Την περασμένη εβδομάδα η διεθνούς φήμης τενίστρια Μαρία Σαράποβα προκάλεσε σάλο με τη δήλωσή της ότι βρέθηκε θετική στη χρήση του απαγορευμένου φαρμάκου ενίσχυσης αντοχής Μeldonium. H ρωσίδα πρωταθλήτρια παραδέχθηκε σε συνέντευξη Τύπου ότι δεν κατάφερε να περάσει τον έλεγχο ντόπινγκ κατά τη διάρκεια του Αυστραλιανού Οπεν, που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 18 και 31 Ιανουαρίου.
Η Σαράποβα έχει όμως μεγαλύτερα προβλήματα να σκεφθεί από το πλήγμα στο γόητρό της και τη δυσφήμηση, καθώς δύο από τους μεγαλύτερους σπόνσορές της, η Nike και η Tag Heuer, ανακοίνωσαν ότι θα διακόψουν τη συνεργασία τους με την αθλήτρια, ενώ ακόμη ένας, η Πόρσε, γνωστοποίησε ότι αναστέλλει όλες τις προγραμματισμένες ενέργειες ώσπου να ξεκαθαριστούν οι λεπτομέρειες της υπόθεσης.
Παρότι η Σαράποβα ισχυρίστηκε πως προμηθεύεται το φάρμακο, με την έγκριση του θεράποντος ιατρού της, από το 2006 (που κυκλοφορούσε υπό την ονομασία Mildronate) και δεν γνώριζε πως η ουσία είχε απαγορευθεί, αυτό δεν εμπόδισε τους επιχειρηματικούς κολοσσούς να αποσύρουν τη στήριξη –και τα εκατομμύριά τους –από το αστέρι του τένις.
«Ελπίζω να παίξω ξανά»


«Είχα πολλά προβλήματα υγείας τότε, αρρώσταινα συνέχεια, είχα έλλειψη μαγνησίου και σημάδια διαβήτη. Ξέρω ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσω τις συνέπειες και δεν θέλω να τελειώσω έτσι την καριέρα μου. Ελπίζω ότι θα έχω την ευκαιρία να παίξω ξανά» είπε χαρακτηριστικά στη συνέντευξή της η Σαράποβα, η οποία βρίσκεται εν αναμονή του τελικού πορίσματος της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Αντιντόπινγκ (WADA). Αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι οι σπόνσορές της θα κάνουν την ίδια υπομονή με τη ρωσίδα τενίστρια.
Οπως σημειώνουν οι «Financial Times», μια νευρικότητα διατρέχει τις τάξεις των επιχειρήσεων-χορηγών καθώς τα σκάνδαλα με πρωταγωνιστές τους αστέρες διαφόρων αθλημάτων είναι όχι μόνο πιο συχνά αλλά και μεγαλύτερης εμβέλειας.
Για την ακρίβεια, όσο πιο μεγάλης φήμης ο αθλητής τόσο μεγαλύτερη η ζημιά, αντάξια των εκατομμυρίων που διακινούνται.
Η Σαράποβα κατέχει τον τίτλο της πιο ακριβοπληρωμένης αθλήτριας τα τελευταία 11 χρόνια. Τα ετήσια έσοδά της από τις χορηγίες ξεπερνούν τα 20 εκατ. δολάρια, ποσό εξαπλάσιο από το χρηματικό έπαθλο που εισέπραξε το 2015 στα πρωταθλήματα στα οποία συμμετείχε.
Αντίστοιχα, γράφει η αμερικανική εφημερίδα, οι εταιρείες επωφελούνταν από τα διαφημιστικά δικαιώματα σε αφίσες στα γήπεδα όπου αγωνιζόταν η Σαράποβα, στα περιοδικά στα οποία φωτογραφιζόταν αλλά κυρίως από τα εκατομμύρια των ακολούθων της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η τενίστρια, η οποία εξέπληξε τον αθλητικό και όχι μόνο κόσμο όταν κατέκτησε το πρωτάθλημα του Γουίμπλεντον σε ηλικία μόλις 17 ετών, έχει περισσότερους από 15 εκατομμύρια followers στο Facebook και άλλα 2 εκατομμύρια στο Twitter. Τη Σαράποβα στηρίζουν και άλλες μεγάλες εταιρείες, όπως η Evian του γαλλικού ομίλου Danone και η εταιρεία γυναικείων καλλυντικών και προϊόντων ομορφιάς Avon. Η πρώτη αρκέστηκε σε μια απλή δήλωση για το θέμα όπου ανέφερε ότι «η Evian δίνει ιδιαίτερη σημασία στην υγεία, στην ακεραιότητα και στη διαφάνεια» και επιφυλάχθηκε για τη συνέχεια της συνεργασίας της με την ηλικίας 28 ετών αθλήτρια, αναλόγως των αποτελεσμάτων της έρευνας. Η Avon αρνήθηκε να σχολιάσει το γεγονός.
Σε κάθε περίπτωση όμως, εξηγούν οι αναλυτές, ο απόηχος τέτοιων φαινομένων –τα οποία τελευταία κάνουν την εμφάνισή τους όλο και πιο συχνά και ίσως σταματήσουν κάποια στιγμή να μας σοκάρουν –πρέπει να προβληματίσει τις ιθύνουσες αρχές, κυρίως εξαιτίας της μεγάλης επιρροής που έχουν τα πρόσωπα αυτά στους νέους ανθρώπους.


