Οι πρόσφατες πολλαπλές εκλογικές αναμετρήσεις στην Ελλάδα δημιούργησαν ένα γόνιμο πεδίο για αναστοχασμό περί πολιτικής και προβληματισμό περί πολιτικών. Παρά τη χαμηλή σε σχέση με το παρελθόν συμμετοχή του εκλογικού σώματος στις εκλογικές διαδικασίες και τα μεγάλα ποσοστά αποχής τα αποτελέσματα των εκλογικών αναμετρήσεων ανέδειξαν πτυχές της κοινωνικής πραγματικότητας που ενδεχομένως ελάνθαναν της προεκλογικής στρατηγικής των κομματικών μηχανισμών τόσο των «νικητών» όσο και των «ηττημένων».

Τα αποτελέσματα των εθνικών, αυτοδιοικητικών και εσωκομματικών εκλογικών αναμετρήσεων των τελευταίων μηνών εμπεριείχαν εκπλήξεις και ανατροπές και αποτύπωσαν τόσο την εμπέδωση ποικίλων κανονικοτήτων όσο και την ρευστότητα συγκεκριμένων παραμέτρων της πραγματικότητας και των βιωμάτων της ελληνικής κοινωνίας σήμερα. Και πρέπει να μελετηθούν και να αναλυθούν προσεκτικά και επιμελώς από όσους ενδιαφέρονται να συμβάλλουν με τον οποιονδήποτε τρόπο στη διαμόρφωση της επόμενης μέρας.

Ως προς την Αριστερά και τον προοδευτικό χώρο η αναμέτρηση με λανθάνουσες πτυχές της πραγματικότητας αποτυπώθηκε εκλογικά με ακόμη πιο έντονο τρόπο. Η υποχώρηση των εκλογικών ποσοστών συνολικά σε συνδυασμό μάλιστα με την εκρηκτική αύξηση των αντίστοιχων εκλογικών ποσοστών του συντηρητικού χώρου και της Ακροδεξιάς και με την εντυπωσιακή ανατροπή που καταγράφηκε στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ επέφεραν πολλαπλά σοκ στο κομματικό ανθρώπινο δυναμικό. Και είναι εύκολα κατανοητό και αναμενόμενο ότι η συνθήκη του σοκ προκάλεσε σε πρώτη φάση μια έκρηξη ταυτοτικών διερωτήσεων και προβληματισμών.

Oμως πέρα και παράλληλα από την απολύτως δικαιολογημένη ταυτοτική κρίση, είναι σαφές σήμερα ότι οι εκλογικές διαδικασίες ανέδειξαν ένα νέο πολιτικό σκηνικό και νέες κοινωνικές συνθήκες και συσχετισμούς. Αυτό το νέο πολιτικό σκηνικό αλλά και οι παροντικές κοινωνικές συνθήκες παραμένουν εν πολλοίς ακόμα αδιερεύνητα πεδία τόσο για τα κομματικά επιτελεία όσο και για τις αντίστοιχες κοινότητες παραγωγής γνώσης στον χώρο των κοινωνικών και πολιτικών επιστημών. Ποια είναι σήμερα τα χαρακτηριστικά, οι ανάγκες, τα βιώματα, οι προσδοκίες και οι φόβοι της των συμπολιτών μας που αποφάσισαν να συμμετάσχουν στις εκλογικές διαδικασίες, αλλά και των εξίσου πολλών που αποφάσισαν να απέχουν;

Ζούμε σήμερα σε μια περίοδο που έπεται της μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης που ξεκίνησε το 2008 και η έξοδος από εκείνη την περίοδο επισφάλειας χαρακτηρίζεται από επίσης έντονες κρίσεις που επηρεάζουν άμεσα και δυναμικά την καθημερινότητα των ανθρώπων. Πώς διαμορφώνονται τα βιώματα της διακινδύνευσης του βιοτικού επιπέδου με κύρια έκφραση τη μείωση εισοδημάτων σε σχέση με το κόστος της ζωής; Πώς μας επηρεάζουν ως πολίτες η διεθνής πολιτική αστάθεια και οι πόλεμοι; Πως εμείς οι πολλοί – εμείς που ανήκουμε στα μεσαία και χαμηλότερα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας – διαχειριζόμαστε στην καθημερινή μας ζωή τους μετασχηματισμούς βασικών πυλώνων του κοινωνικού βίου όπως οι δομές δημόσιας υγείας και εκπαίδευσης; Πώς ανταποκρινόμαστε στις νέες επισφάλειες που διαμορφώνουν οι περιβαλλοντικές καταστροφές; Πώς καλούμαστε να διαμορφώσουμε και να προστατεύσουμε τη ζωή μας μέσα σε συνθήκες έκρηξης της καθημερινής βίας στον δρόμο, στα σχολεία, στις οικογενειακές εστίες μας; Και πολλά άλλα ερωτήματα που αφορούν τα σύγχρονα βιώματα των πολλών της ελληνικής κοινωνίας στην καθημερινή μας ζωή.

Στην Ελλάδα, αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Αριστερά και ο ευρύτερος προοδευτικός χώρος σήμερα βρίσκονται απέναντι σε ένα αμείλικτο και δυσεπίλυτο ερώτημα: πως μπορεί να βελτιωθεί η ζωή των πολλών ανθρώπων της σύγχρονης κοινωνίας εντός του καπιταλισμού; Ποιες είναι οι πολιτικές που θα μπορούσαν να συμβάλλουν προς αυτή την κατεύθυνση εντός της σημερινής παγκόσμιας οικονομικής και πολιτικής συγκυρίας; Ποιες θα ήταν οι μεταρρυθμιστικές ή ριζοσπαστικές απτές πολιτικές που θα θεράπευαν τις κοινωνικές ανάγκες όπως αυτές αναδεικνύονται από τα πραγματικά βιώματα των μεσαίων και χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων; Και ποιο θα ήταν ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο που διασφάλιζε την υλοποίηση τέτοιων πολιτικών μεσοπρόθεσμα;

Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα είναι ιδιαιτέρως δύσκολη και απαιτητική. Συγκροτεί σήμερα ένα έλλειμμα όχι τόσο πολιτικής όσο πολιτικών, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. Η αναμέτρηση με το ζητούμενο εναλλακτικών δημοσίων πολιτικών με στόχο την καλύτερη ζωή των πολλών εν μέσω των αντιφάσεων του κοινωνικού ανταγωνισμού απαιτεί εντατική και συστηματική εργασία, καθολική κινητοποίηση των γνωσιακών κοινοτήτων και του κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού, υψηλή συμμετοχικότητα και επιτελική οργάνωση. Αν, ως υπόθεση εργασίας, θέσουμε στο επίκεντρο της πολιτικής ζύμωσης, του στοχασμού και της δράσης, τα σύγχρονα βιώματα της καθημερινής ζωής των ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων, τη θεραπεία των πιεστικών αναγκών των πολλών και την παραγωγή αντίστοιχων δημοσίων πολιτικών, τότε τι μορφή θα μπορούσαν και θα έπρεπε να πάρουν οι κομματικές δομές και οι οργανωτικοί μηχανισμοί της Αριστεράς ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτόν τον ρόλο; Eνα ακόμη δύσκολο ερώτημα, αλλά και αναπόφευκτο τουλάχιστον για όσους και όσες με επίγνωση του παρελθόντος παραμένουμε προσανατολισμένοι προς το μέλλον.

Η κυρία Ιωάννα Λαλιώτου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.