«Τα έσοδα από τον πολιτισμό θα έπρεπε να είναι 300 εκατ. ευρώ από 40 εκατ. ευρώ που είναι σήμερα» σημειώνει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) κ. Ανδρέας Ανδρεάδης. «Δεν είναι ότι χάνουμε 260 εκατ. ευρώ, αλλά ότι η προστιθέμενη αξία δεν αναδεικνύεται» προσθέτει. Και υπογραμμίζει την ανάγκη εκπόνησης ολοκληρωμένου σχεδίου αξιοποίησης, ανάδειξης και προβολής του πολιτιστικού μας κεφαλαίου και των υποδομών του, με κύριους άξονες την αναδιοργάνωση του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΤΑΠΑ) στα διεθνή και ευρωπαϊκά πρότυπα και έναν σύγχρονο σχεδιασμό μάρκετινγκ για τα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους.
Σύμφωνα με τη μελέτη, τα ετήσια έσοδα από την αξιοποίηση της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς μπορούν να ξεπεράσουν τα 300 εκατ. ευρώ σε μια πενταετία, μέσω της υλοποίησης 11 βασικών δράσεων και της ανάπτυξης κατάλληλων υποδομών σε τρεις άξονες στρατηγικής, με βάση το ευρωπαϊκό μοντέλο: τα προϊόντα και τις υπηρεσίες, την προβολή και το δίκτυο και την εμπειρία επισκέπτη. Η υλοποίηση της νέας στρατηγικής έχει ως προαπαιτούμενο την αναδιάρθρωση και τον εμπλουτισμό της οργάνωσης του ΤΑΠΑ με νέες λειτουργίες, καθώς και την ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων (π.χ. ανάπτυξη προϊόντων, προώθηση, διαχείριση καναλιών πωλήσεων).
«Είναι ευκαιρία, με αφορμή την Αμφίπολη, να τεθεί το θέμα του ΤΑΠΑ» υποστηρίζει ο κ. Ανδρεάδης. «Η επέκταση του ωραρίου είναι ένα θετικό βήμα, που προφανώς πρέπει να συνεχιστεί» λέει και επισημαίνει την απουσία ετήσιου εισιτηρίου εισόδου, ηλεκτρονικής έκδοσης εισιτηρίων, καθώς και τη γραφειοκρατική διαδικασία μίσθωσης αρχαιολογικού χώρου. «Θα μπορούσαν να ορίζονται οι χρήσεις του κάθε χώρου και το αντίστοιχο τίμημα».
Τρεις φορές χαμηλότερα από το εξωτερικό το μέσο έσοδο
Υπάρχουν χώροι οι οποίοι τιμολογούνται στο μισό ή το ένα τρίτο της τιμής, καθώς βασικό επιχείρημα είναι η τιμή να είναι προσιτή για τους Ελληνες. «Θα μπορούσαν να διαμορφωθούν ειδικές κατηγορίες εισιτηρίων ή να επιδοτείται το εισιτήριο σε κάποιες περιπτώσεις» προτείνει ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ.Το «πείραμα» του Μουσείου της Ακρόπολης
«Δεν έχει γίνει αντιληπτή η οικονομική διάσταση του πολιτισμικού προϊόντος εν γένει. Εντοπίζεται στην αρχαιότητα και μόνο» τονίζει ο διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη κ. Αγγελος Δεληβορριάς. «Το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων από εκεί αντλούσε τα οικονομικά του οφέλη, αλλά ο τρόπος ήταν υποτυπώδης, σε ό,τι αφορά τις παραγωγές, τα μαγαζιά των μουσείων». Από την άλλη σημειώνει ότι «δεν είναι μόνο αυτό το πραγματικό νόημα του πολιτισμού. Δεν έχει να κάνει μόνο με την αρχαιότητα και το Βυζάντιο. Για μια ακόμη φορά η Πολιτεία δεν είναι σε θέση να προωθήσει, ούτε να διαφημίσει τον ελληνικό πολιτισμό. Ο πολιτισμός είναι τα γράμματα, η παιδεία και η επιστήμη. Το τρίπτυχο αυτό υποφέρει συνολικά. Δεν γίνονται επενδύσεις στον πολιτισμό» υπογραμμίζει λέγοντας ότι χρειάζεται μια συνολική προσέγγιση και όχι μεμονωμένες δράσεις.
«Η προσέγγιση του Μουσείου της Ακρόπολης δεν είναι ευρωπαϊκού τύπου, καθώς έχει το μισό εισιτήριο από το κανονικό, με τιμή πέντε ευρώ» εξηγεί. Την ίδια ώρα «αυξάνουμε την παροχή πολιτιστικών υπηρεσιών, προχωρούμε σε εμπλουτισμό των εκθεμάτων, έτσι ώστε να δίνεται ευχαρίστως το αντίτιμο». Η άποψη του Δημοσίου «είναι να πείσει το ευρύ κοινό γι’ αυτό που προσφέρει και όχι να το εκμεταλλευτεί οικονομικά» εξηγεί. «Είναι πολύ λεπτό το θέμα το πολιτιστικό αγαθό της χώρας να μη γίνει αγοραίο».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