ΣΚΑΝΔΑΛΑ
Η κατάρα της Nike έχει χτυπήσει τα μεγαλύτερα ονόματα του αθλητισμού

Η Μαρία Σαράποβα είναι το τελευταίο παράδειγμα αθλήτριας που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει η Nike εξαιτίας ενός σκανδάλου με τo οποίo ο κολοσσός των αθλητικών ειδών δεν ήθελε να συνδέσει το όνομά του. Αυτό που ο βρετανικός Τύπος ονομάζει «κατάρα της Nike» έχει χτυπήσει στο παρελθόν ορισμένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του παγκόσμιου αθλητισμού.
Το 2007 ο θρύλος του στίβου Μάριον Τζόουνς, που εκπροσωπούσε τη Nike αλλά και την Αμερική στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ το 2000, παραδέχθηκε δημόσια ότι έκανε χρήση απαγορευμένων ουσιών. Για τις κατηγορίες αυτές η διάσημη αμερικανίδα δρομέας όχι μόνο στερήθηκε τα μετάλλιά της αλλά εξέτισε και ποινή φυλάκισης.
Τον κυνηγούσε η σύζυγος με το μπαστούνι

Δύο χρόνια αργότερα, το 2009, αποκαλύφθηκε ότι ο άσος του γκολφ Tiger Woods, μέγας χορηγός του οποίου ήταν η Nike, είχε διαπράξει μοιχεία. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, η σύζυγος του αμερικανού αθλητή «εθεάθη να τον κυνηγά με ένα μπαστούνι του γκολφ καθώς τον έπιασε επ’ αυτοφώρω να την απατά με μία ή και περισσότερες γυναίκες». Η Nike και ο Γουντς είχαν υπογράψει το πρώτο πενταετές συμβόλαιο αξίας 40 εκατ. συμφωνίας το 1996 και η συνεργασία τους έκτοτε ήταν συνεχής. Μετά το σκάνδαλο ο Γουντς αποσύρθηκε για λίγο διάστημα από το άθλημα. Ωστόσο, όταν επέστρεψε, η Nike συνέχισε να είναι χορηγός του.
Το 2013 η Nike διέλυσε μια δεκαετή συνεργασία με τον διάσημο ποδηλάτη Λανς Αρμστρονγκ, όταν αποκαλύφθηκε ότι ο αθλητής εξαπατούσε κατά συρροή τους ελέγχους ντόπινγκ ενώ ταυτόχρονα έκανε χρήση απαγορευμένων από την παγκόσμια ομοσπονδία ουσιών. Η εταιρεία το εξέλαβε ως χρόνια εξαπάτηση και διέκοψε τη χρηματοδότηση του αθλητή. Συνέχισε όμως να στηρίζει το ίδρυμα κατά του καρκίνου που είχε ιδρύσει ο Αρμστρονγκ, ως τη λήξη της συμφωνίας το 2014.
Αναμφισβήτητα ωστόσο το πιο διαβόητο γεγονός αυτής της σειράς σκανδάλων που χαριτολογώντας ο διεθνής Τύπος έχει ονομάσει «κατάρα της Nike» δεν είναι άλλο από την περίπτωση του παραολυμπιονίκη δρομέα της Νότιας Αφρικής Οσκαρ Πιστόριους, ο οποίος το 2013 κατηγορήθηκε για τη δολοφονία της φίλης του Ρίβα Στίνκαμπ. Η Nike απέσυρε αμέσως τη στήριξή της στον αθλητή.

Η WADA και ο αντίλογος
Το περιβόητο φάρμακο Meldonium δεν απαγορεύεται παντού
Το περιβόητο Meldonium (ή αλλιώς Mildronats), το φάρμακο που η Μαρία Σαράποβα ισχυρίζεται ότι κατανάλωνε για λόγους υγείας, εισήχθη στον επίσημο κατάλογο της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Αντιντόπινγκ (WADA) πολύ πρόσφατα, μόλις την 1η Ιανουαρίου. Και μάλιστα, σύμφωνα με τον βρετανικό «Guardian», δεν θα είναι η τελευταία αθλήτρια που θα βρεθεί θετική στη χρήση του φαρμάκου, καθώς δεν απαγορεύεται σε όλον τον κόσμο.

Το φάρμακο κατασκευάστηκε το 1970 από το Ινστιτούτο Οργανικής Σύνθεσης της Λετονίας ως θεραπεία για την ισχαιμία, την ελάττωση της κυκλοφορίας του αίματος. Σήμερα το Meldonium παράγεται από τη λετονική φαρμακοβιομηχανία Grindecks και συνταγογραφείται κατά κόρον στη Ρωσία και στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης αλλά δεν έχει άδεια κυκλοφορίας στην υπόλοιπη ήπειρο και στις ΗΠΑ.Λαμβάνοντας υπόψη το δέλεαρ της αύξησης των επιδόσεων, την έλλειψη παρενεργειών και την ως πρόσφατα νομιμότητα του Meldonium, ίσως η μόνη έκπληξη είναι ότι μόνο το 2,2% σε δείγμα 8.320 αθλητών το χρησιμοποιούν, γράφει χαρακτηριστικά η εφημερίδα. Ηταν αυτή η χρήση, ωστόσο, που έβαλε το φάρμακο στο μικροσκόπιο της WADA. Η ομοσπονδία ανέφερε ότι παρακολουθούσε τη λειτουργία του φαρμάκου πολύ καιρό «υπό την υποψία ότι χρησιμοποιούνταν εκτεταμένα από τους αθλητές προκειμένου να ενισχύσουν την απόδοσή τους».

Πάντως ο δημιουργός του Meldonium βγήκε να υπερασπιστεί το φάρμακο (και τη Σαράποβα), υποστηρίζοντας ότι δεν βελτιώνει την απόδοση αλλά επιστρέφει τον αθλητή σε μια κανονική κατάσταση. Εξομοίωσε μάλιστα την επίδρασή του με την κατανάλωση κρέατος στη διαδικασία της ανάκαμψης του οργανισμού.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