Η διαβολική κληρονόμος




«Αν είπα ποτέ ψέματα στην Αντζέλικα; Φυσικά και της έχω πει ψέματα. Τουλάχιστον ο Τζακ, ο Μεγάλος Τζακ (όπως ακόμη και ο ίδιος έχει συνηθίσει να αποκαλεί το προσφιλές «μάτσο» στερεότυπο του «Ξένοιαστου καβαλάρη»), είναι… ειλικρινής στους απολογισμούς του. Ούτε η Αντζέλικα Χιούστον, η αδιαμφισβήτητη γυναίκα της ζωής του (όσο παρακινδυνευμένος και αν ακούγεται ένας τέτοιος χαρακτηρισμός, 17 χρόνια «αρραβώνα» ήταν αυτά!), δεν κατόρθωσε να επιζήσει αλώβητη του κυκλώνα Τζακ. Το πολυτάραχο ειδύλλιο έληξε άδοξα. Η επίσημη εκδοχή ήταν ότι εκείνη δεν ήταν έτοιμη για γάμο. Η ανεπίσημη (και η σαφώς πιο πιστευτή), ότι δεν άντεξε τις απιστίες του Νίκολσον. Το τελειωτικό χτύπημα έφερε το όνομα Ρεμπέκα Μπουσάρ. Ευτυχώς δηλαδή που οι γυναίκες της Δυναστείας Χιούστον είναι εξοικειωμένες με τέτοια χτυπήματα.


Η Αντζέλικα Χιούστον γεννήθηκε στις 8 Ιουλίου 1951 στη Σάντα Μόνικα της Πόλης των Αγγέλων («Αγγελος» θα είναι άλλωστε και το διαχρονικό παρατσούκλι της). Ο πατέρας της Τζον Χιούστον δεν ήταν εκεί να ακούσει το παρθενικό κλαψούρισμά της. Βρισκόταν χαμένος κάπου στη ζούγκλα του Κονγκό για τα γυρίσματα της «Βασίλισσας της Αφρικής». Ηταν όμως εκεί η μητέρα της, η μπαλαρίνα (και μοντέλο) Ρίκι Σόμα, τρίτη κατά σειρά σύζυγος του Χιούστον και μόλις… 22 χρόνια μικρότερή του. Εκεί ήταν και ο μεγαλύτερος κατά ένα χρόνο αδελφός της Τόνι.


Η οικογένεια δεν θα αργήσει να εγκατασταθεί στο κτήμα του Χιούστον στο Γκόλγοεϊ της Δυτικής Ιρλανδίας. Η Αντζέλικα θα περάσει το εναρκτήριο κομμάτι της ζωής της ανάμεσα στις αντίκες του πατέρα της. Οι γονείς της θα πάρουν διαζύγιο όταν εκείνη έχει μόλις κλείσει τα 11 χρόνια της (αναπόφευκτη η κατάληξη αν σκεφθεί κανείς τη συνήθεια του γερο-Χιούστον να προσκαλεί την εκάστοτε ερωμένη του να πάρει το πρωινό μαζί με την οικογένεια). Η Σόμα θα «κλέψει» τα δύο παιδιά της και θα εγκατασταθεί στο Λονδίνο. Οχι βεβαίως μακριά από την επιρροή του πανταχού παρόντος πατέρα τους (αυτού του αιματοβαμμένου Χέμινγκγουεϊ της Εβδομης Τέχνης). Μετά από την απαραίτητη μαθητεία της στα λονδρέζικα ιδιωτικά σχολεία, η 16χρονη Αντζέλικα στέφεται πρωταγωνίστρια στο «Περίπατος με την αγάπη και τον θάνατο», βιώνοντας στην οθόνη μια ζοφερή ερωτική ιστορία με φόντο μια επιδημία πανώλης. Η ταινία (σκηνοθέτης φυσικά ο Χιούστον) θα είναι από πάσης απόψεως αποτυχία, το αλλοπρόσαλλο physique όμως της νεαράς θα τραβήξει την προσοχή του Ρίτσαρντον Αβεντον, ο οποίος σπεύδει να την απαθανατίσει για τις σελίδες του «Vogue».


