Τι καταλάβατε από τη σύντομη επαφή σας με την πολιτική;
«Θαύμασα πώς λειτούργησε αυτή η υπηρεσιακή κυβέρνηση. Νόμιζα ότι θα είναι διακοσμητικός ο ρόλος μου, όμως μπόρεσα να πάρω αποφάσεις και να τις προχωρήσω. Πήγα αρκετά προετοιμασμένη με προτάσεις που είχα κάνει σε προηγούμενους υπουργούς».
Αυτές τις σκέψεις υπάρχει πιθανότητα να τις δούμε να πραγματοποιούνται;
«Νομίζω ότι ο κ. Μπαλτάς τις έχει αγκαλιάσει με θέρμη και θα προχωρήσουν. Η κήρυξη του Ολυμπιακού Πάρκου σε ιστορικό τόπο ώστε να αξιοποιηθεί, να συντηρηθεί και να προστατευτεί. Σκεφτείτε. Ο «Τοίχος των Εθνών» είναι το μεγαλύτερο κινητικό γλυπτό του κόσμου, εμπνευσμένο από τους αρχαίους χιτώνες».
Προτείνατε κάτι σε σχέση με τα μουσεία;
«Να δημιουργήσουμε θεματικές εκθέσεις από τα ντεπό των μουσείων. Αρχικά πέντε εκθέσεις: Η ιστορία της Ελληνικής Τέχνης από τα Μινωικά ως τα Ρωμαϊκά χρόνια. Η Αθηναϊκή Δημοκρατία. Το Κάλλος στην αρχαιότητα, Το ευ αγωνίζεσθαι. Η ιστορία της Ναυσιπλοΐας από τη Μινωική εποχή ως σήμερα. Εκθέσεις που θα δανείζονται επί χρήμασι σε κινεζικά μουσεία, σε πανεπιστήμια στην Αμερική κ.λπ. Πιστεύουμε ότι οι πρώτες θα είναι έτοιμες σε έναν χρόνο».
Για την Αμφίπολη;
«Τους είπα ότι δεν είναι ώρα να συζητούμε τη χρονολόγηση του μνημείου, πρώτα να το σώσουμε από φυσικές καταστροφές».
Εχετε άποψη τι μπορεί να είναι εκεί;
«Εχω αλλά δεν θα την πω γιατί δεν είμαι προετοιμασμένη να έχω εμπεριστατωμένη άποψη. Το βέβαιο είναι ότι πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό μνημείο για σημαντικά πρόσωπα. Εχω άποψη και για το τμήμα της Εγνατίας που βρέθηκε στο μετρό της Θεσσαλονίκης. Θεωρώ πως είναι πολύ πιο ζωντανό κομμάτι της πόλης από ένα αρχαίο άγαλμα και πρέπει να συντηρηθεί. Δεν υπέγραψα την απόφαση γιατί θα ήταν οριστική. Ενημέρωσα και τον διάδοχό μου».
Δεν θα έπρεπε να έχουμε έναν μόνιμο υπουργό Πολιτισμού;
«Νομίζω ναι. Υπάρχουν θέσεις που δεν θα έπρεπε να είναι πολιτικές».
Ποια είναι η πρώτη παιδική ανάμνηση που σας φέρνει χαμόγελο;
«Ο πατέρας μου ήταν σιδηρουργός. Οι γονείς μου είχαν φτιάξει έναν οντά στο σιδεράδικο, είχαν χωρίσει ένα κομμάτι και το έκαναν σαν σπίτι. Γεννήθηκα στο σιδεράδικο. Ο πατέρας μου είχε κλέψει τη μητέρα μου που ήταν δεκαέξι χρόνων και οι γονείς της δεν τον ήθελαν. Οι ωραιότερες παιδικές αναμνήσεις είναι στο σιδεράδικο. Ενας κόσμος μαγικός. Ηταν Ηφαιστος ο πατέρας μου. Ηθελα να τον διαδεχθώ. Ο δε παππούς μου ήταν ο μεγαλύτερος παραμυθάς του χωριού».
Η μητέρα σας;
«Η μαμά μου, παρ’ όλο που ήταν σχεδόν αγράμματη, ήταν εξαιρετικά ποιητική φύση. Επειδή χωρίσαμε αρκετά νωρίς, γιατί παντρεύτηκα μικρή, μου έγραφε γράμματα ακόμη και για το πώς έβγαιναν τα κυκλάμινα. Επειδή πέθανε από καρκίνο και δεν μπόρεσα να είμαι κοντά της όσο ήθελα, αυτά τα γράμματα τα έχω αλλά δεν αντέχω να τα διαβάσω».
