Το μέγεθος της επίδρασης του κορωνοϊού στην οικονομία της Κίνας και γενικότερα στην παγκόσμια οικονομία είναι δύσκολο να προσδιοριστεί στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, εκτιμά η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο της.

Παρότι τα μέτρα που ελήφθησαν στην Κίνα για να μειώσουν την εξάπλωση του κορωνοϊού υιοθετήθηκαν νωρίτερα συγκριτικά με την κρίση του SARS, οι σημαντικές αλλαγές που έχουν υπάρξει στην παγκόσμια οικονομία από το 2003, σημαίνει ότι η οικονομική επιβράδυνση της Κίνας θα έχει ισχυρότερο παγκόσμιο αντίκτυπο.

Η σημαντική συνεισφορά της Κίνας στην παγκόσμια οικονομία σημαίνει ότι ο αντίκτυπος από τον κορωνοϊό ενδέχεται να υπερβεί κατά πολύ τις επιπτώσεις του SARS, καθώς οι συμμετέχοντες στις αγορές ανησυχούν για το κατά πόσο μια κρίση δημόσιας υγείας μπορεί να εξελιχθεί σε μια οικονομική κρίση. Μετά το SARS, η Κίνα υπέστη πολλούς μήνες οικονομικής συρρίκνωσης, όμως στη συνέχεια ανέκαμψε εντυπωσιακά. Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν αυτό μπορεί να συμβεί και αυτή τη φορά.

Σύμφωνα με την Oxford Economics, ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ της Κίνας θα υποχωρήσει σε 5,6% το 2020, από 6,1% το 2019, λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο του ιού μέχρι στιγμής. Η εν λόγω εξέλιξη είναι ικανή να αφαιρέσει από την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη 0,2 ποσοστιαίες μονάδες, με αποτέλεσμα ο ετήσιος ρυθμός να υποχωρήσει στο 2,3% – ήτοι ο χαμηλότερος ρυθμός από την παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε πριν από μια δεκαετία.

Τι προεξοφλούν οι αγορές; Πόσο θα κοστίσει ο φόβος;

Οι χρηματιστηριακές αγορές ανά τον κόσμο στο διάστημα μεταξύ 24 Ιανουαρίου-5 Φεβρουαρίου υπέστησαν σημαντικές απώλειες, στη συνέχεια, όμως, ανέκαμψαν, καλύπτοντας το χαμένο έδαφος. Η συμπεριφορά των αγορών αποδίδεται στην εκτίμηση ότι οι κινεζικές αρχές χειρίζονται μέχρι σήμερα επιτυχώς τη συγκράτηση της επιδημίας, ενώ ο ιός εμφανίζεται λιγότερο θανατηφόρος και ευκολότερα μολυσματικός από το SARS. Σημειώνεται ότι ο δείκτης θνησιμότητας όσων είχαν νοσήσει από το SARS ήταν 10%, ενώ, στην περίπτωση του κορωνοϊού, ο εν λόγω δείκτης, με τα σημερινά δεδομένα, προσεγγίζει το 2,6%. Παρά τις προειδοποιήσεις ορισμένων αμερικανικών επιχειρήσεων που παραγωγικά δραστηριοποιούνται στην Κίνα για ενδεχόμενη επιδείνωση των οικονομικών τους στοιχείων που μπορεί να προκαλέσει η εξάπλωση του κορωνοϊού, οι χρηματιστηριακοί δείκτες στις ΗΠΑ κατέγραψαν ιστορικά υψηλά.

Ο υψηλός βαθμός αβεβαιότητας, σχετικά με το μέγεθος της διάρκειας των διαταραχών στην οικονομία της Κίνας και κατά επέκταση στην παγκόσμια οικονομία, έχουν οδηγήσει τους επενδυτές να στραφούν στα επονομαζόμενα ασφαλή επενδυτικά καταφύγια, όπως οι ομολογιακές εκδόσεις ισχυρών οικονομιών (Γράφημα 10), οι οποίες, όμως, σε πολλές περιπτώσεις προσφέρουν αρνητικές αποδόσεις. Αξίζει να τονισθεί ότι η συνολική αξία των ομολόγων με αρνητική απόδοση, μέσα σε διάστημα ενός μήνα, έχει σημειώσει αύξηση 1,6 τρισ. δολάρια, με αποτέλεσμα στις 12 Φεβρουαρίου 2020 να διαμορφωθεί σε 13,14 τρισ. δολάρια από 11,51 τρισ. Δολάρια, στις 12 Δεκεμβρίου 2019 (Barclays Global Aggregate Negative Yielding Debt Market Value).

