Η είσοδος στην αγορά της μπίρας για χρόνια ήταν μια δύσκολη επιλογή. Οι παίκτες ήταν μετρημένοι στα δάχτυλα, τα δίκτυα διανομής δυσπρόσιτα και η αγορά απροσπέλαστη. Ελληνικές και ξένες επιχειρήσεις στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, την περίοδο του μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας και της ανάπτυξης, «έσπασαν τα μούτρα τους» και αποσύρθηκαν. Την τελευταία δεκαετία τα πράγματα έχουν αλλάξει. Η αγορά έγινε αρκετά θελκτική, αναπτύχθηκε η μικροζυθοποιία, ενισχύθηκε ο ανταγωνισμός, καινούργιοι παίκτες αναδείχθηκαν, άλλαξαν πλήρως τα χαρακτηριστικά του κλάδου. Οπως και οι προοπτικές του φυσικά. Η Ελληνική Ζυθοποιία Αταλάντης (ΕΖΑ) είναι μία από τις εταιρείες που έκαναν την εμφάνισή τους και αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια, γεγονός το οποίο οφείλεται στις προσπάθειες της οικογένειας Συριανού. Η δυναμική και οι προοπτικές της εταιρείας μάλιστα είναι τέτοιες που στις αρχές του 2013 η Damma Holding, το fund που ανήκει στον πρώην πρόεδρο του ΣΕΒ κ. Δημήτρη Δασκαλόπουλο, απέκτησε το 33,9% των μετοχών της.
Ο Δ. Δασκαλόπουλος


Μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Θανάσης Συριανός εξηγεί ότι στόχος του είναι η δημιουργία μιας «εμπορικής πλατφόρμας», στην οποία θα συμμετέχουν μικρότερες αλλά και μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου, προκειμένου να γίνει περιορισμός του κόστους διακίνησης, τοποθέτησης και διάθεσης, και φυσικά η μετοχική συνεργασία, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα ενιαίο επιχειρηματικό σχήμα. Οπως έχει τονίσει και παλαιότερα ο ίδιος, αποβλέπει «στη συγκέντρωση ελληνικών brand names από τον ευρύτερο κλάδο του ζύθου, των αναψυκτικών και του εμφιαλωμένου νερού σε ένα κοινό μετοχικό σχήμα, με στόχο τη διακριτή παρουσία του στην ελληνική και στις ξένες αγορές». Γι’ αυτόν τον λόγο και με βάση αυτή την προοπτική ο κ. Δασκαλόπουλος επένδυσε στην ΕΖΑ.
Μάλιστα ο κ. Συριανός προσθέτει ότι λόγω της ύφεσης οι συνθήκες στην αγορά έγιναν πιο δύσκολες, ενώ ο πρόσφατος πόλεμος προσφορών δυσκολεύει τα πράγματα για τις μικρότερες εταιρείες του κλάδου. Αντιθέτως, ένα μεγάλο επιχειρηματικό σχήμα που θα βασίζεται σε ελληνικά κεφάλαια έχει το πλεονέκτημα ότι διαθέτει ένα σημαντικό χαρτοφυλάκιο από μάρκες με παρουσία σε πολλές κατηγορίες μπίρας, μπορεί να στηρίξει τα δικά του καταστήματα και φυσικά μπορεί να αποκτήσει εξαγωγικό προσανατολισμό, όπου είναι και το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, τονίζει ο κ. Συριανός.
Πάντως η ΕΖΑ, εκμεταλλευόμενη την πρόσφατη αλλαγή της νομοθεσίας, σύμφωνα με την οποία μια ζυθοποιία μπορεί να παράγει και αναψυκτικά, πρόκειται στη διάρκεια των επόμενων 12 μηνών να δραστηριοποιηθεί και στην κατηγορία των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, προκειμένου να αυξήσει τον όγκο των πωλήσεών της.
Αλλαγή κατηγορίας


