Ως το 1687, όταν ο ναός ανατινάχθηκε με αποτέλεσμα να αλλάξει δραματικά η εικόνα που διατηρούσε σχεδόν ανέπαφη το οικοδόμημα επί αιώνες, οι ακτίνες του ηλίου δεν είχαν ποτέ αγγίξει τη ζωφόρο του Παρθενώνα. Στεγασμένη κάτω από τη μαρμάρινη οροφή του κτιρίου, καθώς περιέτρεχε το άνω μέρος του σηκού μέσα από την εξωτερική κιονοστοιχία του, φωτιζόταν μόνο από ένα διάχυτο φως, που ήταν τόσο απαλό ώστε το ανάγλυφό της να είναι δυσδιάκριτο για το ανθρώπινο μάτι. Και μόνο η πολυχρωμία των παραστάσεων έδινε τον τόνο και το βάθος, απαραίτητα και τα δύο για την ανάγνωσή της. Με την έκρηξη όλα άλλαξαν. H ιστορία γύρισε απότομα σελίδα και στις πρώτες κιόλας γραμμές της άρχισαν να γράφονται η λιθολόγηση των διασπαρμένων και τεμαχισμένων τμημάτων του Παρθενώνα και η λεηλασία του με αποκορύφωση, ενάμιση περίπου αιώνα αργότερα, τη βίαιη αποκοπή από το οικοδόμημα των περισσότερων λίθων της ζωφόρου από τον Ελγιν και την απομάκρυνσή τους από τον ναό και τη χώρα.
Αυτοί οι λίθοι μόνον φωτογραφικά μπόρεσαν να ενωθούν έκτοτε. Και αν η πρώτη προσπάθεια του Μαξίμ Κολινιόν το 1912, με την έκδοση ενός λευκώματος με φωτογραφίες των Φρεντερίκ Μπουασονά και Μανσέλ – ο πρώτος εστάλη στην Αθήνα για τη φωτογράφιση και ο δεύτερος στο Λονδίνο – αριθμώντας πλέον έναν αιώνα ζωής, αποτέλεσε σημείο αναφοράς για ιστορικούς και αρχαιολόγους και ένα πολύτιμο πλην δυσεύρετο ντοκουμέντο, το οποίο όμως δεν έχει πλέον σχέση με την πραγματικότητα, μια ελληνική πρωτοβουλία βρίσκει τώρα την υλοποίησή της. Ο φωτογράφος των μνημείων της Ακρόπολης κ. Σωκράτης Μαυρομμάτης έκανε τη νέα, σύγχρονη φωτογράφιση των λίθων της ζωφόρου στο Βρετανικό Μουσείο και στο Μουσείο Ακροπόλεως αποτυπώνοντας τη σημερινή κατάστασή της. Και το υλικό αξιοποιήθηκε διπλά. Με μια έκθεση που εγκαινιάζεται στις 7 Δεκεμβρίου στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς όπου θα παρουσιαστεί όλη η ζωφόρος σε κλίμακα 1:5. Και με ένα πολυτελές άλμπουμ των εκδόσεων Μέλισσα, το οποίο πλην των φωτογραφιών, που έχουν τυπωθεί σε φύλλα, επίσης σε κλίμακα 1:5, συνοδεύεται από βιβλίο με κείμενο, ποιητικό, φιλοσοφικό, πολιτικό, του καθηγητή κ. Αγγελου Δεληβορριά.
Οι αλλαγές που επέφεραν ο χρόνος αλλά και οι ανθρώπινες επεμβάσεις στη ζωφόρο – κανείς δεν ξεχνά τον βίαιο και με εντελώς ασύμβατα μέσα καθαρισμό των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο πριν από τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο – κατέστησαν απαραίτητη μια νέα αποτύπωσή της, η οποία εκτός των άλλων παρέχει τη συγκριτική δυνατότητα του «τότε» με το «τώρα». Αρωγός πλέον και η νέα τεχνολογία, η οποία επιτρέπει την άριστη φωτογραφική τεκμηρίωση.
«Ο στόχος ήταν να επαναληφθεί κατά το δυνατόν ο φωτισμός της ζωφόρου, όταν βρισκόταν επάνω στον Παρθενώνα» λέει ο Σωκράτης Μαυρομμάτης ως προς τον τρόπο φωτογράφισης της ζωφόρου σήμερα. Και διευκρινίζει πως κάποιες ηλιόλουστες ημέρες του Λονδίνου όταν το φως διαχέεται μέσω της γυάλινης οροφής της αίθουσας όπου στεγάζονται τα Γλυπτά, τότε οι συνθήκες είναι οι καλύτερες για τη φωτογράφισή της. Αντίθετα στο Μουσείο Ακροπόλεως απαιτήθηκε ειδικός τεχνητός φωτισμός προκειμένου να υπάρξει το ίδιο αποτέλεσμα. «Σήμερα που τα χρώματα έχουν χαθεί η φωτογράφιση πρέπει να τονίζει το ανάγλυφο με απαλό φωτισμό από την επάνω πλευρά αφαιρώντας ταυτόχρονα την αντανάκλαση από κάτω» συμπληρώνει ο ίδιος.