Το σχολείο το εγκαταλείψατε αρχικά…
«Δεν υπήρχε γυμνάσιο στο Αρκαλοχώρι και πήγαινα στο Ηράκλειο. Πήγα τρεις τάξεις. Οι γονείς μου, επειδή είχα αρχίσει να μεγαλώνω, θεωρούσαν ότι είμαι όμορφο κορίτσι και μπορούσα να πάρω τον κακό δρόμο και δεν ήθελαν να είμαι μακριά τους. Εγώ όμως το είχα βαθύ καημό. Τότε γνώρισα τον Δημήτρη Πλάκα. Ηρθε στο κοινοτικό γυμνάσιο στο Αρκαλοχώρι επειδή ήταν αριστερός και δεν είχε πιστοποιητικό φρονημάτων για να διοριστεί αλλού».
Γνωρίζατε ότι είναι αριστερός;
«Φυσικά. Εν τω μεταξύ, για να ξεφεύγω από το σπίτι και τις δουλειές στα χωράφια, δούλευα κάθε Σάββατο πωλήτρια σε ένα μαγαζί. Το αφεντικό μου ήταν μακρινός συγγενής και αριστερός. Επιασαν αμέσως φιλία με τον Πλάκα. Εκεί ξεκίνησε κάποιο φλερτ, στην αρχή με βιβλία που μου δάνειζε από τη βιβλιοθήκη του και με πλάκες μουσικής. Ηταν η πηγή πολιτισμού στο Αρκαλοχώρι. Mε παρότρυνε και ξανάρχισα το σχολείο από την τρίτη τάξη. Από μαθήτρια του δεκαέξι έγινα η καλύτερη».
Αυτό σας έκανε φοιτήτρια Αρχαιολογίας στην Αθήνα…
«Δεν υπήρχε η Ιστορία της Τέχνης τότε. Εζησα πολύ δύσκολα αλλά ευτυχισμένη επειδή έκανα αυτό που ήθελα. Ζούσα κυριολεκτικά σε ένα πρώην κοτέτσι στην οδό Θεμιστοκλέους. Πατεράδες συμμαθητών μου το έκαναν ωραίο και κατοικήσιμο. Ετρωγα στη Λέσχη. Ο Δημήτρης ήταν διορισμένος στο Ηράκλειο με άθλιο μισθό. Οδύσσεια φτώχειας».
Ηρθε κάποια στιγμή που κινδυνεύσατε να πισωγυρίσετε;
«Υπήρξε μια τέτοια στιγμή. Οταν τελείωσα το Πανεπιστήμιο μπορούσα να διοριστώ αμέσως στην Αθήνα. «Θα είναι ηλίθιο να αρνηθείς» μου είπε ο Δημήτρης. Για πρώτη φορά δεν είχε δίκιο. Του είπα ότι δεν θα δεχτώ, θα δώσω για υποτροφία εξωτερικού, θα την κερδίσω και θα σπουδάσω, αλλιώς θα μείνω καθηγήτρια».
Θυμόσαστε την πρώτη φορά που καταλάβατε ότι προορισμός σας είναι η τέχνη;
«Προτού τελειώσω το Πανεπιστήμιο, έκανα ένα ταξίδι στην Ιταλία με πολύ φτωχά μέσα. Είχα σιδηροδρομικό εισιτήριο διαρκείας και έμενα στους ξενώνες νέων. Εχω ακόμη τις σημειώσεις από τα μουσεία που επισκέφτηκα. Ηταν το ταξίδι μύησής μου».
Ο Ρίλκε έγραψε ότι «η τέχνη είναι μια κοσμοθεωρία αντίστοιχη της θρησκείας και της πολιτικής. Απλώς είναι διαχρονική».
«Ο Αριστοτέλης λέει ότι «Το αληθινό έργο τέχνης είναι ζώον», ζωντανός οργανισμός, γιατί έχει ενσωματώσει την ανθρώπινη εμπειρία. Στους μαθητές μου μιλάω για τη διαφορά του πορτρέτου από τη φωτογραφία. Ο Ρολάν Μπαρτ τη λέει «θανατογραφία» γιατί είναι η απαθανάτιση μίας στιγμής. Ο ζωγράφος διεισδύει στον άνθρωπο που ζωγραφίζει, βάζει μέσα τη διάρκεια. Αυτό δεν υπάρχει σε μία φωτογραφία. Στα μεγάλα πορτρέτα του Ρέμπραντ, του Τιτσιάνο, του Γκρέκο, ο καλλιτέχνης έχει αιχμαλωτίσει τον χαρακτήρα και την ψυχολογία και όχι μία στιγμή».
