Μετά την αναγνώριση επικίνδυνων θρόμβων ως σπάνια παρενέργεια των εμβολίων ιικού φορέα για την πρόληψη της Covid-19, η Johnson & Johnson και το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης που ανάπτυξε το εμβόλιο της AstraZeneca εξετάζουν το κατά πόσο είναι δυνατή η τροποποίηση των εμβολίων ώστε να μειωθεί ή να εξαλειφθεί ο κίνδυνος, αναφέρει την Τρίτη η Wall Street Journal.

Πηγές που δεν κατονομάζονται δήλωσαν στην εφημερίδα ότι η τροποποιημένη βερσιόν της Astra θα μπορούσε να είναι έτοιμη το επόμενο έτος, αν και παραμένει ασαφές αν τα εμβόλια μπορούν πράγματι να τροποποιηθούν.

Εκπρόσωποι των δύο εταιρειών αρνήθηκαν να επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν το ρεπορτάζ.

Πέρα από την επιστημονική δυσκολία του εγχειρήματος, η τροποποίηση ενδέχεται να απαιτήσει αλλαγές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των εμβολίων και νέες άδειες από τις ρυθμιστικές αρχές, οι οποίες όμως θα μπορούσαν να επιταχύνουν τη διαδικασία λόγω της επείγουσας κατάστασης της πανδημίας.

Η σοβαρότερη παρενέργεια που έχει καταγραφεί είναι ο επικίνδυνος συνδυασμός θρόμβων και χαμηλών αιμοπεταλίων, διαταραχή που εμφανίζεται σε 1 με 2 λήπτες του εμβολίου της Astra ανά 100.000 χιλιάδες εμβολιασμούς, σύμφωνα με την καταμέτρηση των κρουσμάτων σε Βρετανία και Ευρώπη.

Σύμφωνα με τις αμερικανικές ρυθμιστικές αρχές, στην περίπτωση του εμβολίου της J&J η παρενέργεια εμφανίζεται λιγότερο συχνά, περίπου 3 λήπτες ανά εκατομμύριο.

Πάντως η διαταραχή είναι ακόμα πιθανότερο να προκληθεί από τον ίδιο τον κορωνοϊό.

Ενδεχόμενη τροποποίηση των εμβολίων θα μπορούσε να αυξήσει την εμπιστοσύνη του κοινού στις δύο εταιρείες και να επιταχύνει το παγκόσμιο πρόγραμμα εμβολιασμών, δεδομένου ότι τα εμβόλια ιικού φορέα είναι φθηνότερα από τα mRNA και δεν απαιτούν βαθιά κατάψυξη.

Η AstraZeneca και η Johnson & Johnson είναι οι μόνες φαρμακοβιομηχανίες που παράγουν αφιλοκερδώς εμβόλια Covid-19.