Αν στο τέλος του τρέχοντος έτους οι αγορές των ΗΠΑ και της Ευρώπης κλείσουν με κέρδη για πρώτη φορά μετά το 1999, τότε η τρέχουσα χρονική περίοδος ενδεχομένως να αποδειχθεί ο καταλύτης. Η Γουόλ Στριτ και τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια έχουν σχεδόν φθάσει στα επίπεδα στα οποία ξεκίνησαν το 2003.


Το αγοραστικό ενδιαφέρον για μετοχές από το έξυπνο χρήμα και η εντυπωσιακή πίστη των επενδυτών ότι οι επόμενοι μήνες θα επιβεβαιώσουν πως η αμερικανική οικονομία και ο επιχειρηματικός τομέας των ΗΠΑ καταγράφουν σημαντική βελτίωση βοήθησαν τη Γουόλ Στριτ να καταγράψει πρώτες οριακές απώλειες σε έξι εβδομάδες. H αισιοδοξία των επενδυτών, στηριζόμενη από υψηλά ποσά ρευστού, πάντα θα αποτελεί τον ισχυρότερο συνδυασμό στήριξης μιας σταθερά ανοδικής πορείας που ξεκίνησε με τη λήξη του πολέμου στο Ιράκ και την πτώση των τιμών πετρελαίου.


Οι απώλειες, παρ’ ότι οριακές, στη Γουόλ Στριτ προβληματίζουν. Και στην περίπτωση που υποδηλώνουν μία αναγκαία ανάσα μετά το πρόσφατο ισχυρό ράλι, είναι υγιείς· στην περίπτωση όμως που υποδηλώνουν κόπωση των επενδυτών, τότε θα χρειαστεί μία βελτίωση των μεγεθών.


Κρίσιμη στήριξη στις αμερικανικές αγορές έδωσε ο πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών (Fed) Αλαν Γκρίνσπαν. Καταθέτοντας στην Κοινή Οικονομική Επιτροπή του Κογκρέσου, ο κεντρικός τραπεζίτης περιέγραψε τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού ως «αμελητέο» και διαβεβαίωσε ότι η Fed έχει όλα τα νομισματικά όπλα για τον αντιμετωπίσει. Ο κ. Γκρίνσπαν εξέφρασε επίσης την αισιοδοξία του για τις προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας παρά το γεγονός ότι είναι αρκετά νωρίς μετά τον πόλεμο στο Ιράκ να κάνει, όπως δήλωσε, μία «ακριβή εκτίμηση» της τρέχουσας υγείας της οικονομίας.


Το άλμα του ευρώ όμως τεστάρει την αντοχή των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων. Παρά το γεγονός ότι την κατεύθυνση των ευρωπαϊκών αγορών υπαγορεύει κυρίως η πορεία της Γουόλ Στριτ, πληθαίνουν οι ανησυχίες ότι τα χρηματιστήρια της Ευρώπης σύντομα θα αρχίσουν να πληρώνουν το τίμημα της μεγάλης ανόδου του ευρώ. H μείωση της ανταγωνιστικής θέσης των ευρωπαϊκών προϊόντων στις παγκόσμιες αγορές προστίθεται στο υψηλότερο κόστος που ήδη έχουν οι επιχειρήσεις της Ευρώπης εξαιτίας της μεγαλύτερης φορολογίας.


«H σύνδεση μεταξύ των ευρωπαϊκών και αμερικανικών μετοχών είναι πολύ ισχυρότερη απ’ ό,τι η σύνδεση μεταξύ του ευρώ και των ευρωπαϊκών μετοχών» επισημαίνει ο Μάικλ Χάρνετ, στρατηγικός αναλυτής της Merrill Lynch στο Λονδίνο. Προειδοποιεί όμως ότι «αν το ευρώ συνεχίσει να ισχυροποιείται, ενώ οι τιμές των αμερικανικών μετοχών και του πετρελαίου σταθεροποιηθούν, τότε θα επιδεινωθεί το περιβάλλον για τις ευρωπαϊκές μετοχές». H Τζάνετ Λίαρ, στρατηγική αναλύτρια της Deutsche Bank του Λονδίνου, επίσης προειδοποιεί: «Αν το ευρώ συνεχίζει να ανεβαίνει με αυτούς τους ρυθμούς, δεν υπάρχει περιθώριο περαιτέρω ανόδου των μετοχών».