Από τα μέτρα κατά της οπαδικής βίας μάθαμε κάτι σημαντικό. Ότι για την κυβέρνηση η βία δεν είναι απλώς οπαδική αλλά είναι αμιγώς ποδοσφαιρική.

Δηλαδή, οι χούλιγκανς αν πάρουν την απόφαση να κάνουν επεισόδια θα αλλάξουν γνώμη επειδή τα ποδοσφαιρικά γήπεδα θα είναι κλειστά και από δω και πέρα θα πηγαίνουν τις Κυριακές στην εκκλησία να ανάψουν κανα κερί.

Θα ήταν για γέλια αυτή η προσέγγιση -μόνο που δεν είναι- επειδή ένας άνθρωπος χαροπαλεύει στην εντατική.

Αλλά πράγματι η βία είναι οπαδική; Αν ένας άνθρωπος έχει κουκούτσι μυαλό βγάζει μαχαίρι σε έναν άλλον άνθρωπο επειδή φοράει μπλουζάκι κόκκινο, πράσινο ή κίτρινο και δεν του αρέσει το χρώμα;

Μήπως τα αίτια είναι βαθύτερα και κοινωνικο-οικονομικά; Μήπως τα γήπεδα αφέθηκαν να μετατραπούν σε χώρους εκτόνωσης των προβλημάτων της κοινωνίας;

Μήπως μέσα στους οπαδούς -που πηγαίνουν στο γήπεδο επειδή πράγματι αγαπούν την ομάδα τους- έχουν βρει καταφύγιο άνθρωποι του κοινού ποινικού δικαίου;

Τι ρωτάω τώρα και εγώ ε; Ψιλά γράμματα αυτά για ορισμένους, άσε που θέλουν και αρκετή ανάλυση και ποιος κάθεται τώρα να ασχοληθεί.

Ας κλείσουμε λοιπόν τα γήπεδα, να καθίσει η σκόνη, μην ανοίξει και καμιά βεντέτα και τρέχουμε, και έπειτα συνεχίζουμε τις ζωές μας μέχρι τον επόμενο Αλκη, τον επόμενο Μιχάλη, τον επόμενο αστυνομικό…

Αν τα μέτρα είχαν πλασαριστεί ως πρόχειρα -που τέτοια είναι- δεν θα υπήρχε θέμα, αλλά όχι και να πειστούμε κιόλας ότι θα πατάξουν τη βία.

Για να καταλάβετε πάντως πόση σχέση με τον αθλητισμό και την αγάπη για τις ομάδες έχουν αυτές οι θλιβερές μειοψηφίες των μπαχαλάκηδων θυμήθηκα μια ιστορία που μου έλεγε ένας φίλος μέσα από την κερκίδα οργανωμένων οπαδών μεγάλης ομάδας της Αθήνας.

Είχε λοιπόν σκοράρει η ομάδα, οι πανηγυρισμοί τελείωναν και ένας νεαρός ρωτούσε με βλέμμα αχανές, «αδερφέ, πόσο είναι το σκορ; Κερδίζουμε;».

Αυτός λοιπόν ούτε ήξερε για ποιο λόγο ήταν στο γήπεδο, πιθανότατα ούτε ήξερε ποιοι παίζουν, οριακά μάλλον ήξερε ότι η μπάλα είναι στρογγυλή…