Το δημόσιο χρέος έγινε, όπως ήταν αναμενόμενο, αντικείμενο προεκλογικής εκμετάλλευσης και η αντιπολίτευση επέκρινε την κυβέρνηση ότι επί των ημερών της αυξήθηκε σημαντικά, αφού από 23 περίπου τρισεκατομμύρια έχει φθάσει τώρα στα 34-35 τρισ. Συνεπώς, υποστηρίζει η ΝΔ, στην τριετία του ΠαΣοΚ δεν έγινε καμιά προσπάθεια να νοικοκυρευτούν τα δημόσια οικονομικά και η χώρα παραμένει καταχρεωμένη.
Επειδή το δημόσιο χρέος είναι το σοβαρότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία (όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Ανδρέας Παπανδρέου, ή η χώρα θα περιορίσει το χρέος ή το χρέος θα αφανίσει τη χώρα), είναι χρήσιμο για τους αναγνώστες της «Ανάπτυξης» να δώσουμε ορισμένα επίσημα στοιχεία και να περιγράψουμε το πρόβλημα στις πραγματικές του διαστάσεις. Αφού βέβαια υπενθυμίσουμε πρώτα ότι η Νέα Δημοκρατία ως κυβέρνηση της χώρας παρέλαβε δημόσιο χρέος 6.699 δισ. δρχ. το 1989 και παρέδωσε 23.431 δισ. δρχ. το 1993, δηλαδή τέσσερις φορές μεγαλύτερο!
Επειδή όμως και η αύξηση επί ΝΔ και η άνοδος επί ΠαΣοΚ οφείλονται σε συγκεκριμένους λόγους που δεν βαρύνουν πάντοτε τα κόμματα που είναι στην κυβέρνηση, χρήσιμο είναι να κάνουμε κάποιες άλλες συγκρίσεις. Για παράδειγμα, ο υπουργός Οικονομικών κ. Αλέκος Παπαδόπουλος στην πολύ καλή συζήτηση που είχε την Τετάρτη το βράδυ στον τηλεοπτικό σταθμό του Σκάι με τον τ. υπουργό Εθνικής Οικονομίας επί ΝΔ κ. Στέφανο Μάνο είπε ότι η εκτίμηση του δημόσιου χρέους έχει νόημα και σημασία μόνο ως ποσοστό του ΑΕΠ, γι’ αυτό και η επίτευξη του σχετικού όρου του Μάαστριχτ αναφέρεται ως ποσοστό του ΑΕΠ και όχι ως απόλυτο μέγεθος. Ο υπουργός Οικονομικών υπενθύμισε μάλιστα ότι, όπως λέει και ο πολύ γνωστός νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Σάμουελσον, «τα απόλυτα νούμερα του χρέους προσφέρονται μόνο για δημοσιογραφικό εντυπωσιασμό των αδαών περί τα οικονομικά».
Με βάση αυτή τη μεθόδευση το δημόσιο χρέος παρελήφθη μεν από το ΠαΣοΚ το 1993 στα 23.431 δισ. δρχ. και θα φθάσει τα 35 τρισ. στο τέλος του 1996, ως ποσοστό του ΑΕΠ από 111,8% το 1993 έπεσε στο 110,4% το 1994, ανέβηκε στο 111,7% το 1995 και θα κατέβει στο 110,4% το 1996. Αρα λοιπόν στην τριετία του ΠαΣοΚ ουσιαστικά είχαμε σταθεροποίηση του δημόσιου χρέους και τα στοιχεία αυτά με ελάχιστες διαφορές γίνονται αποδεκτά από την Ευρωπαϊκή Ενωση, στο τελευταίο στατιστικό δελτίο της οποίας το δημόσιο χρέος προβλέπεται στο 112% του ΑΕΠ για το 1996 έναντι 111,7% το 1995.
Αλλά και η ανάλυση του δημόσιου χρέους σε απόλυτα μεγέθη είναι αποκαλυπτική των βελτιώσεων που έγιναν τα τελευταία τρία χρόνια ως αποτέλεσμα της άσκησης μιας συνετής και νοικοκυρεμένης δημοσιονομικής πολιτικής.
