Ο κύβος ερρίφθη για τον κατώτατο μισθό. «Σήμερα, το Υπουργικό Συμβούλιο, ενέκρινε την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 830 ευρώ και του κατώτατου ημερομισθίου στα 37,07 ευρώ. Πρόκειται για μια γενναία αύξηση κατά 50 ευρώ μηνιαίως, με την οποία η Κυβέρνηση εκπληρώνει τη δέσμευσή της για καλύτερους μισθούς για τους συμπολίτες μας», είπε η Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Δόμνα Μιχαηλίδου, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.

Η Δόμνα Μιχαηλίδου, υπογράμμισε, ότι με τη νέα γενναία αύξηση στον κατώτατο μισθό, την τέταρτη διαδοχική από το 2019, που θα εφαρμοστεί από την 1η Απριλίου, έχουν προστεθεί τρεις επιπλέον μισθοί στο εισόδημα των εργαζομένων. Μάλιστα όπως τόνισε η αύξηση των εισοδημάτων των εργαζομένων από το 2019 μέχρι σήμερα αποτυπώνεται και στη μείωση του ποσοστού των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.

«Το 2019 το ποσοστό των εργαζομένων που αμείβονταν με τον κατώτατο μισθό ήταν στο 27%. Σήμερα το ποσοστό αυτό έχει υποχωρήσει στο 22%. Πρόκειται για μια σημαντική βελτίωση που είναι πολλαπλάσια αν αναλογιστούμε ότι το διάστημα αυτό έχουν προστεθεί στο εργατικό δυναμικό της χώρας 400.000 περισσότεροι εργαζόμενοι σε σχέση με το 2019» είπε.

Τα δεδομένα για τον κατώτατο μισθό

Τι σημαίνουν πρακτικά όμως όσα ανακοίνωσε η κυβέρνηση; Από την 1η Απριλίου ο κατώτατος μισθός θα είναι 830 ευρώ μικτά, δηλαδή 705, 96 ευρώ καθαρά. Η συγκεκριμένη αύξηση επηρεάζει και όσους έχουν κατοχυρώσει τριετίες.

Η πρώτη τριετία είναι στα 913 ευρώ μικτά, δηλαδή 761,73 ευρώ καθαρά, η δεύτερη στα 996 ευρώ μικρά, δηλαδή 817,47 ευρώ καθαρά, και η τρίτη στα 1.079 ευρώ μικτά που μεταφράζονται σε 871,8 ευρώ καθαρά.

Στα παραπάνω ποσά μπορεί να έχουν έχουμε αυξήσει και εξαιτίας άλλων παραγόντων. Αν κάποιος είναι έγγαμος, αν έχει παιδί κλπ κλπ.

Διαμαρτυρίες από τους συνδικαλιστές

«Κατώτατο μισθό αναντίστοιχο των αναγκών των εργαζομένων ανακοίνωσε η κυβέρνηση» αναφέρει η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) και σημειώνει ότι αυτή η αύξηση σε καμία περίπτωση δεν διασφαλίζει συνθήκες, στις οποίες ένας εργαζόμενος που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό δεν θα βρίσκεται κάτω από το κατώφλι της φτώχειας και θα έχει ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο.

Παράλληλα, η Συνομοσπονδία υπενθυμίζει ότι έχει λάβει απόφαση και διοργανώνει, με δράσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη σε όλη τη χώρα, Γενική Απεργία στις 17 Απριλίου 2024.

Σε ανάλογο μήκος κύματος και η ανακοίνωση που εξέδωσε το ΠΑΜΕ: «Η κυβέρνηση της ΝΔ, αξιοποιώντας τον άθλιο μνημονιακό νόμο Βρούτση – Αχτσιόγλου, ανακοίνωσε για άλλη μια χρόνια την απαράδεκτη πολιτική της απόφαση να κρατήσει τον κατώτερο ονομαστικό μεικτό μισθό καθηλωμένο στα 830€, επιβάλλοντας με το έτσι θέλω στην πλειοψηφία των εργαζομένων να ζουν με 714€ καθαρά το μήνα.

Και αυτό όταν τα τελευταία χρόνια το κόστος ζωής έχει διπλασιαστεί. Με τεράστιες ανατιμήσεις στα τρόφιμα, στα έλαια και στα γαλακτοκομικά προϊόντα, στα βρεφικά ήδη και στα ήδη προσωπικής υγιεινής, στα ενοίκια και στις δόσεις δανείων, στην ενέργεια και στα καύσιμα, με αποτέλεσμα η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων να έχει καταρρεύσει. Με βάση στοιχεία της EUROSTAT οι Έλληνες έκλεισαν το 2022 με αγοραστική δύναμη 18,2% χαμηλότερη από το 2000».

ΒΕΑ: Ανάσα για τους εργαζόμενους, επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις

«Η νέα αύξηση κατώτατου μισθού στα 830 ευρώ, θα έπρεπε να έχει σχεδιαστεί με καταλληλότερο τρόπο για την εθνική οικονομία, με ταυτόχρονη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, ώστε να ωφεληθούν τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι επαγγελματίες».

