Σε μείζον πολιτικό θέμα έχει εξελιχθεί στη Βρετανία η πρόταση εξαγοράς της AstraZeneca, ύψους 106 δισ. δολαρίων, την οποία κατέθεσε για δεύτερη φορά σε διάστημα λίγων μηνών η Pfizer. Την περασμένη Τρίτη δύο κοινοβουλευτικές εξεταστικές επιτροπές, η αρμόδια για βιομηχανικά θέματα Επιτροπή της Βουλής των Κοινοτήτων και η Επιτροπή Επιστήμης και Τεχνολογίας, κάλεσαν τα αφεντικά των δύο φαρμακοβιομηχανιών να απαντήσουν σε σχετικές ερωτήσεις, καθώς η πιθανή ολοκλήρωση της συμφωνίας εtγείρει φόβους γύρω από τις θέσεις εργασίας, την επιστημονική έρευνα αλλά και την πνευματική ιδιοκτησία.
Ο πρωθυπουργός της χώρας Ντέιβιντ Κάμερον αντιμετωπίζει αυξανόμενες πιέσεις από τους νομοθέτες ώστε να εξασφαλίσει τα συμφέροντα των πολιτών και της χώρας του απέναντι στη μεγαλύτερη εξαγορά βρετανικής επιχείρησης που έχει γίνει ποτέ από ξένο αγοραστή.
«Eνεργούσε ως μαζορέτα»
Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης και αρχηγός του Εργατικού Κόμματος Εντ Μίλιμπαντ κάλεσε τον βρετανό πρωθυπουργό να θέσει τη συμφωνία υπό το καθεστώς «δοκιμής δημοσίου συμφέροντος», λέγοντας χαρακτηριστικά πως αν δεν το κάνει «ο καθένας θα ξέρει ότι ενεργούσε ως μαζορέτα» για την εξαγορά.
Η αμερικανική φαρμακοβιομηχανία, η μεγαλύτερη παγκοσμίως, προσέγγισε για πρώτη φορά την AstraZeneca με πρόταση εξαγοράς τον περασμένο Ιανουάριο.
Από το Δ.Σ. οι αποφάσεις
Η πρώτη αυτή πρόταση περιελάμβανε έναν συνδυασμό μετρητών και μετοχών και η Pfizer προσέφερε 30% περισσότερο από την αξία της μετοχής της AstraZeneca εκείνη την περίοδο. Η πρόταση όμως δεν έγινε αποδεκτή και έτσι η Pfizer επανήλθε με δεύτερη πρόταση εξαγοράς στο τέλος Απριλίου, η οποία όμως απορρίφθηκε εκ νέου από την AstraZeneca. Ωστόσο οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν στη συνεδρίαση του συμβουλίου των μετόχων της εταιρείας που θα πραγματοποιηθεί το προσεχές διάστημα.
Αρχικά η βρετανική κυβέρνηση, διά στόματος του υπουργού Οικονομικών Τζορτζ Οσμπορν, χαιρέτισε την προσφορά της Pfizer χαρακτηρίζοντάς την «ψήφο εμπιστοσύνης» στο σύστημα χαμηλής φορολόγησης των επιχειρήσεων που εφαρμόζει η Βρετανία και που έχει σχεδιαστεί για να προσελκύσει επενδυτές.
Ο Εντ Μίλιμπαντ ωστόσο επισήμανε σε δηλώσεις του ότι «υπάρχει βαθιά ανησυχία» για τη συμφωνία, δεδομένου ότι «θα έχει αντίκτυπο για τις επόμενες δεκαετίες στις θέσεις εργασίας, στις επενδύσεις, στις εξαγωγές και αλλά και στον τομέα επιστημονικής έρευνας της Βρετανίας».
Ο βρετανός πρωθυπουργός από την πλευρά του απαντώντας σε ερωτήσεις κατά τη διάρκεια εβδομαδιαίας συνόδου στο Κοινοβούλιο τόνισε ότι «οι δεσμεύσεις που έχουν γίνει μέχρι στιγμής είναι ενθαρρυντικές», για να προσθέσει όμως στη συνέχεια ότι δεν είναι αρκετά ικανοποιημένος και ότι περιμένει περισσότερες δεσμεύσεις από τον κολοσσό των φαρμάκων.
