Βύθιση της ελληνικής οικονομίας στο β΄ τρίμηνο του 2020, αναμένει η Εθνική Τράπεζα, καθώς τον Απρίλιο και μέχρι τις αρχές Μαΐου σχεδόν τα τρία τέταρτα των επιχειρήσεων ανέστειλαν τη λειτουργία τους ή λειτούργησαν με μειωμένο προσωπικό και με εξαιρετικά συρρικνωμένο κύκλο εργασιών.

Όπως αναφέρει σε νέα της έκθεση, η κρίση φαίνεται να πλήττει δυσανάλογα κομβικούς τομείς όπως το λιανικό εμπόριο, την εστίαση, την παροχή καταλύματος, τις μεταφορές, οι οποίοι συνδυαστικά αντιστοιχούν στο 18% της προστιθέμενης αξίας της οικονομίας το 1ο τρίμηνο του 2020 και περισσότερο από 23% και 27% περίπου κατά το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του έτους, αντίστοιχα (βάσει των μη εποχικά προσαρμοσμένων στοιχείων του 2019), ενώ αναλογούν και στο 40% περίπου της συνολικής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα.

«Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι συγκεκριμένοι τομείς συνεισέφεραν τα δύο τρίτα του ετήσιου ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2017-2019 και σχεδόν τα τρία τέταρτα των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν στην οικονομία την ίδια περίοδο» υποστηρίζουν οι οικονομολόγοι της τράπεζας.

Κατά συνέπεια, σημειώνουν, «οι εξελίξεις των επόμενων μηνών συνιστούν ένα κρίσιμο τεστ για την ανθεκτικότητα του αναπτυξιακού μείγματος της οικονομίας».

Όπως εξηγούν, με δεδομένο ότι μία πρωτόγνωρη συρρίκνωση του εισερχόμενου τουρισμού είναι αναπόφευκτη, καθώς η μείωση των αφίξεων προσεγγίζει το 100% για τον Απρίλιο και το Μάιο, ενώ και η ανάκαμψη από τα μέσα Ιουνίου αναμένεται βραδεία, η αντίδραση της εγχώριας ζήτησης είναι κρίσιμη για τον προσδιορισμό του μεγέθους της ύφεσης και τη διαμόρφωση της τροχιάς ανάκαμψης της Ελληνικής οικονομίας.

Η διαθεσιμότητα δεικτών οικονομικής συγκυρίας για το δεύτερο τρίμηνο είναι σχετικά περιορισμένη. Ωστόσο, οι δείκτες υψηλής συχνότητας (μηνιαία ή εβδομαδιαία) επιβεβαιώνουν τη συνεχιζόμενη συρρίκνωση της δραστηριότητας, παράλληλα όμως δίνουν και κάποιες πρώιμες ενδείξεις αντιστροφής της πτωτικής τάσης από τα τέλη Μαΐου.

Κατά την Εθνική Τράπεζα, το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί περίπου κατά 13.5% σε τριμηνιαία βάση το δεύτερο τρίμηνο του 2020 (-15.1% σε ετήσια), με τους διαθέσιμους δείκτες υψηλής συχνότητας, ωστόσο, να καταδεικνύουν υποχώρηση των υφεσιακών πιέσεων από το Μάϊο.

Αυτή η υποχώρηση συμβαδίζει με το εκτιμώμενο σενάριο για αύξηση του ΑΕΠ σε τριμηνιαία βάση κατά 4,6% το τρίτο τρίμηνο, η οποία αναμένεται να ενισχυθεί στο 9,6% το τέταρτο τρίμηνο, με τη ετήσια ύφεση για το 2020 να διαμορφώνεται στο 7,5% σύμφωνα με το βασικό σενάριο.

Από την άλλη πλευρά όμως, η σωρευτική εφαρμογή μέτρων δημοσιονομικής στήριξης που υπερβαίνουν τα €15 δισ. – €8 δισ. σε κοινωνικές παροχές, επιδοτήσεις και φορολογικές ελαφρύνσεις, €3 δισ. σε αναστολές πληρωμών φορολογικών υποχρεώσεων και κοινωνικής ασφάλισης και €4 δισ. σε μορφή κρατικών δανείων και εγγυήσεων για νέο τραπεζικό δανεισμό – αναμένεται να συμβάλει στη μείωση της αβεβαιότητας, επιταχύνοντας την ανάκαμψη.

Η ανωτέρω επίδραση, όπως και η εισροή πόρων από την ΕΕ το 2ο εξάμηνο (άνω των €5 δισ., τα οποία θα συμβάλουν και στη χρηματοδότηση των προαναφερθέντων μέτρων δημοσιονομικής στήριξης) ενσωματώνονται μερικώς, μόνο, στις προβλέψεις για ετήσια ύφεση 7,5% το 2020, διότι δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί η αντίδραση του ιδιωτικού τομέα στα μέτρα στήριξης, σε ένα περιβάλλον – έστω και παροδικής – επιδείνωσης των συνθηκών στην αγορά εργασίας, καθώς η πίεση στη δραστηριότητα υποκλάδων υπηρεσιών πιθανόν να διατηρηθεί μέχρι το τέλος του έτους.

Σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας, ενδεχομένη έγκριση της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μηχανισμό χρηματοδότησης της ανάκαμψης θα στηρίξει ουσιαστικά το σκέλος των επενδύσεων και της παραγωγικής εμβάθυνσης, προσδίδοντας σημαντική ώθηση στο ΑΕΠ από το 2021 και μετά (άνω των 2,5 ποσοστιαίων μονάδων τον πρώτο χρόνο, βάσει των χαρακτηριστικών της αρχικής πρότασης).