Τι σημαίνει αυτό; Οτι οι νέες φωτογραφίες έχουν γίνει «κατ’ ενώπιον». «Με τη βεβαιότητα πως η δημιουργία της ζωφόρου εξυπηρετούσε υψηλότερο στόχο από τον απλό εντυπωσιασμό των θνητών και ασφαλώς των φωτογράφων μετέπειτα…», όπως επισημαίνει ο κ. Μαυρομμάτης. Πρόκειται για σημαντική διαφοροποίηση δηλαδή από την παλαιά άποψη, ότι τα γλυπτά και τα ανάγλυφα του Παρθενώνα είχαν έτσι φιλοτεχνηθεί ώστε ο θεατής να τα βλέπει από κάτω. (Κάτι απλώς ανέφικτο στην περίπτωση της ζωφόρου, η οποία βρισκόταν 12 μέτρα πάνω από τον στυλοβάτη του ναού.)
Με τα 160 συνεχή μέτρα ανάγλυφων, ύψους ενός μέτρου, όπου παρατάσσονται περισσότερες από 360 θεϊκές και ανθρώπινες μορφές και περισσότερα από 220 ζώα, η ζωφόρος αποτελεί τη μεγαλύτερη γλυπτική σύνθεση όλων των εποχών. Αλλά δεν είναι φυσικά αυτό που διατηρεί το ενδιαφέρον των μελετητών άσβεστο. «H ζωφόρος είναι η σύνθεση μιας συμφωνίας, όπου με πρόσχημα την πομπή των Παναθηναίων εξαίρονται το μεγαλείο της πόλεως, η ευταξία του πολιτεύματος και η ευψυχία των πολιτών της» λέει ο κ. Δεληβορριάς. Και προσθέτει: «Πρόκειται για μια δημιουργία ενορχηστρωμένη πάνω στην κόψη του ξυραφιού της πολιτικής προπαγάνδας και του σεβασμού κάποιων αξιών επικυρωμένων με την εγγύηση της θεϊκής κατάφασης».
Τοποθετημένα σε κουτί διαστάσεων 35X50 εκατοστών τα 94 φύλλα με τις φωτογραφίες του Σωκράτη Μαυρομμάτη συγκροτούν πλέον το σύγχρονο ντοκουμέντο της ζωφόρου. Είναι φωτογραφίες οι οποίες, όπως λέει ο κ. Δεληβορριάς, χαρακτηρίζονται από μια «εξαιρετικά διεισδυτική και καθαρή ματιά, ευαισθησία της ψηλάφησης των αναγλυφικών εξάρσεων, ιδιαίτερη ικανότητα να παρακάμπτονται τα εμπόδια της τραυματικής διατήρησης και υπεύθυνη αντιμετώπιση της τεκμηρίωσης όλου του σωζόμενου υλικού». Το δύσκολο έργο της έκδοσής τους ανέλαβε η νέα γενιά του εκδοτικού οίκου Μέλισσα, που συμπληρώνει εφέτος 50 χρόνια στον χώρο με βιβλία που αναδεικνύουν τον ελληνικό πολιτισμό. Πολύτιμη εξάλλου υπήρξε η συμβολή της υπεύθυνης Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων της Εφορείας Ακροπόλεως κυρίας Κορνηλίας Χατζηασλάνη για την προτροπή της στη νέα φωτογράφιση της ζωφόρου.
Στην έκθεση ένας «νέος» Παρθενώνας στήνεται στο Μουσείο Μπενάκη. Μια κατασκευή, διαστάσεων 11,73 και 4,24 μέτρων, που είναι και οι διαστάσεις του σηκού του Παρθενώνα σε κλίμακα 1:5, θα φιλοξενεί τη ζωφόρο παρέχοντας στον επισκέπτη τη δυνατότητα να τη δει όπως όταν βρισκόταν στο μνημείο, περπατώντας δηλαδή γύρω της και όχι όπως γίνεται συνήθως στα μουσεία. Ταυτόχρονα θα υπάρχουν κάποιες φωτογραφίες λίθων σε φυσικό μέγεθος ενώ ένας γωνιακός (της βορειοδυτικής γωνίας συγκεκριμένα) θα αποδοθεί στις τρεις του διαστάσεις και θα περιστρέφεται ώστε να φαίνονται όλες οι πλευρές του, οι οποίες αλλοιώθηκαν μετά τον πριονισμό τους από τα συνεργεία του Ελγιν. Ακόμη ένα CD-rom με τη ζωφόρο και ένα φιλμ με τον καθαρισμό του δυτικού τμήματός της συμπληρώνουν το γεγονός.