Ηταν ίσως το πιο εντυπωσιακό γεγονός στη διεθνή σκηνή την περασμένη εβδομάδα. Πρόκειται για την εκλογή στη θέση του δημάρχου της πρωτεύουσας του καπιταλισμού, δηλαδή της Νέας Υόρκης, με τις πανίσχυρες τράπεζες και το διεθνούς εμβέλειας χρηματιστήριο, ενός αριστερού μουσουλμάνου μετανάστη από την Ινδία που γεννήθηκε στην Ουγκάντα. Καθώς μάλιστα αυτό συνέβη στην πόλη όπου μεγαλούργησε ο Ντόναλντ Τραμπ, με τον εμβληματικό ουρανοξύστη του, τον Τραμπ Τάουερ, να κυριαρχεί στην πασίγνωστη Πέμπτη Λεωφόρο.
Ενας Τραμπ που την ίδια στιγμή συμπλήρωνε έναν χρόνο στον Λευκό Οίκο, αδιαφορώντας πλήρως για το αμερικανικό σύστημα ελέγχων και ισορροπιών, μεταξύ Προεδρίας, Κογκρέσου και Δικαστικής Εξουσίας, με την επιβολή σε όλους τους τομείς της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής των γνωστών ακραίων θέσεών του. Και το εύλογο ερώτημα είναι τώρα αν η εκλογή Μαμντάνι θα αλλάξει την απαράδεκτη αυτή κατάσταση ή όχι. Καθώς στο Δημοκρατικό Κόμμα συνεχίζουν οι διαφωνίες ως προς την τακτική που πρέπει να ακολουθηθεί.
Το γεγονός όμως που παραμένει αναμφισβήτητο είναι ότι οι Νεοϋορκέζοι ψήφισαν με βάση οικονομικά κριτήρια, αντιδρώντας στην άνοδο του κόστους ζωής που παρατηρείται λόγω του συνεχώς αυξανόμενου πληθωρισμού. Eπιβεβαιώνοντας έτσι, για πολλοστή φορά, την περίφημη ρήση του οικονομικού συμβούλου του προέδρου Κλίντον, το 1992, Τζέιμς Κάρβιλ: «It’s the Economy, stupid» (Eίναι η Οικονομία, ηλίθιε). Μια διαπίστωση που όπως γνωρίζουμε δεν ισχύει μόνο στην Αμερική. Και είναι ίσως η σημαντική αυτή αρνητική εξέλιξη που δικαιολογεί τη συνεχή πτώση στις δημοσκοπήσεις του Ντόναλντ Τραμπ, παρά τους κομπασμούς του περί του αντιθέτου.
Και είναι χαρακτηριστικό ότι η δυσαρέσκεια των αμερικανών ψηφοφόρων δεν εκδηλώθηκε μόνο στη Νέα Υόρκη, αλλά και με την εκλογή, την ίδια ημέρα, δύο κυβερνητριών του Δημοκρατικού Κόμματος στις Πολιτείες της Βιρτζίνια και του Νιου Τζέρσεϊ. Πρόκειται για δύο γυναίκες που ανήκουν στην κεντρώα πτέρυγα των Δημοκρατικών, οι οποίες επιμένουν στην ανάγκη εξεύρεσης πολιτικών συναινέσεων. Γεγονός που επιβεβαιώνει τη διάσταση απόψεων στο Δημοκρατικό Κόμμα.
Ολα όμως τώρα θα κριθούν ακριβώς σε έναν χρόνο, όταν θα διεξαχθούν οι λεγόμενες ενδιάμεσες εκλογές, οι οποίες γίνονται κάθε δύο χρόνια μετά την προεδρική εκλογή και αφορούν το σύνολο των βουλευτών (435), το ένα τρίτο των γερουσιαστών (33 ή 34 σε σύνολο 100) και 34 ή 35 κυβερνήτες Πολιτειών σε σύνολο 50.
Σήμερα ο Τραμπ έχει τη στήριξη όχι μόνο της πλειοψηφίας της Βουλής και της Γερουσίας, αλλά και του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπου έχει διορίσει την πλειοψηφία των Ανωτάτων Δικαστών (6 στους 9), με αποτέλεσμα όλες σχεδόν οι απαράδεκτες αποφάσεις που συχνά λαμβάνει ο Τραμπ και ακυρώνονται μερικές φορές από τα κατώτερα Δικαστήρια να εγκρίνονται τελικά από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Με αποτέλεσμα να κυβερνάει συχνά ως ένας εκλεγμένος δικτάτορας, στην ισχυρότερη χώρα του κόσμου που επί δεκαετίες υπήρξε το υπόδειγμα του φιλελευθερισμού. Και είναι αυτή η ιδιαίτερη σημασία της εκλογής Μαμντάνι, ο οποίος ναι μεν ανήκει στην αριστερά του Δημοκρατικού Κόμματος, που δεν εκφράζει την πλειοψηφία των αμερικανών πολιτών, αλλά μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα που θα οδηγήσει πιθανότατα στον περιορισμό της αυταρχικής εξουσίας του Τραμπ. Με ό,τι μπορεί αυτό να σημαίνει όχι μόνο για τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και για όλον τον υπόλοιπο κόσμο στη σημερινή εξαιρετικά ασταθή συγκυρία.