Ακούμε διαρκώς για την εκλαΐκευση της τέχνης. Πρέπει να έχει όριο η εκλαΐκευση;
«Εγώ που ισχυρίζομαι και πιστεύω ότι μιλάω πολύ απλά για την τέχνη δεν νομίζω ότι την εκλαϊκεύω. Η μεγάλη τέχνη δεν εκλαϊκεύεται. Δεν μπορείς να την προσβάλεις. Αν δεν τη νιώθεις, σταματάς σε ένα σημείο προσέγγισης».
Τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και πιο φανερή η σχέση μεταξύ τέχνης και επιστήμης.
«Είχα την τύχη να διδάξω Ιστορία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης στους φυσικούς. Ηταν πολύ ωραίο να αναζητούμε τη σχέση αυτή. Βεβαίως ήταν γνωστή η σχέση του Πικάσο με τις θεωρίες του Αϊνστάιν. Ο Καντίνσκι, ένας διανοούμενος καλλιτέχνης, όταν διατυπώνεται η θεωρία της σχετικότητας είναι που δημιουργεί τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό που ουσιαστικά είναι μια έκρηξη συμπαντική. Βλέπεις τις διάφορες κηλίδες να έλκονται και να απωθούνται μέσα σε έναν συμπαντικό χώρο».
Επομένως μάλλον εν γνώσει τους οι μεγάλοι ζωγράφοι έχουν «χρησιμοποιήσει» την επιστήμη.
«Οταν ο Μιχαήλ Αγγελος ζωγράφιζε τη «Δευτέρα Παρουσία», ο Κοπέρνικος διατύπωνε την Ηλιοκεντρική θεωρία του την οποία είχε στείλει στον Πάπα. Ο τρόπος που βάζει τον Χριστό στη μέση, σαν Ηλιο, και γύρω του ομάδες που κινούνται σε ένα χώρο αχανή και συμπαντικό, σαν πλανήτες, λέγεται ότι είναι επηρεασμένος από τη θεωρία του Κοπέρνικου».
Οι νεοέλληνες πέφτουμε εύκολα στην παγίδα του ελληνοκεντρισμού.
«Ο ελληνοκεντρισμός μπορεί να είναι κούφιος, αλλά μπορεί να είναι και συνείδηση ευθύνης. Είμαι ένας από αυτούς που έχουν πολύ μεγάλη περηφάνια για την Ελλάδα, αλλά αυτή η περηφάνια είναι και πόνος και οδύνη και ευθύνη, γιατί σκέφτομαι τι μας παραδόθηκε και πού είμαστε. Η παράδοση, η τέχνη, η αρχαιότητα, είναι κούφια λόγια όταν ούτε παιδεία αντάξια έχουμε, ούτε αισθητική, ούτε πόλεις να σταθούν δίπλα σε αυτά τα ιερά χώματα. Είναι μια ευθύνη να είσαι δίπλα στον Παρθενώνα».
Η νέα Πινακοθήκη που θα δουν οι Ελληνες;
«Θα είναι έτοιμη τους πρώτους μήνες του 2017. Θα είναι ένα λαμπρό μουσείο με μια καινούργια αρχιτεκτονική».
Αυτό που κάνατε με τη Γλυπτοθήκη είναι εξαιρετικό.
«Και θα συμπληρωθεί. Θα γίνει ένα από τα πιο πρωτοποριακά μουσεία στον κόσμο γιατί θα είναι και Επισκέψιμη Αποθήκη. Εχουμε 10.000 ζωγραφικά έργα. Από αυτά, τα 4.000 περίπου είναι αξιοθέατα».
Οτιδήποτε είναι βασανιστικό στη ζωή μας, όταν αποτυπώνεται στην τέχνη λυτρώνεται…
«Είναι μια μορφή κάθαρσης. Αν είναι έντεχνα παρουσιασμένο, εμπεριέχει την κάθαρση. Αν είναι άτεχνα παρουσιασμένο είναι απλώς καταγγελία του τραγικού».
Στην τέχνη όμως δεν υπάρχει η έννοια της προόδου.
«Στην Ιστορία της Τέχνης οι κυρίαρχες μορφές επικοινωνίας επιβάλλουν τους κανόνες τους στις δευτερεύουσες. Ως το 1850 η τέχνη ήταν κυρίαρχη μορφή επικοινωνίας, ακόμη και μέσω της λιθογραφίας, και στις εκκλησίες όπου μέσα από τις εικόνες επικοινωνούσαν οι αναλφάβητοι. Οταν βγήκε η εφημερίδα, η φωτογραφία, η τηλεόραση, οι νόμοι τους επιβλήθηκαν και στην τέχνη και κατήργησαν μία από τις βασικές αρχές της, που ήταν η φιλοδοξία της αιωνιότητας. Σήμερα όλες οι μορφές τέχνης είναι εφήμερες και φιλοδοξούν να μπουν στην αιωνιότητα μέσα από δευτερογενούς μορφής τέχνες, όπως η φωτογραφία, το βίντεο».
