Οι προεδρικές εκλογές τον ερχόμενο Οκτώβριο στη Βραζιλία όπου ο πρόεδρος Ζαΐχ Μπολσονάρου θα επιδιώξει να επανεκλεγεί έναντι του αριστερού και δημοφιλούς πρώην προέδρου Λούλα ντα Σίλβα, θα είναι από τις λίγες που θα τραβήξουν τόσο πολύ την παγκόσμια προσοχή. Θα είναι μια αναμέτρηση των άκρων, ένα βαρόμετρο κατά τους αναλυτές για τη βιωσιμότητα της λαϊκίστικης πολιτικής στη χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Και μπορεί ο Μπολσονάρου να δηλώνει ότι «μόνο ο Θεός είναι ικανός να τον πάρει από την εξουσία», όμως η δημοτικότητά του έχει κατακρημνιστεί. Τόσο εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο διαχειρίστηκε την πανδημία, η οποία έχει στοιχίσει τη ζωή σε 619.000 Βραζιλιάνους, όσο και του αυξανόμενου πληθωρισμού, αλλά και μιας άνευ προηγουμένου ξηρασίας που όχι μόνο εμπόδισαν την ανάκαμψη από την πανδημία, αλλά έβαλαν την οικονομία της χώρας σε τροχιά τεχνικής ύφεσης τον περασμένο μήνα.
Αναλυτές θεωρούν δεδομένη την ήττα του, γεγονός που όπως επισημαίνουν θα σηματοδοτήσει μια περίοδο έντασης στη χώρα σε περίπτωση που – όπως το πολιτικό του ίνδαλμα Ντόνανλτ Τραμπ – δεν αποδεχθεί το αποτέλεσμα. Εχει δηλώσει άλλωστε ότι δεν θα παραδώσει την εξουσία στον νικητή των εκλογών εάν η διαδικασία είναι νοθευμένη, δημιουργώντας εύλογες ανησυχίες για την πολιτική ομαλότητα την επομένη των εκλογών.