Η κατάκτηση της πριγκίπισσας


Ενα χρόνο αργότερα η μητέρα της σκοτώνεται σε αυτοκινητικό δυστύχημα. Για τον θάνατο αυτόν η Αντζέλικα θα χρειασθεί πολλά χρόνια ανάρρωσης. Κατά έναν παράδοξο τρόπο ο μελλοντικός της έρωτας με τον Νίκολσον θα είναι ένα είδος υποκαταστάτου της μητρικής απουσίας («Ο Τζακ μού τη θυμίζει κάπως. Και οι δυο τους τόσο τετράγωνοι και γήινοι»). Αποφασίζει να εγκαταλείψει προσωρινά τα κινηματογραφικά σετ και αφιερώνεται στην αβάσταχτη ελαφρότητα της haute couture. Στο διάστημα αυτό θα γνωρίσει τον φωτογράφο του περιοδικού «Harper’s Bazaar» Μπομπ Ρίτσαρντσον. Το ειδύλλιο θα διαρκέσει τέσσερα συναπτά έτη και θα λήξει το 1973, χρονιά που η Χιούστον αποφασίζει να πάρει το πρώτο αεροπλάνο για Λος Αντζελες.


Είναι μόλις 22 χρόνων όταν θα γνωρίσει τον Νίκολσον. Εκείνος έχει μόλις χωρίσει με τη Μισέλ Φίλιπς και τα «μήλα» στο πρόσωπο της Αντζέλικας δεν μπορούν να τον αφήσουν ασυγκίνητο. Φυσικά οι βιογράφοι της Δυναστείας Χιούστον) έχουν άλλη άποψη για τις «αδυναμίες» του Τζακ. «Αυτό που τον συγκινούσε περισσότερο ήταν το επώνυμό της. Τον συνάρπαζε η ιδέα ότι αυτός, ένας μικροαστός από το Νιου Τζέρσεϊ, είχε κατακτήσει την πριγκίπισσα του Τζον Χιούστον». Οσο για εκείνη, δηλώνει διατεθειμένη να ζήσει ως το τέλος τον «ασπασμό των αγγέλων προς τα άστρα». «Τον ήθελα!» θα πει σε μια συνέντευξή της. Ετσι απλά. Το πρώτο που θα προσέξει είναι τα μάτια του (σ.σ.: εν αντιθέσει προς την πλειονότητα του κόσμου που μένει να χαζεύει… τα φρύδια του): «Ηταν καλοσυνάτα και, όταν χαμογελούσε, φώτιζαν ολόκληρο το πρόσωπό του». Το δεύτερο οι ομοιότητές του (δυστυχώς σε όλους τους τομείς) με τον πατέρα της: «Αυτό που είδα αμέσως στον Τζακ είναι ότι δεν ήταν ποτέ βαρετός. Και ο πατέρας μου δεν ήταν ποτέ βαρετός».


Καριέρα χωρίς προστάτες


Ο έρωτάς τους θα κρατήσει σχεδόν δύο δεκαετίες. Με όλα βεβαίως τα συμπαρομαρτούντα μιας σχέσης με ένα σταρ που μπαίνει στο αυτοκίνητο με τον Γουόρεν Μπίτι για να κάνει «καμάκι» στις περαστικές. Τον πρώτο καιρό θα παραμείνει κρυφή. Η Αντζέλικα θα κάνει επιτόπου μεταβολή όταν μια μέρα επισκεπτόμενη τα γυρίσματα της «Τσαϊνατάουν» (1974) θα βρεθεί ενώπιον μιας ιδιαίτερα… υπαινικτικής σκηνής μεταξύ του Τζακ και του πατρός της. Είναι η σκηνή που ο Νόα Κρος (Χιούστον) «στριμώχνει» τον Τζέι Τζέι Γκιτς (Νίκολσον) για τη σχέση του με την Εβελιν Μάλρεϊ (Φέι Ντάναγουεϊ): «Πλαγιάζετε μαζί; Ελα τώρα, κύριε Γκιτς, δεν χρειάζεται σκέψη για να θυμηθείς, έτσι δεν είναι;».


Η δική της καριέρα θα εγκαινιασθεί ουσιαστικά στο φιλμ «Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δύο φορές» σε ένα μικρό, όχι όμως και τόσο ανεπαίσθητο ρόλο (είναι η εξωτική θηριοδαμάστρια που «μπλέκει» προσωρινά με τον Φρανκ Τσέιμπερς). Θα απογειωθεί όμως σε ένα φιλμ του πατέρα της. Η βασισμένη στο μυθιστόρημα του Ρίτσαρντ Κόντον «Τιμή των Πρίτζι» (1985) θα της εξασφαλίσει το Οσκαρ Β΄ γυναικείου ρόλου. Στην ταινία αυτή δεν μπορείς παρά να σκεφθείς μειδιώντας ότι τα διαπλεκόμενα της οικογένειας Χιούστον έχουν απλά μετουσιωθεί σε κινηματογραφικό σενάριο. Η Αντζέλικα υποδύεται τη διαβολική Μέι Ρόουζ, θυγατέρα του αρχινονού της Μαφίας του Μπρούκλιν και τέως φιλενάδα του ηδονοθήρα εκτελεστή Τσάρλι Παρτάνα!


