Ο Φρανσίσκο Φράνκο, ηγέτης και δικτάτορας της Ισπανίας επί 36 πολυτάραχα έτη (1939-1975) και εις εκ των βασικών ενορχηστρωτών ενός αιματηρού εμφυλίου (1936-1939), δεν πρέπει να κατανόησε ποτέ εις βάθος το νόημα της «Γκερνίκας» του Πάμπλο Πικάσο. Αλλωστε ο ίδιος είχε εκφράσει ευθαρσώς άλλη άποψη για τη χρησιμότητα του πολέμου: «Το δικό μας καθεστώς βασίζεται σε ξιφολόγχες και αίμα, όχι σε υποκριτικές εκλογές».
Ο Φρανσίσκο Παουλίνο Ερμενεχίλδ Τεόδουλο Φράνκο Μπααμόντε, όπως ήταν το πλήρες, ευμέγεθες όνομά του, γεννήθηκε μία δεκεμβριανή νύχτα του 1892 στο Ελ Φερόλ της Γαλικίας, λίγα μόλις μέτρα από έναν μανιασμένο Ατλαντικό. Ο πατέρας του, ένας εκκεντρικός μπον βιβάν αξιωματικός της Ισπανικής Ναυτικής Διοίκησης, θα θεωρηθεί ο βασικός υπαίτιος για τα δυστυχισμένα παιδικά του χρόνια· ο μικρόσωμος, εσωστρεφής Φρανσίσκο προσκολλάται από νωρίς στη μητέρα του, μία συντηρητική ρωμαιοκαθολική της ανώτερης αστικής τάξης. Το 1907, σε ηλικία μόλις 14 ετών, μπαίνει στην Ακαδημία Πεζικού του Τολέδο, από την οποία αποφοιτά τρία χρόνια αργότερα. Εν συνεχεία παίρνει ως εθελοντής μέρος στις αποικιακές εκστρατείες στο Ισπανικό Μαρόκο, οικοδομώντας μεθοδικά τη φήμη του προικισμένου με διοικητικές ικανότητες και καθ’ όλα ακέραιου αξιωματικού που απέχει από ποταπές επίγειες απολαύσεις. Το 1915 στέφεται ως ο νεότερος λοχαγός του ισπανικού στρατού, ενώ έναν χρόνο αργότερα τραυματίζεται σοβαρά από σφαίρα. Το 1923 επιλέγεται ως υποδιοικητής της νεοσύστατης Ισπανικής Λεγεώνας των Ξένων (τρία χρόνια μετά θα γίνει επίσημα και διοικητής της) και νυμφεύεται – κουμπάρος η Αυτού Μεγαλειότης ο Αλφόνσο ΙΓ’ – την εκλεκτή της (ως επί το πλείστον παγερής) καρδιάς του Κάρμεν Πόλο με την οποία θα αποκτήσει μία θυγατέρα. Στις αρχές του 1928 διορίζεται διευθυντής της Γενικής Στρατιωτικής Ακαδημίας της Σαραγόσα.
Η ανακήρυξη της Δεύτερης Δημοκρατίας της Ισπανίας (14 Ιανουαρίου 1931) και το πρόδηλο αντιμιλιταριστικό μένος της διακόπτουν προσωρινά τη λαμπρή στρατιωτική καριέρα του. Ο ίδιος δέχεται στωικά τον υποβιβασμό του, δεν θα αργήσει όμως να επανέλθει δριμύτερος στο προσκήνιο. Το 1933 οι συντηρητικές δυνάμεις αποκτούν τον έλεγχο της Δημοκρατίας και ο Φρανσίσκο Φράνκο προάγεται πανηγυρικά σε υποστράτηγο. Στην αναγέννηση του άστρου του θα συμβάλει τα μάλα η ταχύτητα με την οποία θα καταπνίξει τον Οκτώβριο του 1934 την εξέγερση των ανθρακωρύχων στις Αστουρίες. Εναν χρόνο αργότερα διορίζεται αρχηγός του γενικού επιτελείου του ισπανικού στρατού. Τις φιλοδοξίες του όμως θα ανακόψει εκ νέου η διάλυση της κεντροδεξιάς κυβέρνησης και η προκήρυξη (1936) εκλογών που θα φέρει προς μεγάλη του απογοήτευση στην εξουσία το Αριστερό Λαϊκό Μέτωπο. Το γενικό επιτελείο τον στέλνει σε μια εξευτελιστικά ασήμαντη διοίκηση στις Καναρίους Νήσους, «μετάθεση» την οποία αντιμετωπίζει ως εξορία.
