ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ

Η κοινή αντίληψη που επικρατεί στα ηγετικά κλιμάκια των Βρυξελλών και των διπλωματικών επιτελείων των κρατών-μελών της ΕΕ είναι ότι αν το Κυπριακό δεν λυθεί «τώρα» από τους κκ. Δ.Χριστόφια και Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, δεν θα λυθεί «ποτέ». Οσο και αν το «τώρα» και το «ποτέ» στη διπλωματική γλώσσα έχουν σχετική αξία, το βέβαιο είναι ότι μετά τις διαπραγματεύσεις της περιόδου 1977-1979, τις προτάσεις Γκάλι και το Σχέδιο Αναν το «πολιτικό πρόβλημα» της Κύπρου αποτελεί, για τέταρτη φορά μετά την τουρκική εισβολή, αντικείμενο έντονων διαβουλεύσεων με στόχο την οριστική επίλυσή του. Ενδεικτική του πνεύματος που επικρατεί στην Ευρώπη είναι η έκθεση για τις εξελίξεις στο Κυπριακό μετά την εκλογή Χριστόφια, την οποία εκπόνησε το Ιnternational Crisis Group (ΙCG), το σημαντικότερο ίσως think tank των Βρυξελλών, το οποίο χρηματοδοτείται μεταξύ άλλων και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και «γνωμοδοτεί» άτυπα επί όλων των κρίσιμων διεθνώς ζητημάτων.

«Η νέα ειρηνευτική διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη στην Κύπρο προσφέρει την καλύτερη ευκαιρία,εδώ και δεκαετίες (και ίσως την τελευταία στο κοντινό μέλλον),για διευθέτηση του δυσεπίλυτου ζητήματος της διαίρεσης του νησιού» αναφέρεται στην έκθεση αυτή, την οποία έχει στη διάθεσή του «Το Βήμα». «Ενδεχόμενη μη επίλυση της μακροχρόνιας διαφοράς μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων θα πυροδοτήσει εντάσεις και καχυποψία μεταξύ των δύο κοινοτήτων, θα καταστήσει το Κυπριακό ένα μόνιμο πρόβλημα στο εσωτερικό της ΕΕ και θα περιπλέξει ακόμη περισσότερο τις σχέσεις της ΕΕ με την Τουρκία και το ΝΑΤΟ» αναφέρεται στην έκθεση του ΙCG, στην οποία ωστόσο αναγνωρίζεται ότι την κύρια ευθύνη για τη μη επίλυση του προβλήματος τη φέρει η Τουρκία και η εμμονή της στο καθεστώς των εγγυητριών δυνάμεων.