Στη συνέχεια η φιλμογραφία της θα πείσει άπαντες ότι το ταλέντο της δεν περιορίζεται στο γενεαλογικό της δέντρο. Αναφέρουμε ενδεικτικά: «Εχθροί, μια ερωτική ιστορία» (1989) του Πολ Μαζούρσκι, «Απιστίες και αμαρτίες» (1989) του Γούντι Αλεν, «Οι κλέφτες» (1990) του Στίβεν Φρίαρς. Ενα χρόνο αργότερα αποφασίζει να γίνει η μαμά Μορτίτσια (με τα πλείστα νοσηρά χόμπι, όπως το πότισμα των σαρκοφάγων φυτών της) στην κινηματογραφική μεταφορά της παρανοϊκής «Οικογενείας Ανταμς» (όπως και στο σίκουελ του 1993 «Addams Family Values»). Ακολουθούν, αμφότερα το 1995, η «Οικογένεια Περές» και «The crossing guard». Η σχέση της με τον Νίκολσον έχει προ πολλού λήξει (σ.σ.: αν και θα είναι κοντά της στον θάνατο του Τζον Χιούστον). Εις γάμου κοινωνίαν θα έρθει τελικώς με τον 52χρονο γλύπτη Ρόμπερτ Γκράχαμ και οι χολιγουντιανές ταμπλόιντ απλά βρίσκονται με ένα στόχο λιγότερο.


Το 1996 είναι πια έτοιμη να περάσει πίσω από τον φακό. Το σκηνοθετικό ντεμπούτο της με το φίλμ «Bastard out of Carolina» θα τονώσει αρκετά το κινηματογραφικό της status, η ίδια όμως δεν θα πάψει να αναζητεί και τον ρόλο που θα τη ζωντανέψει για μία ακόμη φορά επί της οθόνης (σ.σ.: μέχρι στιγμής κανένα αποτέλεσμα. Μα τι κάνουν επιτέλους οι υπεύθυνοι κάστινγκ;). Πάντως ουδείς έχει πλέον λόγο να φοβάται. Η Τιμή των Χιούστον είναι σε καλά χέρια.


Επτά πράγματα που είπε γι’ αυτήν ο Τζακ Νίκολσον:


1 «Την ξέρω 20 χρόνια και όλον αυτόν τον καιρό είναι ζήτημα αν μου έχει κάνει οκτώ τηλεφωνήματα. Στη σχέση μας εγώ είμαι που διατηρούσα την επαφή. Ετσι είναι η Αντζέλικα. Μπορείτε να ρωτήσετε τους φίλους της να σας επιβεβαιώσουν ότι δεν τηλεφωνεί σχεδόν ποτέ».


2 «Η καριέρα δεν είναι τόσο σημαντική για την Αντζέλικα. Δεν έχει μεγάλες φιλοδοξίες».


3 «Της ζητώ συνέχεια να παντρευτούμε. Μερικές φορές μου λέει όχι, άλλες φορές ναι».


4 «Κανένας δεν την ξέρει καλύτερα από μένα και αυτό που λέω είναι αλήθεια».


5 «Η ιδέα ότι ήμουν ποτέ καταπιεστικός ή ότι επεσκίασα τη σταδιοδρομία της με ενοχλεί. Εγώ ήμουν στην πραγματικότητα εκείνος που κατηύθυνε και ενθάρρυνε αυτή την απειθάρχητη νέα γυναίκα».


6 «Εχουμε κάνει ατέλειωτες συζητήσεις για το θέμα των παιδιών. Η Αντζέλικα όμως έχει άλλες προτεραιότητες, ίσως επειδή είναι πολύ νεότερη από μένα. Προφανώς κάθε γυναίκα σε κάποια περίοδο της ζωής της δεν θέλει να κάνει παιδιά. Στην περίπτωση της Αντζέλικας πιστεύω ότι ο βασικός λόγος είναι ότι δεν θεωρεί πως πατάει ακόμη σε σταθερό έδαφος».


7 «Φυσικά και της έχω πει ψέματα. Στην… άλλη γυναίκα, σε αυτήν με την οποία απατούσα την Αντζέλικα, δεν θα έλεγα ποτέ ψέματα. Σε ολόκληρη τη ζωή σου μόνο σε δύο ανθρώπους λες ψέματα: στην κοπέλα σου και στην Αστυνομία. Με όλους τους άλλους είσαι ειλικρινής!».