Οπως αναφέρθη, ήδη το δημόσιο χρέος στις 31.12.1993 ανερχόταν στα 23,4 τρισ. ενώ στις 31.12.1995 είχε φθάσει στα 32 τρισ. και αναμένεται να ανέβει στα 35 τρισ. στο τέλος του 1996. Η αύξηση των 8,6 τρισ. που παρατηρείται τη διετία 1994-1995 οφείλεται κατά κύριο λόγο στις δανειακές ανάγκες (καθαρό έλλειμμα) των ετών 1994 και 1995 που φθάνουν στα 5,6 τρισ. Σημειώνουμε ότι οι δανειακές ανάγκες αποτελούνται αποκλειστικά και μόνο από τόκους δανείων παλαιοτέρων ετών, ενώ η τρέχουσα διαχείριση των ετών 1994, 1995 δεν προσέθεσε ούτε μία δραχμή στο δημόσιο χρέος, γιατί τη διετία αυτή η τρέχουσα διαχείριση παρουσίασε για πρώτη φορά πρωτογενή πλεονάσματα και μάλιστα σημαντικά. Χάρη δε σε αυτά τα πλεονάσματα το δημόσιο χρέος συγκρατήθηκε ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Το υπόλοιπο μέρος της αύξησης του δημόσιου χρέους, που φθάνει στα 3 τρισ. δρχ., οφείλεται στους εξής λόγους:
1. Κεφαλαιοποιήσεις τόκων 329 δισ. δρχ. Η κεφαλαιοποίηση τόκων αναφέρεται σε δάνεια προηγουμένων ετών. Συγκεκριμένα οι διάφορες ρυθμίσεις που έγιναν την περίοδο 1990-1993 θα δημιουργούσαν υπέρμετρες υποχρεώσεις για άμεση καταβολή υψηλού ποσού τόκων κατά τα πρώτα έτη του αντίστοιχου διακανονισμού. Ετσι, για να ομαλοποιηθούν διαχρονικά οι καταβολές τόκων, σε αρκετές περιπτώσεις είχε προβλεφθεί η κεφαλαιοποίησή τους για ορισμένα έτη.
2. Ανάληψη χρεών 1.318 δισ. Το μεγαλύτερο μέρος της κατηγορίας αυτής της αύξησης του δημόσιου χρέους οφείλεται στο χρέος των Ενόπλων Δυνάμεων. Το χρέος αυτό ως το 1993 εξυπηρετείτο μέσα από τον τακτικό προϋπολογισμό του ΥΕΘΑ και από τον Απρίλιο του 1994 το μεγαλύτερο μέρος του μεταφέρθηκε στους λογαριασμούς του χρέους της κεντρικής διοίκησης και εξυπηρετείται πλέον από το υπουργείο Οικονομικών. Στην ίδια κατηγορία περιλαμβάνεται η ανάληψη μέρους των υποχρεώσεων της ΕΤΒΑ (152 δισ.), η οποία συνοδεύτηκε από ισόποση αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου, και η ανάληψη χρεών προς την Εθνική Κτηματική Τράπεζα (24 δισ.).
3. Η αύξηση του χρέους οφείλεται και στη δημιουργία αποθεματικών κεφαλαίων (413 δισ.) για την απρόσκοπτη αντιμετώπιση των ταμειακών αναγκών του Δημοσίου από το 1994 και μετά. Ετσι, μέσα στη διετία 1994-1995 απαιτήθηκε πρόσθετος δανεισμός 413 δισ. με αντίστοιχη διόγκωση του δημόσιου χρέους της κεντρικής κυβέρνησης για τη δημιουργία αποθεματικού.
4. Σημαντική αιτία της αύξησης του χρέους είναι οι συναλλαγματικές διαφορές (620 δισ.). Ενα σημαντικό μέρος των 620 δισ. οφείλεται στην επίπτωση της υποτίμησης της δραχμής έναντι των ξένων νομισμάτων, στο εξωτερικό χρέος και στα δάνεια με ρήτρα συναλλάγματος.
Αυτή είναι η αλήθεια για το δημόσιο χρέος, το οποίο θα αρχίσει να μειώνεται (ως ποσοστό του ΑΕΠ) από το 1997 εφόσον συνεχισθεί η σφικτή δημοσιονομική πολιτική και εφόσον προκύπτουν μεγαλύτερα πρωτογενή πλεονάσματα στην τρέχουσα διαχείριση.