Η εταιρεία έχει κατορθώσει να αποκτήσει το 5% της αγοράς της μπίρας και σύντομα, λόγω της ανάπτυξης που έχει, θα κληθεί να αποφασίσει αν θα αλλάξει κατηγορία, δηλαδή να ανέβει από την κατηγορία της μικροζυθοποιίας στην κατηγορία της ζυθοποιίας –το όριο είναι η ετήσια παραγωγή 200.000 εκατόλιτρων -, χάνοντας όμως τα πλεονεκτήματα που διαθέτει σήμερα.
Πέρυσι οι πωλήσεις της ανήλθαν σε 16,8 εκατ. ευρώ έναντι 13 εκατ. ευρώ που ήταν το 2012 και τα κέρδη προ φόρων τόκων και αποσβέσεων ανήλθαν σε 770.000 ευρώ. Πέρυσι τα καθαρά αποτελέσματα ήταν ζημιογόνα κατά 457.000 λόγω της ενίσχυσης του δικτύου διανομής –επίσης η εταιρεία υλοποιεί επένδυση 5 εκατ. ευρώ. Οι πωλήσεις της εταιρείας εφέτος το πρώτο τετράμηνο του έτους έτρεχαν με 35%, αλλά το επόμενο δίμηνο η αύξηση έχει περιοριστεί. Ωστόσο ο κ. Συριανός θεωρεί ότι είναι εφικτή μια αύξηση της τάξεως του 10%-13% στο σύνολο του έτους. Τα βασικά σήματα που παράγει, εισάγει και διακινεί σήμερα η Ελληνική Ζυθοποιία Αταλάντης είναι η Pils Hellas, η Berlin, η Blue Island, η Arcobrau, η μοναστηριακή Augustijn, η Gulden Draak και η Hell Alkoholfrei.
Ερευνα
Περισσότεροι Ελληνες, αλλά λιγότερα κέρδη στα περίπτερα

Τα αναψυκτικά, οι χυμοί, το εμφιαλωμένο νερό, τα ζαχαρώδη και τα παγωτά είναι οι πιο κερδοφόρες κατηγορίες προϊόντων που διακινούνται μέσω του δικτύου των περιπτέρων, σύμφωνα με την έρευνα που διεξάγει η εταιρεία Exceed Consulting. Με βάση τα ευρήματα της έρευνας –υλοποιήθηκε σε δείγμα 55 περιπτέρων στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, καταγράφηκαν 4.238 επισκέψεις και πραγματοποιήθηκαν 1.020 συνεντεύξεις –το 40% των αγορών σε τεμάχια που κάνουν οι καταναλωτές από τα περίπτερα είναι κυρίως τσιγάρα και άλλα είδη καπνού (χαρτάκια, φίλτρα, αναπτήρες κ.λπ.), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2011 ήταν 60%. Το 23% των αγορών αφορούν ζαχαρώδη προϊόντα και αλμυρά σνακ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά μέσο όρο αγοράζουν 1,6 προϊόντα από το περίπτερο δαπανώντας, 4,08 ευρώ. Στην Αθήνα η μέση αξία των αγορών είναι 4,1 ευρώ, ενώ στη Θεσσαλονίκη είναι 4,08%, σημειώνοντας αύξηση κατά 51% από το 2011, που ήταν 2,7 ευρώ. Παράλληλα έχει αντιστραφεί η τάση των προηγούμενων χρόνων να εργάζονται αλλοδαποί στα περίπτερα. Πλέον, μόνο το 7% είναι αλλοδαποί έναντι του 29% που ήταν το 2011. Οι πιο συχνοί πελάτες των περιπτέρων είναι οι άνδρες, σε ποσοστό 54%, σε σχέση με το 46% που αντιπροσωπεύουν οι γυναίκες. Η ηλικιακή ομάδα των 36-49 ετών είναι αυτή που αγοράζει σε μεγαλύτερο ποσοστό από τα περίπτερα (34%) και ακολουθεί η ομάδα των άνω των 50 ετών.
Οι άνθρωποι που εργάζονται στο περίπτερο είναι στην πλειονότητά τους άνδρες –63% άνδρες 37% γυναίκες –ενώ με βάση την έρευνα το 2011 ήταν 71% άνδρες και 29% γυναίκες. Κατά μέσον όρο 2,9 άνθρωποι δουλεύουν το περίπτερο (συμπεριλαμβανομένου και του περιπτερούχου). Από τους ανθρώπους που δουλεύουν στο περίπτερο μαζί με τον περιπτερούχο το 58% είναι συγγενείς του.
Η συρρίκνωση της δραστηριότητας των περιπτέρων και η μείωση της κερδοφορίας τους έχει αναγκάσει τους περιπτερούχους να επιλέγουν πλέον τους προμηθευτές τους με κριτήριο τις τιμές και τις παροχές που τους δίνουν.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