Ξεκάθαρο μήνυμα ότι «οι οικονομίες μας δεν θα μπορέσουν να αντέξουν για πολύ ακόμη, όσο έχουμε τιμές-ρεκόρ στο φυσικό αέριο και στο πετρέλαιο» έστειλε προς τον πολιτικό κόσμο ο Βαγγέλης Μαρινάκης, πρόεδρος της Capital Maritime and Trading Corp., στην ανοιχτή συζήτηση που είχε με τον πρώην υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο και την πρόεδρο της Navios Maritime Partners κυρία Αγγελική Φράγκου στο πλαίσιο του 26ου συνεδρίου του Economist που έγινε στο Λαγονήσι και φιλοξένησε ισχυρές προσωπικότητες της πολιτικής, της οικονομικής ζωής και της ναυτιλίας.
Αναφερόμενος στα όσα συμβαίνουν αυτή την περίοδο στην Ευρώπη, ο κ. Μαρινάκης τόνισε πως είναι πολύ σημαντικό να υπάρξει σταθερότητα στον κόσμο και στην Ευρώπη. Για αυτόν τον λόγο, όπως είπε, «πρέπει να δούμε τους πολιτικούς στην Ευρώπη να αναλαμβάνουν περισσότερες πρωτοβουλίες για την εξεύρεση ειρηνευτικής λύσης». «Οπως βλέπουμε σήμερα, η οικονομία υποφέρει, βλέπουμε τις τιμές-ρεκόρ στο φυσικό αέριο και στο πετρέλαιο, και οι οικονομίες μας δεν μπορούν να αντέξουν για πολύ ακόμα» τόνισε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε πως είναι απαραίτητο να ληφθούν άμεσα δραστικά μέτρα για να ξεκινήσει η ειρηνευτική διαδικασία.
Στην παρέμβασή του ο κ. Μαρινάκης υπογράμμισε τον σημαντικό ρόλο της διεθνούς – και ειδικότερα της ελληνικής – ναυτιλίας εν μέσω του πολέμου. Οπως σημείωσε χαρακτηριστικά, οι έλληνες πλοιοκτήτες ελέγχουν ποσοστό μεγαλύτερο από το 32% του παγκόσμιου στόλου δεξαμενοπλοίων (τάνκερ) και πάνω από το 22% του στόλου των πλοίων μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αέριου (LNG). Εάν μάλιστα, όπως υπογράμμισε, «αναλύσουμε τις θέσεις που έχουμε στη Δύση, ίσως να υπερβαίνουμε το 50% της διαθέσιμης χωρητικότητας (τονάζ) που μεταφέρει πετρέλαιο σε αυτή την πλευρά του πλανήτη».
Ο κ. Μαρινάκης προέβη στην εκτίμηση ότι σε αυτή την περίοδο είναι πολύ σημαντικό για μία ευρωπαϊκή χώρα όπως η Ελλάδα, που είναι και μέλος του ΝΑΤΟ, να διαθέτει την ισχύ που της παρέχει το τονάζ, το οποίο αποτελεί καταλύτη των εξελίξεων σε αυτή τη νέα εποχή. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, όπως εξήγησε, ότι «εξαρτόμαστε πολύ λιγότερο – ή ίσως και καθόλου – από το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο από τη Ρωσία».