«Η δύναμη των λέξεων βρίσκεται στη ρευστότητα / ασάφεια / απροσδιοριστία της έννοιάς τους» λένε οι Γάλλοι.
Η δύναμη των ανθρώπων βρίσκεται στην ικανότητά τους να αποδίδουν και στις σαφέστερες έννοιες το επιθυμητό νόημα. Ή, έστω, να τις παρουσιάζουν ως αμφίσημες…
Καμία, δε, κατηγορία ανθρώπων δεν έχει αναπτύξει την ικανότητα αυτή όσο οι νομικοί. Και από αυτούς περισσότερο οι συνταγματολόγοι. Και από αυτούς περισσότερο οι συνταγματικοί δικαστές. Οπως ο Ματαρέλα.
Η άρνησή του όμως να δώσει το υπουργείο Οικονομικών στον αρχικώς προταθέντα από τους κατόχους της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας είναι άραγε μια απόφαση που μπορεί να δικαιωθεί νομικά (με βάση τους κανόνες του δημοκρατικού πολιτεύματος);
Ας ξεκαθαρίσουμε αρχικά πως δημοκρατία είναι κάτι πολύ περισσότερο από την πολιτική κυριαρχία των επιλεγομένων από τη λαϊκή πλειοψηφία. Είναι θεσμοθετημένα εξουσιαστικά αντερείσματα, προβλεπόμενες διαδικασίες, μέθοδοι συνθέσεων και συμβιβασμών, εγγυήσεις δικαιωμάτων της μειοψηφίας, μηχανισμοί διασφάλισης της συνέχειας και των διεθνών δεσμεύσεων του κράτους κ.ο.κ. (Χωρίς αυτά δημοκρατία θα ήταν το πολίτευμα που έφερε τον χιτλερικό ολοκληρωτισμό στην εξουσία.)
Ωστόσο…
Χρειάζεται αρκετή ελευθεριότητα με τις λέξεις για να ερμηνευθεί, σε κοινοβουλευτική δημοκρατία, το άρθρο 92 του ιταλικού Συντάγματος –σύμφωνα προς το οποίο «ο πρόεδρος διορίζει τους υπουργούς, τους προτεινόμενους από τον κοινοβουλευτικά νομιμοποιούμενο πρωθυπουργό» –ως εμπεριέχον και δικαίωμα προεδρικής αρνησικυρίας στα προτεινόμενα πρόσωπα. Πολλώ μάλλον που απέναντι σε ένα κοινοβούλιο, το οποίο συνιστά άμεση έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας, ο ιταλός ΠτΔ αναδεικνύεται εμμέσως (μάλιστα, μετά την τρίτη ψηφοφορία, μόνο με απόλυτη –όχι ειδικά αυξημένη –πλειοψηφία των εκλεκτόρων, οι οποίοι κατά 95% είναι κοινοβουλευτικοί)…
Αλλά και η Ιστορία δεν είναι υπέρ της πρωτοβουλίας Ματαρέλα…
Ιστορικά, πράγματι, σπανίως δικαιώθηκαν επιλογές αρχηγών δημοκρατικών κρατών, μη συνιστώντων άμεση έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας (δηλαδή είτε βασιλέων είτε εμμέσως εκλεγομένων προέδρων), να αρνηθούν στους κατόχους της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας τον διορισμό των συνεργατών ή τη δρομολόγηση των πολιτικών της επιλογής τους. Από την ελληνική πολιτική ιστορία εύκολα μπορούν να ανακληθούν στη μνήμη οι συνέπειες της εναντίωσης του Κωνσταντίνου, το καλοκαίρι του 1915, στις διεθνοπολιτικές επιλογές του Βενιζέλου, που τότε διέθετε πρόσφατη αναβάπτιση στην κολυμβήθρα της