Στην ορκωμοσία της νέας Βουλής κυριάρχησαν δυο ζητήματα. Ένα εκτός κοινοβουλευτικής διαδικασίας που ήταν ενδυματολογικού χαρακτήρα και ένα εντός που ήταν χωροταξικής φύσης.

Κάπου εκεί τελειώσαμε με το θέαμα και τους τύπους. Οσο και εάν ενόχλησαν, ούτε τα σμήνη παπαγάλων και τα βαθιά ντεκολτέ άπτονται της ουσίας, ούτε η θέση των εδράνων έχει μεγαλύτερη σημασία από τη δηλωμένη εκτίμηση (!) που θρέφουν για καταδικασμένους εγκληματίες εκείνοι που τα κατέλαβαν.

Για τους παπαγάλους εξάλλου αρκεί να αλλάξει κανείς ένα πουκάμισο και για το ντεκολτέ ένα φόρεμα.

Ενώ η εκτίμηση για εγκληματίες – και με δεδομένο πως στην αίθουσα δεν προβλέπονται υγειονομικές ζώνες ή, ακόμη περισσότερο, χώροι απομόνωσης – δεν αλλάζει εάν καθίσει κάποιος δεξιότερα.

Αντιθέτως, με τη συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης θα έχουμε τα πρώτα δείγματα ουσίας και ποιότητας του νέου κοινοβουλευτικού κύκλου.

Το ζήτημα εδώ δεν εντοπίζεται σε μια ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία που πάντως μετρά ήδη μια πρώτη θητεία και η οποία θα κριθεί σε βάθος χρόνου για τις δεσμεύσεις που θα λάβει. Αλλά σε μια αντιπολίτευση που εκτός από κατακερματισμένη έχει και ορισμένα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά.

Μια αντιπολίτευση ακέφαλη ή κοινοβουλευτικά νεόκοπη στις μείζονες εκφράσεις της αλλά κυρίως συνομωσιολογική, φονταμενταλιστική, φιλοναζιστική ή ακόμη και εγωπαθής στις ελάσσονες μορφές της.

Στην ουσία πρόκειται για το πρώτο κρας τεστ του κοινοβουλευτικού βίου που προέκυψε από τις κάλπες της 25ης Ιουνίου.

Το παιχνίδι θεωρητικά είναι για οκτώ. Αλλά ανάμεσα σε ισχυρούς, ακέφαλους και νεόκοπους, η υπεροπλία του δημοκρατικού τόξου είναι συντριπτική για να μην κερδίσει στο τέλος η δημοκρατία.