Αυτό αναφέρει σε ανακοίνωσή του το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας ενώ προσθέτει ότι είναι, σαφέστατα, προς τη θετική κατεύθυνση η ενίσχυση του μηνιαίου εισοδήματος και της αγοραστικής δύναμης των περίπου 600.000 χαμηλά αμειβόμενων πολιτών της χώρας, από την 1η Απριλίου, καθώς σωρευτικά, ο κατώτατος μισθός, από το 2019, μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων, αυξήθηκε κατά 25% από 663 ευρώ στα 830 ευρώ μικτά. Παράλληλα όμως, αυξάνεται η μηνιαία επιβάρυνση των επιχειρήσεων, για κάθε εργαζόμενο που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό, κατά 62,90 ευρώ, από 953,8 ευρώ στα 1.016,7 ευρώ. Μια μικρομεσαία επιχείρηση, με 5 άτομα αμειβόμενα με τον κατώτατο μισθό, θα κληθεί να καταβάλει επιπλέον 4.403 ευρώ, σε ετήσια βάση.

Το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας, ζητάει την άμεση μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, εντός του 2024, κι όχι το 2025 όπως προβλέπει ο κυβερνητικός σχεδιασμός. Όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση: «Ο πληθωρισμός πλήττει εργαζόμενους και επιχειρήσεις, συνεπώς θα πρέπει να υπάρξει ένας εκ νέου προγραμματισμός απομείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, ώστε η αύξηση κατώτατου μισθού να πετύχει τον στόχο της, που είναι η ανάπτυξη της αγοραστικής δυνατότητας των εργαζομένων, για την οποία όμως, προϋπόθεση είναι να διατηρηθούν στο ακέραιο οι θέσεις εργασίας».

Σοφία Εφραίμογλου: «Απαιτούνται όμως παρεμβάσεις για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας»

Η πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Σοφία Κουνενάκη Εφραίμογλου, με αφορμή την αύξηση του κατώτατου μισθού, ανέφερε: «Η νέα αύξηση του κατώτατου μισθού είναι ένα αναγκαίο μέτρο διατήρησης της κοινωνικής συνοχής, το οποίο θα έχει θετικό αντίκτυπο και στην αγορά, ενισχύοντας την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών με χαμηλά εισοδήματα.Η ενίσχυση των εισοδημάτων των εργαζομένων σαφώς παραμένει στόχος προτεραιότητας για την Πολιτεία.

Η προσπάθεια αυτή, ωστόσο, οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις αντοχές των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες αγωνίζονται να παραμείνουν ανταγωνιστικές και βιώσιμες, σε ένα απαιτητικό περιβάλλον.

Χρειάζεται γι’ αυτό να συνδυαστεί με περισσότερα βήματα για τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας, αλλά και συνέχιση των παρεμβάσεων για την υποστήριξη της επιχειρηματικότητας και της επίσημης εργασίας, μέσα από φορολογικές, ασφαλιστικές και ρυθμιστικές παρεμβάσεις, βελτίωση της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, δημιουργία κατάλληλων υποδομών και υπηρεσιών. 

Η σταδιακή και λελογισμένη αύξηση του κατώτατου μισθού, σε διάλογο με την αγορά και σε συνάρτηση με τις δυνατότητες των μικρομεσαίων ειδικά επιχειρήσεων, είναι απαραίτητη. Παραμένει, όμως, διαρκής η ανάγκη για μια οικονομία περισσότερο παραγωγική και ανταγωνιστική, ικανή να υποστηρίζει περισσότερες αλλά και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας».

ΓΣΕΒΕΕ: Αναγκαία και η λήψη μέτρων μείωσης του κόστους λειτουργίας

Σε ανάλογο μήκος κύματος και η ανακοίνωση που εξέδωσε η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος. Η αύξηση του κατώτατου μισθού που ανακοίνωσε η κυβέρνηση ήταν απαραίτητη, κυρίως για την ενίσχυση του εισοδήματος των χαμηλόμισθων εργαζομένων, των οποίων το εισόδημα επηρεάζεται περισσότερο από τον επίμονο πληθωρισμό αναφέρει χαρακτηριστικά.

Αυτό σημειώνει η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος αλλά όπως προσθέτει σε ανακοίνωσή της: «Προκειμένου η αύξηση που αποφασίστηκε να έχει αξία, είναι αναγκαίο να ληφθούν αποτελεσματικά μέτρα για τη συγκράτηση των τιμών. Αναγκαία είναι, επίσης, και η λήψη μέτρων για τη μείωση του κόστους λειτουργίας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, που τα τελευταία 2 έτη έχει αυξηθεί κατά 35%, καθώς και μέτρα για την ενίσχυση της ρευστότητάς τους. Τέτοια θα μπορούσαν να είναι η πλήρης κατάργηση τους τέλους επιτηδεύματος, η ρεαλιστική ρύθμιση των οφειλών, η μείωση των έμμεσων φόρων, ο περιορισμός των ειδικών φόρων και τελών, η επαναφορά του αφορολόγητου ορίου για τα εισοδήματα που αποκτώνται από επιχειρηματική δραστηριότητα και βέβαια η απόσυρση της τεκμαρτής φορολόγησης των ατομικών επιχειρήσεων, η οποία θα τις επιβαρύνει έτι περαιτέρω καθώς συνδέεται άμεσα με το ύψος του κατώτατου μισθού.

Τέλος, επαναλαμβάνουμε την πάγια θέση μας, ότι η αρμοδιότητα για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού θα πρέπει να επιστρέψει στους Κοινωνικούς Εταίρους. Η διοικητική διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού, η οποία αντικατέστησε τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και την έκταση της ΕΓΣΣΕ, εκτός ότι εμπεριέχει μια στείρα διαδικασία κοινωνικού διαλόγου, αποτελεί συστηματικά και προϊόν πολιτικής εργαλειοποίησης».