Επανέρχονται στο προσκήνιο τα σχέδια των ελληνικών τραπεζών για τη δημιουργία μεγαλύτερων σχημάτων στις χώρες των Βαλκανίων όπου δραστηριοποιούνται μέσω συγχωνεύσεων ή ανταλλαγής θυγατρικών. Πρόκειται για μια στρατηγική που έχει ως στόχο να μεγιστοποιήσει το μέγεθος και την αξία των επενδύσεών τους στο εξωτερικό ώστε να πωληθούν σε βάθος χρόνου αποφέροντας περισσότερα έσοδα στις μητρικές. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, τον τελευταίο καιρό γίνονται συζητήσεις μεταξύ όλων των ελληνικών τραπεζών, χωρίς ωστόσο προς το παρόν να έχουν καταλήξει σε συγκεκριμένες συμφωνίες.
Και στο παρελθόν είχε επιχειρηθεί ανάλογο εγχείρημα. Αρχικά όμως η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση που έπληξε τις βαλκανικές χώρες και στη συνέχεια η ελληνική κρίση και οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των εγχώριων τραπεζών μετέθεσαν για το μέλλον τα όποια σχέδια.
Σήμερα εκτιμάται ότι οι συνθήκες ευνοούν την επίτευξη συμφωνιών. Και τούτο διότι έχουν βελτιωθεί τα μεγέθη και οι επιδόσεις των ελληνικών θυγατρικών στα Βαλκάνια σε σημείο που να μπορούν να υποστηρίξουν τέτοιου είδους κινήσεις. Αλλωστε, οι ελληνικές τράπεζες έχουν την υποχρέωση, στο πλαίσιο των σχεδίων αναδιάρθρωσης που έχουν εγκριθεί από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG Comp), είτε να συρρικνώσουν το μέγεθος της παρουσίας τους στο εξωτερικό είτε να τη μειώσουν με πώληση περιουσιακών τους στοιχείων.
Οι θυγατρικές των ελληνικών τραπεζών αποτελούν σημαντικό περιουσιακό στοιχείο του εγχώριου τραπεζικού συστήματος και δεν επιβαρύνουν τους μητρικούς ομίλους με κεφάλαια ή ρευστότητα, ενώ επιπλέον τα αποτελέσματά τους βελτιώνονται και από το 2015 αναμένεται να επανέλθουν σταδιακά σε κερδοφορία.
Κεφαλαιακή βάση


Οπως αναφέρει ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank κ. Σταύρος Ιωάννου, «οι θυγατρικές των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό έχουν μηδενική έκθεση σε ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου, δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας και διαθέτουν ισχυρή τοπική βάση καταθέσεων, μηδενική ή ελάχιστη έκθεση στις μητρικές τράπεζες και εξαιρετικά ισχυρή κεφαλαιακή βάση». Ως παράδειγμα ισχυρής κεφαλαιακής βάσης αναφέρει τα υψηλά επίπεδα των θυγατρικών της Eurobank Postbank Βουλγαρίας (25%) και Bancpost Ρουμανίας (18,5%).
Σύμφωνα με τον ίδιο, «οι δραστηριότητες των θυγατρικών στα Βαλκάνια δεν επηρεάζονται ουσιαστικά από τις εξελίξεις στην Ελλάδα».
Με βάση τα στοιχεία των τραπεζών, οι θυγατρικές τους έχουν λάβει επαρκείς σωρευτικές προβλέψεις στα χαρτοφυλάκια των χορηγήσεών τους, με αποτέλεσμα η κάλυψή τους να βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα. Συγκεκριμένα, στην Alpha Bank ανέρχονται σε 74%, στη Eurobank σε 65,4%, στην Τράπεζα Πειραιώς σε 60% και στην Εθνική, χωρίς να υπολογίζεται η Τουρκία, σε 54,4%.
Ασφαλές πλαίσιο


Η ισχυρή κεφαλαιακή θέση, η ικανοποιητική ρευστότητα και η απεξάρτηση από τους μητρικούς ομίλους, σε συνδυασμό με την ισχυρή διοικητική στελέχωση και τη συνεργασία τους με τις τοπικές ρυθμιστικές αρχές, την ΕΚΤ και τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, δημιουργούν ένα πλαίσιο που θεωρείται, σύμφωνα με τον κ. Ιωάννου, ότι «τους εξασφαλίζει συνθήκες οι οποίες τους επιτρέπουν να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν με επιτυχία κάθε πιθανή δυσμενή εξέλιξη που μπορεί να προκύπτει από τις μακροοικονομικές συνθήκες στην Ελλάδα».
Σύμφωνα πάντως με τον ίδιο, «η διαφαινόμενη συμφωνία με τους ευρωπαίους εταίρους μας όχι μόνο θα απελευθερώσει τις δυνάμεις του εγχώριου τραπεζικού συστήματος αλλά και θα απομακρύνει οποιοδήποτε ενδεχόμενο αρνητικής επίπτωσης στις θυγατρικές των ελληνικών τραπεζών στην ευρύτερη περιοχή, γεγονός που θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη θέση τους και τη συμβολή τους στα αποτελέσματα των μητρικών ομίλων».

Καλές επιδόσεις
Εχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη των καταθετών
Οι ελληνικές τράπεζες είναι σημαντικοί παίκτες στην τραπεζική αγορά της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, ιδιαίτερα στη Βουλγαρία και στην πΓΔΜ (με μερίδιο περίπου 22%) αλλά και στη Ρουμανία, στην Αλβανία, στη Σερβία και στην Κύπρο.
Οι θέσεις τους σε ρευστότητα παρακολουθούνται τακτικά τόσο από τις τοπικές αρχές όσο και από την ΕΚΤ στο πλαίσιο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM) για όσες βρίσκονται εντός ΕΕ. «Είναι αξιοσημείωτο» αναφέρει ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank «πως, παρά την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, οι τοπικοί καταθέτες συνεχίζουν να εμπιστεύονται τις ελληνικές τράπεζες εκεί και οι καταθέσεις παραμένουν σταθερές ενώ σε ορισμένες χώρες εμφανίζουν και αύξηση».
Οι ξένες θυγατρικές των ελληνικών τραπεζών παρουσιάζουν καλές επιδόσεις στις χώρες όπου δραστηριοποιούνται. Σύμφωνα με τον ίδιο, «υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι οι θυγατρικές της Eurobank στο εξωτερικό θα επιστρέψουν στην κερδοφορία κατά το τρέχον έτος για πρώτη φορά μετά το πρώτο τρίμηνο του 2013, τάση η οποία είναι ήδη εμφανής στα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου του 2015».
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου που ανακοίνωσε η τράπεζα την περασμένη εβδομάδα, τα καθαρά κέρδη από τις δραστηριότητες στα Βαλκάνια και στην Κύπρο ανήλθαν σε 15 εκατ. ευρώ έναντι ζημιών 47 εκατ. ευρώ το τέταρτο τρίμηνο του 2014.
Η επιστροφή στην κερδοφορία υποστηρίζεται από τη συντηρητική πολιτική προβλέψεων που συμβάλλει στην εξυγίανση των χαρτοφυλακίων, από τον περιορισμό του κόστους καταθέσεων, τον συνεχή εξορθολογισμό του λειτουργικού κόστους και την ενίσχυση του ισολογισμού των τραπεζών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