Με το βλέμμα στην κερδοφορία
Θέση στο θέμα πήρε και ο υπουργός Οικονομικών της Σουηδίας, αφού η AstraZeneca είναι βρετανοσουηδικών συμφερόντων.
Ο Αντερς Μποργκ μιλώντας στο βρετανικό δίκτυο BBC δήλωσε ότι η εμπειρία της χώρας του από τις δεσμεύσεις της Pfizer τον οδήγησε να είναι δύσπιστος απέναντι στην αμερικανική εταιρεία. «Δίνουν βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις, αλλά μακροπρόθεσμα νομίζω ότι είναι σε μεγάλο βαθμό προσανατολισμένοι προς την κερδοφορία. Οχι όμως στην κερδοφορία μέσω της νέας έρευνας αλλά στην κερδοφορία από τη μείωση του κόστους» είπε χαρακτηριστικά ο σουηδός υπουργός και προσέθεσε: «Με ανησυχεί περισσότερο το γεγονός ότι αυτή η εξαγορά υποκινείται με βάση φορολογικά κίνητρα».
Οι αναλυτές του κλάδου κλείνοντας το μάτι επισημαίνουν ότι, με τις εθνικές εκλογές να λαμβάνουν χώρα σε έναν χρόνο από τώρα, η βρετανική κυβέρνηση αντιδρά πιο έντονα στην πρόθεση της Pfizer να αποκτήσει την AstraZeneca διότι πρέπει να αρχίσει να στέλνει ένα σαφές μήνυμα στους πολίτες της πως αγωνίζεται για την εξασφάλιση των βρετανικών συμφερόντων.
Πολλοί πάντως στη Βρετανία εκφράζουν φόβους για την τύχη χιλιάδων θέσεων εργαζομένων που απασχολεί η AstraZeneca στη χώρα (7.000 τον αριθμό), δεδομένου ότι η Pfizer «έχει παράδοση έπειτα από κάθε εξαγορά να αποδεκατίζει το εργατικό δυναμικό της εταιρείας που αποκτά», όπως γράφουν χαρακτηριστικά οι λονδρέζικοι «Times». Ο βρετανικός Τύπος εκτιμά επίσης ότι ένας μείζων λόγος για τον οποίο η εδρεύουσα στη Νέα Υόρκη εταιρεία επιθυμεί να αποκτήσει την AstraZeneca είναι επειδή θέλει να μεταφέρει για φορολογικούς λόγους την έδρα της στο Λονδίνο.
Τρομάζει το παράδειγμα της Wyethν
Δεν είναι όμως μόνο οι Βρετανοί αυτοί που ανησυχούν για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει για τους εργαζομένους των δύο εταιρειών η ενδεχόμενη ολοκλήρωση της συμφωνίας εξαγοράς της AstraZeneca από την Pfizer.
Δεν είναι όμως μόνο οι Βρετανοί αυτοί που ανησυχούν για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει για τους εργαζομένους των δύο εταιρειών η ενδεχόμενη ολοκλήρωση της συμφωνίας εξαγοράς της AstraZeneca από την Pfizer.
Σύμφωνα με οικονομική ανάλυση του Bloomberg, μια πιθανή αύξηση της προσφοράς (για τρίτη φορά) από την αμερικανική φαρμακοβιομηχανία θα σήμαινε ότι «η Pfizer θα πρέπει να εξοικονομεί περισσότερα από 2 δισ. δολάρια ετησίως από τη συμφωνία και ότι οι περικοπές θέσεων εργασίας είναι πιο πιθανόν να συμβούν εκτός της Βρετανίας».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα του αμερικανικού πρακτορείου, η μείωση του κόστους είναι πιθανόν να προέλθει από τα τμήματα Ερευνας και Ανάπτυξης στη Σουηδία και τις ΗΠΑ, στις οποίες η Pfizer δεν έχει καμία δέσμευση.