Αν εμφανιστεί ένας καινούργιος Ελ Γκρέκο, θα επιβιώσει;
«Εχουμε μορφές αντίστασης. Κατά παράδοξο τρόπο, την ίδια στιγμή που ο Τζεφ Κουνς πουλάει για δέκα εκατομμύρια, πουλάνε ο Φρόιντ και ο Μπέικον για είκοσι εκατομμύρια. Αρα δεν πέθανε ο παλιός τρόπος να εκφράζεσαι».
Στην εποχή μας θεωρείτε ότι θα έπρεπε να δημιουργείται περισσότερη τέχνη;
«Είμαστε στην εποχή που η παλιά τέχνη έχει αποκτήσει πολύ μεγάλη αξία, τόση που αρχίζει να ταυτίζεται κάπως με τα ιερά λείψανα και τα μεγάλα μουσεία αρχίζουν να μοιάζουν με υπερμεγέθεις λειψανοθήκες. Δεν τα εξευτελίζουν, τους δίνουν την αξία των ιερών λειψάνων. Ισως αυτό ξεδιψάει την ανάγκη του κόσμου για έργα τέχνης και γι’ αυτό να μην έχει ανάγκη από σύγχρονα. Μας αρκεί να επικοινωνούμε με αυτά».
Αν είχατε τη δυνατότητα να έχετε κάποιον πρωτότυπο πίνακα στο σπίτι σας, ποιον θα διαλέγατε;
«Το βλέπω και λίγο ως γυναίκα… Θα μου άρεσαν πάρα πολύ οι υπέροχοι νέοι του Τιτσιάνο. Από τον Γκρέκο θα ήθελα το πορτρέτο του «Ηλικιωμένου»».
Υπάρχει κάτι στη ζωή που θεωρείτε ότι θυσιάσατε για την τέχνη;
«Ως νεαρή γυναίκα δεν πήγα ποτέ σε ένα πάρτι. Δεν έζησα νεανική ζωή, ήμουν διαρκώς στον αγώνα σπουδής και επιβίωσης. Δεν θεωρώ όμως ότι έχασα. Μάλλον κέρδισα. Και παιδιά που δεν έκανα, ήταν από βούληση. Ο Πλάκας έλεγε ότι πρέπει να διαλέξω. «Δεν μπορείς να είσαι και καλή μητέρα και καλή επιστήμων». Διάλεξα αυτόν τον δρόμο και δεν με έχει στενοχωρήσει».
Ενας άνθρωπος σαν εσάς πώς βιώνει την απώλεια και τη μοναξιά;
«Πιστεύω ότι ο άνθρωπος που είναι αληθινά πνευματικός, δεν είναι ποτέ μόνος. Αυτό είναι το μεγάλο δώρο που μας κάνει η παιδεία. Οτι καταλύει τη μοναξιά. Επίσης δεν φοβάμαι τον θάνατο και λίγο-πολύ δεν φοβάμαι και τα γηρατειά. Αυτό μου το έμαθε η Αννα Σικελιανού που ήταν σοφός άνθρωπος».
Τελικά τι θεωρείτε κλασικό;
«Ο Πρεβελάκης έλεγε: «Κλασικός είναι αυτός που κινείται εντεύθεν των ορίων του». Αυτό έπρεπε να κάνουν οι πολιτικοί. Αποτυγχάνουν γιατί βάζουν διαρκώς όριο τις επόμενες εκλογές. Δεν σκέφτονται ποτέ το μέλλον, που είναι πολύ πέραν των επόμενων εκλογών».
Εχουν οδηγήσει τα νέα παιδιά να μη βλέπουν ορίζοντα.
«Οταν με καλούν σε σχολεία τους λέω: «Μη βλέπετε τη μαυρίλα και τα αδιέξοδα. Eπενδύστε στη γνώση γιατί η εποχή μας προσφέρεται». Και το ότι φεύγουν τα παιδιά στο εξωτερικό το βλέπω θετικό. Η γνώση και η δημιουργικότητά τους θα μπουν σε ένα περιβάλλον που θα αναπτυχθούν. Είναι καλό για την Ελλάδα γιατί, όταν θα τους χρειαστεί, θα είναι έτοιμοι».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