Ηγετικά μέλη της αστυνομικής «μαφίας» που είχε δράσει κυρίως την περίοδο 2015-2020, δύο κατασκευαστές κατοικιών, δικηγόρος που αποτελεί «γέφυρα» μεταξύ πολεοδομικών υπηρεσιών, αστυνομικών και επιχειρηματιών και τοπογράφος (συγγενής ενός εξ αυτών) φέρεται να σχετίζονται – σύμφωνα με μαρτυρίες κι έγγραφα που αποκαλύπτει «Το Βήμα της Κυριακής» – με τη μαζική κατασκευή αυθαίρετων κτισμάτων στη Μύκονο, τις εξοντωτικές πιέσεις σε κρατικούς λειτουργούς αλλά και στους πολίτες που θέλουν να αποφευχθεί η ολοκληρωτική καταστροφή του «νησιού των ανέμων».

Πολλοί υποψήφιοι για την κατασκευή παρανόμων κατοικιών ή κέντρων διασκέδασης γνωρίζουν ότι θα απευθυνθούν σε αυτό το ύποπτο ενοποιημένο «σύστημα» που θα αναλάβει από την ανέγερση των κτισμάτων μέχρι τον τρόπο υπέρβασης των εμποδίων από τις πολεοδομικές υπηρεσίες, τους τυχόν ελέγχους της ΕΛ.ΑΣ. κ.λπ. Μία κατάσταση που λαμβάνει δραματικές διαστάσεις μετά τον ξυλοδαρμό προ ενός μηνός του αρχαιολόγου Μανώλη Ψαρρού, τις απειλές εναντίον συναδέλφου του και τις διαπιστώσεις σωρείας παρανομιών στο νησί.

«Σκοτεινά κεφάλαια»

Οπως εκτιμούν υψηλόβαθμοι αξιωματικοί, το κύριο πρόβλημα στο κοσμικό νησί με τους 1.500.000 επισκέπτες ετησίως είναι ότι επενδύονται, πέρα από χρήματα νόμιμων επιχειρηματιών, ολοένα και περισσότερο «σκοτεινά κεφάλαια» από ύποπτες δραστηριότητες στη χώρα μας αλλά και διεθνώς. Το «κανάλι» είναι οι αγορές πολυτελών κατοικιών, μπαρ κ.λπ. μέσω κυρίως offshore εταιρειών και αφανών συμμετοχών σε διάφορα εταιρικά σχήματα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας εκ των επιχειρηματιών που φέρεται να ελέγχεται για πολεοδομικές παραβάσεις (σύμφωνα με τους φακέλους που έχουν αναδειχθεί προσφάτως) είχε κατηγορηθεί προ αρκετών ετών για λαθρεμπόριο πετρελαίου ποσότητας 60.000 λίτρων, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν τα απαραίτητα παραστατικά αγοράς. Ως συνεργάτης του είχε εντοπισθεί τότε ελεγκτής του υπουργείου Οικονομικών που τον υποβοηθά και σήμερα στις επιχειρήσεις του στο συγκεκριμένο νησί των Κυκλάδων.
Ακόμη σε διαδοχικές επενδύσεις σε 20 τουλάχιστον οικήματα και διάφορα μαγαζιά της Μυκόνου με καταβολή τεράστιων χρηματικών ποσών, σχεδόν διπλάσιων των πραγματικών αξιών τους, προχωρούν το τελευταίο χρονικό διάστημα κι άλλοι επιχειρηματίες που είχαν ελεγχθεί για συμμετοχή στο εγχώριο οργανωμένο έγκλημα ή και για ξέπλυμα χρήματος.

Υποπτες επαφές

Το πρόβλημα εδώ είναι ότι, σύμφωνα με υψηλόβαθμα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ., ορισμένοι από τους αστυνομικούς που πλαισιώνουν τις τοπικές υπηρεσίες έχουν ήδη αποκτήσει ύποπτες επαφές στο νησί, δεν καταγράφουν πολεοδομικές παραβάσεις (όπως παράνομες επανενάρξεις οικοδομικών εργασιών μετά από απαγορεύσεις), προχωρούν σε πλημμελείς ελέγχους σε μαγαζιά για ηχορρυπάνσεις κι άλλες παραβιάσεις ή λαμβάνουν αμοιβές από υπευθύνους διοργάνωσης πριβέ πάρτι σε υπενοικιασθείσες βίλες του νησιού για να μην πραγματοποιούνται εκεί έλεγχοι ύστερα από καταγγελίες περιοίκων ή για τυχόν ανευρέσεις ναρκωτικών κ.λπ. Πρόκειται για έναν τεράστιο κύκλο συμφερόντων κι επακόλουθων διαμαχών που σχετίζεται με τις οικιστικές αυθαιρεσίες, την ηχορρύπανση, μέχρι και τις κινήσεις βαν που μεταφέρουν τουρίστες και χαρακτηρίζονται παράνομα από επαγγελματίες του νησιού με επακόλουθες προστριβές για τα πρόστιμα που επιβάλλονται. Στο κάδρο μπαίνει και η διακίνηση ναρκωτικών μέχρι τη δράση σπειρών διαρρηκτών που λυμαίνονται τα νησιά, τις «προστασίες» πολλών μαγαζιών κι άλλα.

«Τυφλοί» έλεγχοι

Οπως ανέφεραν υψηλόβαθμα στελέχη της Κατεχάκη, «στη Μύκονο την τελευταία δεκαετία έδιναν το «παρών» πρώην και νυν αστυνομικοί που σχετίζονταν με το κύκλωμα διαφθοράς της ΕΛ.ΑΣ. που είχε αναδειχθεί εν μέρει από ορισμένες αποσπασματικές έρευνες της ΕΥΠ αλλά και προσφάτως από έρευνα της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της Αστυνομίας. Το σύστημα αυτό, που είχε υψηλές προσβάσεις σε υπουργούς κι υπηρεσιακούς παράγοντες κυρίως την περίοδο του ΣΥΡΙΖΑ, είχε αποκτήσει επαφές με το προαναφερόμενο σύστημα κατασκευαστών, δικηγόρου, τοπογράφου, πολεοδόμων σε νησιά του Αιγαίου ώστε να μένουν ανενόχλητες οι αυθαιρεσίες στη Μύκονο.

Ορισμένοι από τους προαναφερόμενους σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους περηφανεύονταν για τις γνωριμίες που είχαν με ανώτατους αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. Ακόμη το ίδιο σύστημα φαίνεται να ήλεγχε τμήμα των τοπικών αστυνομικών υπηρεσιών ώστε οι αστυνομικοί έλεγχοι να ήταν «τυφλοί», αραιοί ή και κατευθυνόμενοι. Υπήρχαν αποσπασμένοι αστυνομικοί που έρχονταν κατόπιν άνωθεν εντολών κάθε καλοκαίρι στο νησί, έβρισκαν από την άνοιξη καταλύματα εκεί και λειτουργούσαν ως «τοποτηρητές» για τη διευκόλυνση, έναντι μεγάλης αμοιβής, των παρανομιών».