Η είδηση στο Λονδίνο είναι ότι για πρώτη φορά μια Βρετανίδα αναλαμβάνει τη διεύθυνση ενός από τα μεγαλύτερα μουσεία της χώρας, της Tate Modern. Από την ίδρυση του μουσείου αυτού διευθυντές του ήταν ένας Ισπανός, μετά ένας Σουηδός και τελευταία ένας Βέλγος, ο Κρις Ντέρκον, που τώρα αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Φολκσμπύνε του Βερολίνου, που είναι θεατρικός οργανισμός. Τίποτε πιο φυσικό.
Η είδηση στην Αθήνα είναι ότι για πρώτη φορά ένας «ξένος» αναλαμβάνει τη διεύθυνση ενός μεγάλου μουσείου. Είναι ο 40χρονος Γάλλος Ολιβιέ Ντεκότ που από 1ης Μαρτίου είναι ο νέος διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη. Η ανακοίνωση της επιλογής του Ολιβιέ Ντεκότ για τη διεύθυνση του Μουσείου Μπενάκη έγινε δεκτή με πολύ θετικό τρόπο αν κρίνουμε από τις αντιδράσεις που καταγράφηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αλλά και από σχόλια ανθρώπων του «χώρου» (για παράδειγμα, Τζένη Βελένη, Κατερίνα Κοσκινά, Ντένης Ζαχαρόπουλος κ.ά.). Φυσικά σε τέτοιου είδους θέματα υπάρχουν και αρνητικές αντιδράσεις, που υπαγορεύονται κυρίως από την ασφάλεια της εσωστρέφειας και τον μικροαστικό φόβο για τον «ξένο».
Το Μουσείο Μπενάκη άνοιξε ουσιαστικά έναν δρόμο ο οποίος, θέλουμε να πιστεύουμε, θα ακολουθηθεί και από άλλους. Δεν είναι μόνο η επιλογή. Είναι και η άψογη διαδικασία που ακολουθήθηκε. Διεθνής πρόσκληση ενδιαφέροντος, 82 υποψηφιότητες, Ελλήνων και ξένων, και η τεχνογνωσία μιας μεγάλης εταιρείας, της Egon Zehnder, με εμπειρία 50 ετών στην αναζήτηση στελεχών για οργανισμούς και εταιρείες. Είναι φανερό ότι η αναζήτηση μιας προσωπικότητας σαν τον Αγγελο Δεληβορριά, που ταυτίστηκε με το Μουσείο, με τον ίδιο τρόπο που και το Μουσείο ταυτίστηκε μαζί του, θα ήταν δύσκολο να βρεθεί.
Το Μπενάκη είναι ίσως το πιο «ελληνικό» μουσείο. Αναφέρομαι κυρίως στη φιλοσοφία, στα εκθέματα και στη μουσειολογική αντίληψη της κεντρικής του συλλογής. Αλλά ελληνικό δεν σημαίνει «τοπικό» και «εσωστρεφές». Είναι και ευρωπαϊκό και διεθνές. Από την άποψη αυτή η επιλογή ενός Γάλλου δεν είναι καθόλου παράδοξη. Αλλωστε ο Ολιβιέ Ντεκότ δεν είναι «ουρανοκατέβατος». Εχει τη μεγάλη ελληνική εμπειρία που απέκτησε διευθύνοντας το Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας, γνωρίζει πρόσωπα, πράγματα αλλά και τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής πολιτικής. Επιπλέον είναι στέλεχος του γαλλικού υπουργείου Πολιτισμού στον χώρο της διαχείρισης και φορέας μιας πρακτικής και μιας αντίληψης πολιτικής πολιτισμού που έχει πολύ καλά συγκροτηθεί στη Γαλλία. Σύμφωνα με τον Κλοντ Μολάρ, ο πολιτισμός είναι «πέμπτη εξουσία».
Το Μουσείο Μπενάκη έχει δυναμική, είναι ένα μοναδικό «εργαλείο». Ο νέος διευθυντής παίρνει λοιπόν στα χέρια του έναν μοναδικό πλούτο που μπορεί να λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



