Τα πολιτικά κόμματα, ελάχιστες-έως και μηδενικές- ευκαιρίες μας δίνουν να τα εκτιμήσουμε και να τα αποδεχθούμε ως λαοπρόβλητους φορείς εξουσίας και προπάντων άξια της εμπιστοσύνης μας. Αντίθετα., μας έχουν οδηγήσει σε τέτοιο σημείο δυσανεξίας ώστε να έχει καθιερωθεί ως κλισέ-και τα κλισέ, παρότι βαρετά, επαναλαμβάνουν αναμφίλεκτες αλήθειες- ό,τι εκφράζει απαρέσκεια, αγανάκτηση και παραίτηση όπως: «Δεν βαριέσαι. Ολοι τους ίδιοι είναι! Ολοι να φάνε θέλουν!». Και δικαιολογημένα γιατί οι πολιτικοί σπάνια πράττουν τι που θα αμβλύνει την αβεβαιότητα του πολίτη.
Πάμε μια βόλτα να ψηφίσουμε;
Στο εσωτερικό τα κόμματα εξουσίας φέρουν αποκλειστική ευθύνη για την μνημειώδη κακοδιαχείρηση, την εγκληματική διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, τους εμφυτευμένους εγκάθετους που, αφού εγκαθίστανται σε θέσεις κλειδιά, διορίζουν κατά βούληση ημέτερους (αφού πρωτίστως, φυσικά ευλογήσουν τα δικά τους γένια) καθιστώντας την έννοια της αξιοκρατίας κενή οιουδήποτε σημασιολογικού περιεχομένου και εξαναγκάζοντας νέους ανθρώπους προσοντούχους και ταλαντούχους να αυτοεξορίζονται εγκαταλείποντας την Ελλάδα γεμάτοι πικρία και απογοήτευση.
Εχουμε πλέον καταντήσει να ψηφίζουμε ένα κόμμα από κεκτημένη συνήθεια. Να πηγαίνουμε στο Εκλογικό Τμήμα σχεδόν μηχανικά, έτσι σαν κυριακάτικη βόλτα χωρίς συγκεκριμένο προορισμό, ενώ κάποιοι πολίτες παύουν κάποτε να ψηφίζουν ωσάν να κόβουν κακές συνήθειες. Άλλοι πάλι το σκέπτονται, το μελετούν και παίρνουν τη τελική απόφαση πίσω από το παραβάν. Υστερα ρίχνουν το φάκελο στην ψηφοδόχο και φεύγουν επιλέγοντας μεταξύ σπιτικού φαγητού ή, ταβέρνας.
Φέτος όμως ο λαός δεν θα ψηφίσει ουσιαστικά ΣΥΡΙΖΑ, o oποίος μάλλον θα κερδίσει τις εκλογές : θέλει απλώς «Να φύγουν αυτοί»,η ανίερη συμμαχία των δύο πρώην αντιπάλων κομμάτων εξουσίας που μέχρι πρότινος δεν συγκυβερνούσαν, αλλά κυβερνούσαν καθένα χωριστά, ωσάν εναλλάξ «λαοπρόβλητοι εθνοσωτήρες.» που οδήγησαν τη χώρα in extremis.
Τις πταίει
Αλλά πώς φθάσαμε εδώ; Φταίει η Μέρκελ; Ο Σόιμπλε; Ο εν πολλαίς αμαρτίες γηράσας «αγκαλίτσας» του πρωθυπουργού μας, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ; Η, φταίει «το κακό το ριζικό μας»; Ας μιλήσουμε για το τελευταίο. Για την επίδειξη αρχοντοχωριατισμού και βλάχικου «show off» από την πληγείσα μεσαία τάξη-κυρίως- που εξοπλίσθηκε-ούτως ειπείν- με παντός είδους πιστωτικές κάρτες, αγόρασε τζιπ, κότερα και έχτισε σπίτια τριπλάσιου -και βάλε- μεγέθους, από ό,τι χρειαζόταν να κατοικήσει με μεγάλη άνεση μη παραλείποντας το αδιάψευστο τεκμήριο οικονομοκοινωνικής καταξίωσης, την πισίνα . Με την έλευση της κρίσης δεν μπόρεσαν να «τιμήσουν» τα χρέη τους και η λέξη «πλειστηριασμός» έγινε το ανάθεμα πολλών αστών. Όπως το αδιόρθωτο κράτος, έτσι και οι αστοί κατασκεύασαν έναν τεχνητό παράδεισο πατώντας στο πολύ στρώμα πάγου του συνεχούς δανεισμού και κάποτε (πολύ αργά αφού είχαν παρακοιμηθεί) ανάμεσα στο 2008 και 2009 ξύπνησαν έμφοβοι μπροστά σε έναν οικονομικό Αρμαγεδδώνα, εμφανίζοντας τάσεις αυτοχειρίας
Οσο για το κράτος τι να πεις για την «ηθικο-νόμιμη «Βουλγαρακι-άδα»; Την αδηφάγο «Τσοχατζοπουλ-ιάδα»; Τι να πεις για τα Μαγγίνεια αλλά και τα Παυλίδεια άγη; Πώς να μην αναμέλψεις έμπλεος θαυμασμού για το Βατοπέδι και τα παρατράγουδα του; Αλλά και πώς να μην «κουφαθείς» από τα τόσο έκκροτα καρατζαφέρεια «πυροτεχνήματα» και τα πάρε-δώσε (δωροδοκία- δωροληψία) με τη ΖΙΜΕΝΣ;
Οι Μέρκελ και Σόιμπλε ευθύνονται στη Ν. Ευρώπη για την επιβολή μιας ανθρωποκτόνου λιτότητας. Ειδικότερα η Μέρκελ σε μια ψυχολογική κατάσταση «υπέροχης τρέλας» είχε κολλήσει στο λαμπρό παράδειγμα της «Σουηδής νοικοκυράς»: Μαγειρεύεις σήμερα και αύριο μαζεύεις τα αποφάγια και βράζεις μια λαχταριστή σούπα!
