Οι 79.000 πολυεθνικές εταιρείες ελέγχουν 790.000 εταιρείες σε όλον τον κόσμο
Oι Αμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) στον κόσμο έφθασαν σε νέα ρεκόρ το 2007, ενώ η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση μόλις τώρα αρχίζει να τις επηρεάζει και όχι καθοριστικά, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του οργανισμού του ΟΗΕ για το εμπόριο (UΝCΤΑD) που παρουσιάστηκε χθες στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος. Οι εισροές ξένων επενδύσεων με μακροχρόνια παραγωγική σχέση (στις οποίες επομένως αποκλείονται οι απλώς χρηματοπιστωτικές ή κερδοσκοπικές συμμετοχές) ξεπέρασαν το 2007 τα 1,8 τρισ. δολάρια, καθοδηγούμενες κυρίως από τις διασυνοριακές εξαγορές και συγχωνεύσεις (οι οποίες από μόνες τους ξεπέρασαν τα 1,6 τρισ. δολάρια). Η τελευταία δραστηριότητα άρχισε να κάμπτεται μέσα στο 2008 και ο οργανισμός υπολογίζει ότι συνολικά εφέτος οι εισροές ΑΞΕ στον κόσμο θα γνωρίσουν κάμψη γύρω στο 10% και θα διαμορφωθούν στα επίπεδα των 1,6 τρισ. δολαρίων. Ωστόσο η μείωση αυτή είναι σχετικά περιορισμένη, δεδομένων των ετήσιων ρυθμών ανάπτυξης των ξένων επενδύσεων, που τα τελευταία 20 χρόνια αναπτύσσονται με μέσους ετήσιους ρυθμούς άνω του 20%. Στην προηγούμενη ύφεση στις αρχές της δεκαετίας η κάμψη ήταν πολύ υψηλότερη (-26% το 2002).
Οπως διαπιστώνει η έκθεση, όχι μόνο η διεθνοποίηση της παραγωγής που συμπυκνώνει η δραστηριότητα των ΑΞΕ μοιάζει πολύ κερδοφόρα, ιδιαίτερα κατά τον τελευταίο κύκλο, αλλά στις σημερινές συνθήκες οι επιπτώσεις της σημερινής κρίσης «στη δυνατότητα των εταιρειών να επενδύουν στο εξωτερικό μοιάζει τώρα πολύ περιορισμένη. Καθώς οι πολυεθνικές στις περισσότερες βιομηχανίες διαθέτουν ρευστότητα για να χρηματοδοτήσουν τις επενδύσεις τους, πράγμα που αντικατοπτρίζεται στα υψηλά εταιρικά τους κέρδη, η επίπτωση ήταν μικρότερη από την αναμενόμενη». Ακόμη, η εφετινή κάμψη αναμένεται να αφορά κυρίως τις αναπτυγμένες χώρες, καθώς οι αναπτυσσόμενες μοιάζουν να βρίσκονται σε πιο σταθερή οικονομική τροχιά. «Οι ροές ΑΞΕ προς τις αναπτυσσόμενες χώρες ως σύνολο θα παραμείνουν μάλλον σταθερές.Η κύρια κάμψη θα αφορά τις εξαγορές και συγχωνεύσεις» εξήγησε ο διοικητής της UΝCΤΑD Σουπατσάι Πανιτσπάκντι. Επιπλέον, το 30% των εισροών ΑΞΕ γίνεται πλέον με επανεπένδυση των κερδών από τις θυγατρικές ή συνδεδεμένες εταιρείες, που καταγράφουν «υψηλότερα κέρδη-περίπου 1,1 τρισ.δολάρια το 2007». Τα κέρδη αυτά, άλλωστε, παρατηρεί η έκθεση, «παράγονται όλο και περισσότερο στις αναπτυσσόμενες από ό,τι στις αναπτυγμένες χώρες».
Βέβαια, η σημαντική υποχώρηση του δολαρίου την τελευταία περίοδο έχει «τονώσει τις ΑΞΕ προς τις ΗΠΑ,ιδιαίτερα από την Ευρώπη» . Ωστόσο γενικότερα οι ΑΞΕ στον κόσμο σε συντριπτικό ποσοστό αφορούν τον ίδιο τον αναπτυγμένο κόσμο, από τον οποίο υπολογίζεται ότι πηγάζει το 1,7 τρισ. δολάρια ετησίως και στον οποίο καταλήγει το μεγαλύτερο μέρος των εισροών, περίπου 1,25 τρισ. δολάρια. Οι εισροές ΑΞΕ στις αναπτυσσόμενες χώρες γνώρισαν πραγματική αλλά μικρότερη ανάπτυξη πέρυσι (21%), ενώ στις πιο φτωχές χώρες, αυτές που θα είχαν θεωρητικά τη μεγαλύτερη ανάγκη, οι εισροές κεφαλαίων κατέγραψαν επίσης ρεκόρ, στα επίπεδα όμως των περίπου ασήμαντων 13 δισ. δολαρίων! Σύμφωνα με τις μετρήσεις του οργανισμού, το βάρος των πολυεθνικών εταιρειών στην παραγωγή της σημερινής παγκόσμιας οικονομίας έχει αυξηθεί σημαντικά. Οι περίπου 79.000 πολυεθνικές εταιρείες που καταγράφονται ελέγχουν περίπου 790.000 εταιρείες στο εξωτερικό (με τη μορφή θυγατρικών ή συνδεδεμένων εταιρειών). Οι τελευταίες από μόνες τους υπολογίζεται ότι απασχολούν πάνω από 80 εκατομμύρια εργαζομένους, ενώ πραγματοποιούν περίπου το 11% του παγκόσμιου ΑΕΠ (το οποίο πέρυσι έφθασε στα 54 τρισ. δολάρια), με τζίρο ή πωλήσεις που ανέρχονται σε 31 τρισ. δολάρια ετησίως.
Ενα αυξανόμενο τμήμα αυτής της παραγωγής και της εκροής ΑΞΕ αφορά πολυεθνικές της Ασίας, χάρη στις οποίες κυρίως οι αναπτυσσόμενες χώρες κατέγραψαν ρεκόρ τοποθετήσεων κεφαλαίων στο εξωτερικό πέρυσι στα 253 δισ. δολάρια. Ωστόσο για μεγάλο τμήμα του αναπτυσσόμενου κόσμου, ακόμη και πέρα από τις πιο φτωχές χώρες που ούτως ή άλλως είναι «περιθωριοποιημένες» όπως γράφει η έκθεση, οι διεθνείς επενδύσεις δεν αποδεικνύονται πάντοτε επωφελείς για τις τοπικές οικονομίες. Η έκθεση αναρωτιέται ειδικότερα για τη δυνατότητα της διεθνούς επένδυσης να αναπτύξει τις υποδομές μιας χώρας. «Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, οι αναπτυσσόμενες χώρες επενδύουν ετησίως κατά μέσον όρο το 3%-4% του ΑΕΠ τους σε υποδομή. Θα έπρεπε όμως να επενδύουν περίπου το 7%9% για να επιτύχουν τους στόχους της ανάπτυξης και της μείωσης της φτώχειας».