Η Στεφανί Λατ Αμπνταλά, διευθύντρια Ερευνών στο γαλλικό Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, CNRS (CéSor–EHESS), ειδική σε θέματα Παλαιστίνης και συγγραφέας του πρόσφατου έργου «Γάζα, ένας αποικιακός πόλεμος» (Actes Sud, 2025), σχολιάζει στο «Βήμα» τη σημασία και τους περιορισμούς της αναγνώρισης του παλαιστινιακού κράτους από τη Γαλλία.
Τι ώθησε τον πρόεδρο Μακρόν να αποφασίσει να αναγνωρίσει το παλαιστινιακό κράτος;
«Η φρικτή κατάσταση στη Γάζα, ο λιμός που οργανώνεται από την ισραηλινή κυβέρνηση και η ολοένα αυξανόμενη αναγνώριση του γεγονότος ως γενοκτονία, από διεθνείς οργανισμούς, νομικούς και ιστορικούς του Ολοκαυτώματος. Επιπλέον, η στάση του Νετανιάχου και της υπερεθνικιστικής κυβέρνησής του που είναι πλήρως αντίθετη προς το διεθνές δίκαιο. Δεν θα σταματήσουν ούτε τον πόλεμο ούτε αυτό που αποκαλώ “δολοφονία του μέλλοντος” (futuricide) της Παλαιστίνης χωρίς ισχυρή διεθνή πίεση. Παρότι η αναγνώριση δεν αρκεί, αποτελεί ωστόσο έναν τρόπο διπλωματικής απομόνωσης της ισραηλινής κυβέρνησης και των ΗΠΑ που τη στηρίζουν άνευ όρων. Ηδη 148 από τα 193 κράτη-μέλη του ΟΗΕ έχουν αναγνωρίσει την Παλαιστίνη. Με αυτή την πρωτοβουλία, οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να βρεθούν μόνες στο Συμβούλιο Ασφαλείας – αφού και η Βρετανία και ο Καναδάς τάσσονται υπέρ, έστω υπό όρους. Πιο κυνικά, ίσως είναι και ένας τρόπος να δράσει η Γαλλία, χωρίς να αναγνωρίσει επίσημα τη γενοκτονία».
Γιατί η αναγνώριση δεν συνέβη νωρίτερα;
«Από την εποχή της προεδρίας Σαρκοζί, η γαλλική πολιτική στην Παλαιστίνη και στον αραβικό κόσμο υπήρξε άτολμη και απρόθυμη στο να επιβάλει την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου. Η αναγνώριση θα έπρεπε να είχε συμβεί πολύ νωρίτερα και σίγουρα δεν επαρκεί πλέον στη σημερινή συγκυρία. Στο κοινό κείμενο 17 κρατών, κατά τη διάσκεψη της Γαλλίας και της Σαουδικής Αραβίας (28-30 Ιουλίου), λείπουν οι δεσμευτικοί μηχανισμοί για την κατοχύρωση παλαιστινιακής κυριαρχίας, και η αναφορά στο διεθνές δίκαιο μοιάζει περισσότερο με ρητορικό σχήμα παρά με πραγματική δέσμευση».
Η απόφαση του Μακρόν εντάσσεται σε μια ιστορική γραμμή της γαλλικής εξωτερικής πολιτικής;
«Ναι, υπό την έννοια ότι η Γαλλία παραδοσιακά στηρίζει τη λύση των δύο κρατών. Ωστόσο, σήμερα υπάρχουν και άλλες προτάσεις, τόσο από Παλαιστίνιους όσο και από Ισραηλινούς, για ένα ενιαίο δημοκρατικό κράτος (π.χ. η πρωτοβουλία One Democratic State) ή διάφορες μορφές συνομοσπονδίας (όπως το A Land for All). Ο προσδιορισμός της μελλοντικής κρατικής μορφής είναι δικαίωμα αυτοδιάθεσης του παλαιστινιακού λαού. Πάντως, οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η λύση των δύο κρατών παραμένει η ευρύτερα αποδεκτή».
Θα αλλάξει κάτι με την απόφαση της Γαλλίας, δεδομένου ότι η αναγνώριση της Παλαιστίνης από άλλες χώρες όπως η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Νορβηγία δεν είχε αποτέλεσμα;
«Στα τέλη Ιουλίου, η Κνεσέτ υιοθέτησε απόφαση υπέρ της προσάρτησης της Δυτικής Οχθης. Οι ισραηλινοί ηγέτες δηλώνουν ανοιχτά την πρόθεσή τους για πλήρη κατοχή της Λωρίδας της Γάζας. Η απλή αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους δεν αρκεί. Χωρίς μηχανισμούς επιβολής κυρώσεων, η κατάσταση δεν θα αλλάξει. Η γενοκτονία και η διαγραφή της Παλαιστίνης συντελούνται ήδη. Η ισραηλινή κυβέρνηση πρέπει να απομονωθεί όπως έγινε με το καθεστώς του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική, να της επιβληθούν οικονομικές και νομικές κυρώσεις».
Στο πρόσφατο βιβλίο σας υποστηρίζετε ότι οι ισραηλινές επιθέσεις στη Γάζα εντάσσονται σε μια αποικιακή λογική. Τι εννοείτε;
«Η επέκταση των εποικισμών, οι εκτοπίσεις πληθυσμών, η πολιτική της προσάρτησης που εφαρμόζει το Ισραήλ στη Δυτική Οχθη και η επιθυμία του να ελέγξει τη Γάζα, συνιστούν έναν κλασικό μηχανισμό αποικιοκρατίας διά του εποικισμού. Σε αντίθεση με την παραδοσιακή αποικιοκρατία, η οποία βασίζεται στην οικονομική εκμετάλλευση, η αποικιοκρατία διά του εποικισμού στοχεύει στην πλήρη αντικατάσταση του αυτόχθονος πληθυσμού. Οι έποικοι επιδιώκουν να εμφανιστούν ως οι “αυτόχθονες”, εξοστρακίζοντας και αποσιωπώντας τους πραγματικούς. Πρόκειται για μια “συνεχιζόμενη Νάκμπα” – ένα δομικό και διαρκές καθεστώς βίαιης εκτόπισης που δεν σταμάτησε το 1948, αλλά συνεχίζεται μέχρι σήμερα».