Αντίθετα, οι ιθύνοντες της εταιρείας δεσμεύθηκαν απέναντι στον βρετανό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον την περασμένη εβδομάδα να διατηρήσουν τουλάχιστον το 20% του εργατικού δυναμικού των τμημάτων Ερευνας και Ανάπτυξης της συνδυασμένης εταιρείας στη Βρετανία για κατ’ ελάχιστον πέντε έτη, καθώς επίσης και να λειτουργήσουν εγκαταστάσεις παραγωγής στην έδρα της AstraZeneca, νοτίως του Μάντσεστερ.
Η είδηση αυτή ωστόσο δεν ξάφνιασε όσους γνωρίζουν καλά την αγορά των φαρμάκων. Η Pfizer έχει ακολουθήσει και στο παρελθόν την τακτική της περικοπής θέσεων εργασίας στις εταιρείες που εξαγοράζει. Το καλύτερο παράδειγμα είναι η περίπτωση της απόκτησης της επίσης αμερικανικής φαρμακοβιομηχανίας Wyeth το 2009. Τότε η Pfizer κατέβαλε 68 δισ. ευρώ για τη μεγαλύτερη συγχώνευση που είχε πραγματοποιηθεί από το 2000 και με την αιτιολογία των μειωμένων εσόδων απέλυσε συνολικά 19.000 εργαζομένους, εκ των οποίων οι 8.000 ανήκαν στη Wyeth.
Αμυνα με… δηλητηριώδες χάπι
- Σθεναρά αμύνεται η AstraZeneca στις συνεχείς και αυξανόμενες πιέσεις της Pfizer για εξαγορά. Οχι μόνο αρνήθηκε δύο φορές τις αστρονομικές προτάσεις του αμερικανικού γίγαντα της φαρμακευτικής βιομηχανίας, αλλά φαίνεται ότι προχωρεί σε ορισμένες ενέργειες που θα ενισχύσουν την άμυνά της αλλά και τη θέση της στην παγκόσμια αγορά των φαρμάκων. Συγκεκριμένα η βρετανική εταιρεία φαίνεται ότι βρίσκεται σε συζητήσεις ώστε να εξαγοράσει μία εκ των δύο αμερικανικών φαρμακευτικών εταιρειών Amgen και AbbVie –οι οποίες διαθέτουν αμφότερες αντικαρκινικά προγράμματα, όπως και η AstraZeneca –προκειμένου να τη χρησιμοποιήσει ως… δηλητηριώδες χάπι που θα απέτρεπε την Pfizer από το να την «καταπιεί». Στην επιχειρηματική αργκό «δηλητηριώδες χάπι» ονομάζεται η εταιρεία που εξαγοράζεται από κάποια άλλη η οποία επείγεται να αυξήσει το μέγεθός της καθώς κινδυνεύει η ίδια από εξαγορά.
- O λόγος για τον οποίο η Pfizer δίνει γη και ύδωρ για την απόκτηση της AstraZeneca φέρεται να είναι ένα νέο αντικαρκινικό φάρμακο που, παρότι βρίσκεται ακόμη στο στάδιο των κλινικών δοκιμών, οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι επιτίθεται με πρωτοφανή τρόπο στα καρκινικά κύτταρα και, όχι παράλογα, θεωρείται χρυσωρυχείο για αυτόν που θα το εκμεταλλευθεί. Συγκεκριμένα υπολογίζεται ότι θα αποφέρει στην εταιρεία που θα το διαθέσει στην αγορά περί τα 5 δισ. δολάρια ετησίως. Ωστόσο ο διεθνής Τύπος υπαινίσσεται ότι υπάρχει κάποια υπερβολή σε όλη αυτή τη φημολογία, που στόχο έχει να ενισχύσει ακόμη περισσότερο την άμυνα της AstraZeneca απέναντι στην Pfizer.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