Στο μεταξύ η χώρα τελεί υπό κοινωνική και οικονομική διάλυση, ο διχασμός ανάμεσα σε δημοκρατικούς και εθνικιστές οξύνεται μέρα με τη μέρα, η δολοφονία του Κάρλο Σοτέλο θα είναι για τη Δεξιά η σταγόνα που θα ξεχειλίσει το ποτήρι. Τώρα πια ο Φράνκο, ο οποίος απέφευγε συστηματικά να εμπλακεί σε οιαδήποτε στρατιωτική συνομωσία εναντίον της αριστερής κυβέρνησης, εμφανίζεται έτοιμος να δώσει το παρασύνθημα για ένα coup d’ etat που θα αλλάξει τον ρου της ιστορίας της Ιβηρικής. Το πρωί της 18ης Ιουλίου 1936 μεταδίδεται από τις Καναρίους Νήσους η ραδιοφωνική προκήρυξή του που επικροτεί τη στρατιωτική εξέγερση ενώ λίγη ώρα αργότερα το κίνημα εκδηλώνεται στην ηπειρωτική χώρα. Η Ισπανία παραδίδεται στους ανέμους ενός εμφυλίου πολέμου που θα διαρκέσει τρία αιματηρά χρόνια.
Ο caudillo (= αρχηγός), όπως θα είναι πια το πολιτικό προσωνύμιο που προτιμά ο ίδιος για τον εαυτό του, ντύνει το «επαναστατικό» καθεστώς, αναδιοργανώνοντας εκ θεμελίων τη Φάλαγγα, το ισπανικό φασιστικό κόμμα. Η Ευρώπη διχάζεται. Η Γερμανία και η Ιταλία στέλνουν στρατιωτική βοήθεια στους εθνικιστές, η Γαλλία και η Σοβιετική Ενωση είναι αποφασισμένες να στηρίξουν τον αγώνα των δημοκρατικών εναντίον του «φασισμού».
Πάνω από ένα εκατομμύριο νεκρούς αργότερα, ο Φράνκο πετυχαίνει μία πλήρη και άνευ όρων νίκη την 1η Απριλίου 1939. Ο ίδιος οραματίζεται την αποκατάσταση του ισπανικού μεγαλείου, όμως η χώρα που παραλαμβάνει είναι παντελώς παραλυμένη, εξασθενημένη οικονομικά, διχασμένη ακόμη στο εσωτερικό της. Η κήρυξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ευνοεί την κατάσταση. Ο Φράνκο εκφράζει τη συμπάθειά του προς τις δυνάμεις του Αξονα – σε επικές επιστολές του προς τον Αδόλφο Χίτλερ αποφαίνεται: «Το πεπρωμένο της ιστορίας με έχει ενώσει άρρηκτα με σας και τον Ντούτσε» – αποφεύγοντας όμως με ελιγμούς αιλουροειδούς την άμεση διπλωματική και στρατιωτική δέσμευση. Δεν είναι τυχαίο ότι μετά τη συνάντηση που είχε με τον ισπανό δικτάτορα στο Ανταϋ της Γαλλίας (1940) ο ίδιος ο Φύρερ φέρεται ότι δήλωσε πως θα προτιμούσε να του αφαιρέσουν τρία-τέσσερα δόντια παρά να υποστεί άλλη φορά τέτοιο «παζάρι». Από την άλλη πλευρά οι Σύμμαχοι φροντίζουν να δώσουν στην Ισπανία ένα καλό μάθημα. Το φρανκικό καθεστώς θα βρεθεί σε εξαιρετικά δυσμενή θέση όταν μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η Ισπανία αποκλείεται από τον νεοσύστατο τότε Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών.
Η δημοτικότητα του Φράνκο βρίσκεται πλέον στα Τάρταρα, για τη διεθνή κοινή γνώμη δεν είναι παρά ο «τελευταίος επιζών φασίστας δικτάτορας». Η διεθνής αποκατάστασή του θα επιτευχθεί μόνο χάρη στην επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ Δύσης και Σοβιετικής Ενωσης και την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου. Απτή απόδειξη η υπογραφή το 1953 δεκαετούς συμφώνου στρατιωτικής βοήθειας με τις ΗΠΑ. Ως τον θάνατό του, το 1975, ο Φράνκο φροντίζει να «αναμορφώσει» ποικιλοτρόπως το καθεστώς του, φιλελευθεροποιώντας τη διακυβέρνησή του και ανατρέποντας την εικόνα του άτεγκτου «generalisimo». Το 1947 προκηρύσσει δημοψήφισμα το οποίο αναδεικνύει το ισπανικό κράτος σε μοναρχία και επικυρώνει τις δικές του εξουσίες ως ένα είδος εφ’ όρου ζωής αντιβασιλέα. Το 1969 υποδεικνύει επισήμως ως διάδοχο μετά τον θάνατό του τον 32χρονο τότε πρίγκιπα Χουάν Κάρλος. Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 η υγεία του έχει αρχίσει να καταρρέει. Ο Φρανσίσκο Φράνκο πεθαίνει πλήρης πολιτικών ημερών τον Νοέμβριο του 1975 και η ιστορία της Ισπανίας αλλάζει σελίδα.