Καθησυχαστική η Fed

Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed) των Ηνωμένων Πολιτειών στην πρόσφατα δημοσιευθείσα εξαμηνιαία ανάλυσή της (Monetary Policy Report: February 2020) προσδιορίζει τον κορωνοϊό ως απειλή για τις προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας, την ώρα που λοιποί παράγοντες αποσταθεροποίησης, όπως οι εμπορικές εντάσεις και οι ανησυχίες για την παγκόσμια οικονομική μεγέθυνση δείχνουν να μετριάζονται. Μολονότι ο επικεφαλής της Fed, με δηλώσεις του στο Κογκρέσο, επεσήμανε ότι είναι πολύ πιθανό να υπάρξουν επιπτώσεις στην οικονομία των ΗΠΑ, εξέφρασε την άποψη ότι είναι πολύ νωρίς για να διαπιστωθεί αν αυτές θα έχουν διάρκεια.  Ωστόσο, η διατήρηση των εκτιμήσεων της Fed για το ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2020 υποδηλώνει ότι, προς ώρας, δεν έχουν ποσοτικοποιηθεί οι αρνητικές επιπτώσεις από την εξάπλωση του θανατηφόρου ιού.

Παραπλανητική παρά χρήσιμη η σύγκριση SARS και κορωνοϊού

Η προσπάθεια σύγκρισης των ιών SARS και κορωνοϊού και η εξαγωγή συμπερασμάτων γεννά αρκετά ερωτηματικά, καθώς αναφερόμαστε σε δύο περιστατικά διαφορετικών χρονικών περιόδων, με ιδιαίτερα οικονομικά χαρακτηριστικά η καθεμιά, όπως επισημαίνει η Alpha Bank. Ειδικότερα, πολλές αλλαγές έχουν υπάρξει στον τρόπο λειτουργίας της παγκόσμιας οικονομίας, από το 2002, μέχρι σήμερα. Η Κίνα έχει εξελιχθεί σε καθοριστικό παράγοντα της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας από το 2002 και εντεύθεν, καθιστώντας την επιδημία του κορωνοϊού μια ισχυρή απειλή. Το 2002, το ΑΕΠ της Κίνας αντιπροσώπευε το 4% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ το 2019 το 16% και το μερίδιό της στο παγκόσμιο εμπόριο σχεδόν υπερδιπλασιάστηκε σε 12,8% το 2019, από 5,3% το 2003 (Oxford Economics).

Η Κίνα αποτελεί σήμερα το δεύτερο μεγαλύτερο εισαγωγέα παγκοσμίως, οπότε οποιαδήποτε αδυναμία της οικονομίας, όσο προσωρινή αν είναι, γίνεται αισθητή σε μεγάλο βαθμό. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2002 η Κίνα προμήθευε την παγκόσμια αγορά ως επί το πλείστον με προϊόντα χαμηλού κόστους.

Οι παράγοντες που τροφοδοτούν την οικονομική ανάπτυξη στην Κίνα είναι επίσης διαφορετικοί σήμερα από αυτούς στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Τότε, η ανάπτυξη στηρίχθηκε στις επενδύσεις, ενώ σήμερα κατευθύνεται από τις λιανικές πωλήσεις και τις υπηρεσίες κατανάλωσης, καθιστώντας την οικονομία περισσότερο ευάλωτη σε μια επιβράδυνση της παραγωγικότητας. Στο πλαίσιο στήριξης της οικονομικής δραστηριότητας και αποφυγής καταστάσεων πανικού, οι κινεζικές αρχές ανακοίνωσαν τη διάθεση νέων πιστώσεων για τις ανάγκες των χρηματαγορών και ευνοϊκότερων όρων δανεισμού για τις επιχειρήσεις.

Επιπροσθέτως, το 2002-3 ήταν πολύ διαφορετικό το γεωπολιτικό σκηνικό, καθώς η διάρκεια της επιδημίας SARS, συνέπεσε με την εξάπλωση του πολέμου στο Ιράκ και τους φόβους για έλλειψη πετρελαίου. Σήμερα η τιμή του πετρελαίου έχει εισέλθει σε πτωτική πορεία, προβληματίζοντας σοβαρά τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες.