονότων επιχειρούνται υπό διαφορετικό πρίσμα. Οι οραματιστές του παρελθόντος πίστευαν πως ένα πλήρες σύστημα δικαίου θα ήταν εφικτό αν συνοδευόταν και από τον έλεγχο ενός «σύμπαντος γεγονότων», θεωρώντας πως τα πλέον κατάλληλα εργαλεία γι’ αυτό θα ήταν οι διεθνείς θεσμοί, οι οποίοι θα δημιουργούσαν ένα δίκτυο δεσμεύσεων και προνομίων που θα διασφάλιζε την ειρήνη και θα ήταν επωφελές για τους πάντες. Αλλά σήμερα αμφισβητείται η πρωτοκαθεδρία του γεγονότος –και επ’ αυτού δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο. Διότι, ενώ κατά το παρελθόν οι διεθνείς οργανισμοί ήταν όργανα άσκησης πολιτικής, σήμερα έχουν μετατραπεί σε εκτελεστικές γραφειοκρατίες, που σημαίνει, όπως οξύτατα παρατηρεί ο Μαζάουερ, ότι «η ιδέα της κυβέρνησης του κόσμου γίνεται ένα όνειρο του χθες».
Ο ΟΗΕ, για παράδειγμα, ασχολείται με τα πάντα: την ατμοσφαιρική ρύπανση, την προστασία του περιβάλλοντος, το ζήτημα των προσφύγων. Αλλά το έργο αυτό, στο πρακτικό επίπεδο, επιτελείται πλέον από τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις στις οποίες στρέφονται οι ενδιαφερόμενοι για να λάβουν ουσιαστική βοήθεια. Εργο που υποκαθιστά σε πολλές περιπτώσεις και εκείνο που θα έπρεπε να παράγεται από έναν άλλον, δεινοσαυρικού τύπου, θεσμό: την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όργανο –υποτίθεται –της ευρωπαϊκής πολιτικής ηγεσίας. Αλλά πώς να λειτουργήσει ως τέτοιο όταν οι ηγεσίες της Ευρώπης έχουν καταστεί όμηροι των λεγόμενων χρηματοπιστωτικών αγορών; Οι ηγεσίες αυτές δεν ανησυχούν ακόμη για το μέλλον τους επειδή ο γενικός πληθυσμός, παρά την έντονη δυσαρέσκειά του, δεν έχει στραφεί μαζικά εναντίον τους. Και ένας από τους βασικούς λόγους, κατά τον Μαζάουερ, είναι γιατί αδυνατεί να κατανοήσει τη γραφειοκρατία της πολιτικής και της οικονομίας, με τα τόσα ακρωνύμια και την περίπλοκη ορολογία που χρησιμοποιείται.
Αν κατά το παρελθόν, από την εποχή των ουτοπιστών του 19ου αιώνα ως και τη δεκαετία του 1970, το μέλλον αναφερόταν σε μια νέα τάξη πραγμάτων, επιθυμητή επειδή κατά κύριο λόγο προσέδιδε στην πολιτική το ιστορικό και το ηθικό της νόημα, σήμερα ζούμε την «ιδιωτικοποίηση του μέλλοντος» –και αυτό είναι ένα από τα πλέον ανησυχητικά συμπεράσματα του Μαζάουερ.
Πώς μεταφράζεται όμως το παραπάνω; Η ιδιωτικοποίηση του μέλλοντος είναι η μετατροπή του σε χρήμα και κέρδος. Και τούτο έχει τεράστια διαφορά από την ιδέα του παρελθόντος ότι το ελεύθερο εμπόριο θα μπορούσε να αποτελεί εγγύηση για την ειρήνη –πράγμα που έδινε ηθικό περιεχόμενο στις συναλλαγές, οι οποίες στηρίζονταν στην πίστη και στην αξία του «λόγου». Ο γενικός πληθυσμός φοβάται από τα ιλιγγιώδη νούμερα και τη γραφειοκρατία του χρήματος και δεν κατανοεί τους λόγους για τους οποίους θα πρέπει να φορέσει τον, κατά τον Μίλτον Φρίντμαν, «χρυσό ζουρλομανδύα». Κατανοεί όμως την ουσία, όπως εκπληκτικά τη συνοψίζει ο Μαζάουερ: «Στόχος των χρηματοπιστωτικών αγορών είναι η διαφύλαξη των κερδών και η κοινωνικοποίηση των ζημιών».
Η πρόκληση είναι ιστορικής σημασίας. Και ο Μαζάουερ λειτουργεί όχι μόνον ως ιστορικός αλλά και ως παρεμβατικός διανοούμενος, όπως άλλωστε αποδεικνύεται και από την αρθρογραφία του στους «Financial Times».
Το
Κυβερνώντας τον κόσμο είναι ένα σπουδαίο βιβλίο γραμμένο από τον καλύτερο ιστορικό της γενιάς του και έναν από τους πιο σπουδαίους φίλους που διαθέτει διεθνώς η αγρίως ταλαιπωρημένη χώρα μας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