λαϊκής κυριαρχίας… Καθώς και της άρνησης του νεότερου Κωνσταντίνου στον Γεώργιο Παπανδρέου, ακριβώς μισόν αιώνα αργότερα, να διαμορφώσει κατά βούληση το υπουργικό συμβούλιο… Για να μην αναφέρουμε, από τη γαλλική πολιτική ζωή, τις συνέπειες της σύγκρουσης με την κοινοβουλευτική πλειοψηφία του στρατάρχη Μακ Μαόν: η έκβασή της οδήγησε στην «αφωνία» επί σχεδόν 70 χρόνια όλους τους επόμενους…
Το σημαντικότερο όμως είναι το αναμενόμενο πολιτικό αποτέλεσμα της πρωτοβουλίας Ματαρέλα: Για την ώρα δείχνει να του «βγαίνει». Σήμερα εύλογα ελπίζεται πως η τελικώς συγκροτηθείσα συμμαχική κυβέρνηση των ιταλών λαϊκιστών, στο πλαίσιο συμβιβασμών με την ευρωπαϊκή οικογένεια, θα μπορούσε σταδιακά να ακολουθήσει μια πορεία «εκτσιπρισμού»… Και αν αυτό τελικά επιβεβαιωθεί, ο –υπερβάς επί της ουσίας τις συνταγματικές του αρμοδιότητες –ιταλός πρόεδρος ίσως γίνει το αυριανό ίνδαλμα των εναπομενόντων ευρωπαϊστών. (Αλλωστε δεν αποκλείεται το προεδρικό βέτο να «βόλεψε» και τους νεοπαγείς κυβερνητικούς εταίρους της γείτονος, διευκολύνοντάς τους να αμβλύνουν την προεκλογική τους αμετροέπεια.)
Ωστόσο…
Τίποτε δεν είναι δεδομένο. Δεν αποκλείεται τελικώς να μην αποφευχθεί η νέα εκλογική αναμέτρηση. Στην περίπτωση αυτή η σημερινή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, μετά από την αναμενόμενη νέα εκλογική της κατίσχυση, θα είναι δέσμια της ανανεωμένης και ριζοσπαστικοποιημένης προεκλογικής της ρητορείας, καθώς και της υποχρέωσής της να υπερασπιστεί το φιλότιμο ενός προσβεβλημένου λαού. Ενώ η εν τω μεταξύ πολιτική ρευστότης της χώρας ίσως συμπαρασύρει όλη την ευρωπαϊκή οικονομία. Αυτά μια πολιτικός, όπως η Μέρκελ, που καλά γνωρίζει την τέχνη της σταδιακής ενσωμάτωσης, τα αντελήφθη. Ορθώς, ίσως, πίστευε πως η διαδικασία προσέγγισης με τους νέους ιταλούς κυβερνώντες, με ή χωρίς τον ανεπιθύμητο τσάρο της οικονομίας, θα είναι εξίσου δύσκολη, αφού δεν είναι το πρόσωπο του υπουργού Οικονομικών το οποίο από μόνο του θα προσδιορίσει τον βαθμό της ακαμψίας / αδιαλλαξίας τους…
Παρά ταύτα, αν ο συμβιβασμός / αφομοίωση / «εκτσιπρισμός» προχωρήσει, αν οι νέες εκλογές τελικώς αποφευχθούν και τα πράγματα δεν εξωθηθούν στα άκρα, η νομικά αμφισβητήσιμη και πολιτικά «troppo pericolosa» ενέργεια του Ματαρέλα θα καταγραφεί ως ένας μεγάλος θρίαμβος της ευρωπαϊκής ιδέας. Και όχι μόνο για συμβολικούς λόγους. Η βαρουφάκειος εμπειρία άλλωστε έχει βαθιά εγχαραχθεί στο συλλογικό ασυνείδητο των Ευρωπαίων, πρωτίστως των ευρωπαϊστών… Αν όχι όμως, αποχαιρέτα την Ευρώπη που χάνεις…
Ο κ. Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