Τα φετινά βραβεία για την Πίνα Μπάους ­ ανάμεσά τους το Θεατρικό Βραβείο του Βερολίνου, τις ημέρες της Θεατρικής Συνάντησης 1997 τον περασμένο Μάιο ­ ήσαν απλώς σφραγίδες που επικύρωσαν μια συνεχή και αναπόφευκτη αναδρομή στην τριαντάχρονη πορεία της κορυφαίας χορογράφου. Γιατί η Πίνα Μπάους, έχοντας με τις χορογραφικές και χορευτικές δημιουργίες της στο Βούπερταλ πλουτίσει το λεξιλόγιο του σημερινού θεάτρου, έχοντας επίσης συντελέσει στη μορφοποίηση μιας ορισμένης εκφραστικής και μιας σωματικότητας, εισπράττει εδώ και χρόνια εγκώμια, αναγνωρίζεται ανεπιφύλακτα από όσους μιλούν στο όνομα της σύγχρονης θεατρικής τέχνης.


Οταν τον Μάιο ξαναείδα στη Φραγκφούρτη το «Βίκτορ», κλασικό πλέον κομμάτι της, όπου η πρεμιέρα του είχε δοθεί το 1986 στο Τεάτρο Αρζεντίνα της Ρώμης, ανέτρεξα σε ένα κείμενο του Χάινερ Μίλερ. Διορατικό, κρυπτικό, αποκαλυπτικό. Γραμμένο το 1981 με τον τίτλο «Αίμα στάζει το γοβάκι ή το αίνιγμα της ελευθερίας», το κείμενο αυτό επιβεβαιώνει όσα ξέρουμε και από το κείμενο του Μαλαρμέ για τη Λόι Φούλερ: ότι δηλαδή ποιητές είναι αυτοί που συχνά ερμηνεύουν εγκαιρότερα και με την αναγκαία ενάργεια την ποίηση των σωμάτων.


«Ο χρόνος στο θέατρο της Πίνα Μπάους είναι ο χρόνος των παραμυθιών. Η ιστορία εμφανίζεται ως διατάραξη όπως τα κουνούπια το καλοκαίρι. Ο χώρος απειλείται να πληρωθεί με τη μία ή την άλλη γραμματική, του μπαλέτου ή του δράματος, η γραμμή φυγής του Χορού όμως τον διαφυλάσσει και από τις δύο πληρώσεις… Κάτι από τον άμεσο εκείνο σύνδεσμο με τη ζωή που ο Μπρεχτ ζήλευε στο ελισαβετιανό θέατρο συγκροτείται… Ολα μοιάζουν με παιχνίδι παιδιών… Οι παίκτες είναι επιζήσαντες. Ιστορούν τον τρόμο της παιδικής ηλικίας. Η χορογραφία ακολουθεί την παράδοση των χορών του θανάτου. Το γέλιο παγώνει στα στερεότυπα. Η επανάληψη καθώς εμμένει ξεμασκαρεύει την πλήξη. Πρόσωπό της είναι ο πόνος. Το άρπαγμα μετά το κατώφλι του υποσυνειδήτου, εκεί όπου κατοικούν οι επιθυμίες και οι φόβοι, κάνει το γέλιο και μαζί το κλάμα ανατρεπτικά… Στο θέατρο της Πίνα Μπάους η εικόνα είναι αγκάθι στο μάτι. Τα σώματα γράφουν ένα κείμενο που αποποιείται τη δημοσίευση, την ειρκτή της σημασίας…».


Για μια «νέα γλώσσα του θεάτρου» είχε τότε μιλήσει ο Μίλερ· για «ένα άλλο θέατρο της ελευθερίας: ότι μια Σφίγγα μάς ατενίζει όταν κοιτάμε την ελευθερία κατάματα, αυτό δεν θα έπρεπε να μας ξενίζει».


Στο «Βίκτορ» θέματα σε εμβρυϊκή κατάσταση ή σε σύμπτυξη προμήνυαν πολλές θεματικές από τις ύστερες του χορευτικού συνόλου. Επί σκηνής αφθονούσαν εκείνα τα υλικά, οι χειρονομίες και οι συμπεριφορές που άλλοι χορογράφοι, σκηνοθέτες, ηθοποιοί ή περφόρμερ οικειοποιήθηκαν, δανείστηκαν, υιοθέτησαν σε παραστάσεις τους τα τελευταία δέκα χρόνια: δράσεις κατ’ επανάληψιν, σειραϊκές. Η στρατηγική των συνεχών διακοπών και της αλλαγής των ρυθμών. Ενας σκληρός για το σώμα συγχρωτισμός με τις ματιέρες και τα οργανικά στοιχεία ­ έπιπλα, εργαλεία, άμμος, νερό, δάπεδο. Οι χορευτές που έπαιζαν, μιλούσαν, τραγουδούσαν και λιγότερο «χόρευαν» ανακάτευαν συνηθισμένες εικόνες του περίγυρου και καθημερινά στιγμιότυπα με αναφορές σε προσωπικά, μύχια συμβάντα, με κατάλοιπα ονείρων και βιωμάτων, με παράλογες και φανταστικές σκηνές. Ενα κολάζ από τις πιο ετερόκλητες μουσικές ολοκλήρωνε το κολάζ αυτό των εμπειριών, καταστάσεων και παραθεμάτων.


Μπορεί το κλίμα του «Βίκτορ» να ήταν εξόχως ιταλικό. Ενας, με τον τρόπο της Πίνα Μπάους, «νεορεαλισμός», μια χορογραφημένη «ντόλτσε βίτα» και ένα «λαμέντο», μια νοσταλγική όσο και αυτοσαρκαστική επιστροφή σε ό,τι οι χορευτές έζησαν ή ένιωσαν να χαράζεται στο δέρμα και στη θύμησή τους. Το «Βίκτορ» όμως ήταν και μια παράσταση άκρως αντιπροσωπευτική αφού ξεδίπλωνε όλες τις πτυχές που συνθέτουν την αισθητική του σωματικού στη δουλειά της Πίνα Μπάους· αισθητική στην οποία ανατρέχουν αρκετοί χορευτές και ηθοποιοί της νεότερης γενιάς.


Η σωματικότητα στα θεάματα είναι ιδιοσυγκρασιακή και «περφορματίβ». Σημείο εκκίνησής της είναι οι φυσικές ιδιότητες, η σωματική πραγματικότητα, η προσωπικότητα, η αυτοβιογραφία κάθε χορευτή. Από τον ιδρώτα και την ένταση, την αισθησιακότητα και την επιθετικότητα, από ό,τι επί τόπου εκπέμπουν τα σώματα, πλάθονται οι σκηνές και οι αλληγορίες, οι εικόνες του πόθου και του πόνου, τα συμπλέγματα και οι μονάδες της κατάρρευσης και της αναποτελεσματικότητας, του γελοίου και της απελπισίας. Ο χορός της Πίνα Μπάους όχι μονάχα συνδύασε μιαν απροκάλυπτη, αφτιασίδωτη σωματική έκφραση με το μυστήριο της υποδήλωσης αλλά και προώθησε τις φόρμες του «Εκφραστικού χορού» στο επικίνδυνο προσκήνιο του καθαρά φυσικού και ιδιωματικού παρόντος.