Υπάρχει κάποιο ελπιδοφόρο μέλλον;
Τι θα περιμέναμε (υποθετικά) από μια ενδεχόμενη, βάσει των τρεχουσών δημοσκοπήσεων, κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με την προβληματική αυτοδυναμία του; . Ας θίξουμε μερικά από τα πιο δύσκολα, τις ονειρώξεις κάθε ευσεβούς και ταλαιπωρημένου αριστερού, διατηρώντας μια συγκρατημένη εκ των πραγμάτων απαισιοδοξία.
1..Να χτυπήσει στην καρδιά της τη φαυλοκρατία. Εκατοντάδες τυχοδιώκτες και λαμόγια θα παρεισδύσουν στην Κουμουνδούρου καταθέτοντας βιογραφικό Αριστερού αγωνιστή, θύματος «της «επάρατης Δεξιάς» που περιμένουν τώρα πλήρη αποκατάσταση και ανάλογη δικαίωση
2. Να αναστήσει παντί τρόπω (όχι με δανεικά) το πνέον τα λοίσθια κοινωνικό κράτος, αυτό το μέγα απόκτημα αγώνων των σοσιαλιστών, που ουσιαστικά ταυτίζονται με τον Χριστιανισμό και τον ουμανισμό στις πιο ανθρωπιστικές εκφάνσεις του.
3. Να επιβληθεί ένα κράτος δικαίου όπου ο καθένας θα καταβάλλει φόρους σύμφωνα με τις οικονομικές του αντοχές. Αλλά και ο καθένας θα έχει δικαίωμα συμμετοχής στο κοινωνικό γίγνεσθαι, χωρίς μια κοινωνία αποκλεισμού και κοινωνικού ρατσισμού που κλείνει την πόρτα κατάμουτρα σε άξιους , βάσει της εύστοχης ρήσης ότι εσαεί θα «επιπλέουν μόνο οι φελλοί και τα περιττώματα»..
4.Να ανακτηθεί η χαμένη ανεξαρτησία και αξιοπρέπειά μας που τόσο χυδαία διασύρθηκαν. Αυτό αποτελεί ηθική υποχρέωση προς όσους πολέμησαν το φασισμό και θυσιάστηκαν για την ελευθερία. Ενας λαός που αγωνίστηκε κατά του ναζισμού με τέτοια αυταπάρνηση, μία χώρα όπου άνθησε το πιο φίνο λουλούδι, της δημοκρατίας και εθνικής κυριαρχίας, αυτό της εθνικής αντίστασης,, δεν αξίζει τέτοια μεταχείριση από τρόικες και άλλους, όπως οι κακοηθέστατες φυλλάδες του γερμανικού Τύπου . Αλλωστε αναλογίστηκαν ποτέ πόσο ευθύνονται οι ΕΕ, ΕΚΤ και ΔΝΤ με ασύγγνωστα λάθη για το ελληνικό οικονομικό δράμα;
5.Οι διεκδικήσεις μας για πολεμικές αποζημιώσεις δύσκολα θα ικανοποιηθούν, αλλά η ληστρική αρπαγή του κατοχικού «δανείου» συγκεντρώνει όλα τα εχέγγυα ώστε ύστερα από μια δίκαιη δίκη να αποδοθεί δικαιοσύνη από κάποιο Διεθνές Δικαστήριο. .
6.Τέλος, κάτι πρέπει να γίνει για εκείνη τη φάρσα της βιωσιμότητας του χρέους. Το 1953 στο Λονδίνο οι Σύμμαχοι απάλλαξαν τη (Δυτική) Γερμανία από το μισό τού χρέους της και επανασχεδιάστηκε η εξόφληση του άλλου μισού ώστε να ξεπληρωθεί σε μια πολύ μακρά περίοδο. Χωρίς αυτή τη «διευκόλυνση» το «γερμανικό θαύμα» θα ήταν αδιανόητο. Και για την πραγμάτωσή του συνέβαλαν όσο μπορούσαν τα ονομαζόμενα κράτη-PIIGS: Ελλάδα, Ιταλία, Ιρλανδία και Ισπανία. Τώρα οι Γερμανοί-έστω και με ψήγματα ιστορικής συνείδησης- υποχρεώνονται να πράξουν το ίδιο.
Ενας έμφοβος λαός με ένα άδηλο μέλλον, όπου η κρατική εξουσία ανενδοίαστα εκλογικεύει τη μιζέρια, την πείνα και την απόγνωση και ένας αισιόδοξος μνηστήρας με ένα όραμα ουτοπίας /ευτοπίας ένθα ουκ έστι λύπη ή στεναγμός, μηδέ χρέη και ελλείμματα αφού θα χαθούν στον λεπτό αέρα ώστε να μην ξαναβρεθούν ποτέ. Όπως είχε τονίσει χαρακτηριστικά ο νομπελίστας Τζόζεφ Στίνγκλιτς κάποτε: «Το πρόβλημα του ελληνικού χρέους λύνεται πανεύκολα». Τι καθόμαστε λοιπόν;
Ο Θάνος Κακουριώτης είναι ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ



