Στην εποχή των περίτεχνων οπτικών εφέ και των πολύπλοκων σεναρίων, η διαχρονική γοητεία μιας απλής αλλά καλοειπωμένης ιστορίας παραμένει το δυνατότερο χαρτί της τέχνης του κινηματογράφου. Κι ενώ οι λαβυρινθώδεις αφηγήσεις και τα φανταχτερά θεάματα έχουν και αυτά την αξία τους, καμιά φορά το μόνο που θες είναι να παρακολουθήσεις μια απλή καλοφτιαγμένη ιστορία· μια ιστορία που πάνω απ’ όλα να απηχεί σε ένα βαθιά ανθρώπινο επίπεδο. Κι αν μας το πρόσφερε μία ταινία αυτό το 2023, αυτή ήταν η υποψήφια για 5 Όσκαρ νέα ταινία του Alexander Payne «Τα Παιδιά του Χειμώνα» (The Holdovers).

Μόνο τα ονόματα Alexander Payne και Paul Giamatti δίπλα-δίπλα ήταν λόγος αρκετός για να περιμένω πώς και πώς την άφιξη της ταινίας στους ελληνικούς κινηματογράφους και να τρέξω να τη δω την πρώτη κιόλας ημέρα. 133 λεπτά μετά από την επιβίβαση μου σε αυτό το σύντομο αλλά γεμάτο κινηματογραφικό ταξίδι στα πρώτα Χριστούγεννα της δεκαετίας των 70s, σηκώθηκα σίγουρη πως – για εμένα τουλάχιστον – αυτή είναι η καλύτερη ταινία του 2023.

Φωτ.: FOCUS FEATURES

Η τελευταία ταινία του βραβευμένου με δύο Όσκαρ σκηνοθέτη Alexander Payne διαδραματίζεται στη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων του 1970, μια εποχή που έχουμε δει και ξαναδεί πολλές φορές στη μεγάλη οθόνη στο παρελθόν. Παρόλα αυτά, ο Payne, αποφασισμένος να αγγίξει μια βαθύτερη φλέβα νοσταλγίας, δεν παραδίδει μια ταινία για τα ’70s, αλλά μία ταινία που βάζεις το χέρι στη φωτιά ότι βγήκε κατευθείαν από εποχή που γέννησε, μεταξύ άλλων, τη ντίσκο. Κι αυτό γιατί από τη γραμματοσειρά των τίτλων αρχής, το παλιό λογότυπο της Universal, τον τρόπο που διαδέχονται η μία σκηνή την άλλη, τον μονοφωνικό ήχο, μέχρι τις αναφορές στον πόλεμο του Βιετνάμ, τα παντελόνια καμπάνα και τα κοτλέ σακάκια σε αμήχανες αποχρώσεις του καφέ, η ταινία είναι κυριολεκτικά γεμάτη vintage σημειολογία, αναβιώνοντας τα καλύτερα στοιχεία της αφηγηματικής παράδοσης εκείνης της εποχής.

Το αποτέλεσμα είναι άμεσο. Προτού το καταλάβεις, είσαι εκεί. Στο οικοτροφείο Barton, λίγο έξω από τη Βοστόνη, όπου ένα αφοσιωμένο διδακτικό προσωπικό εργάζεται ευλαβικά με στόχο να προετοιμάσει την μελλοντική άρχουσα τάξη των ΗΠΑ. Είναι τελευταία μέρα πριν τις γιορτές των Χριστουγέννων και, όπως είναι φυσικό, κανένα από όλα τούτα τα ατίθασα, προνομιούχα κουτάβια δεν έχει όρεξη για μάθημα. Η παύση των μαθημάτων είναι τόσο γι’ αυτά όσο και για τους καθηγητές τους θέμα ωρών. Σε λίγες ώρες, όλοι τους θα βρίσκονται κάπου αλλού και οι παμπάλαιες αίθουσες και οι βοεροί κοιτώνες θα βυθιστούν στη σιωπή.

Φωτ.: FOCUS FEATURES

Όλοι; Χμ, όχι όλοι. Μισή ντουζίνα μαθητές, ένας ιδιότροπος καθηγητής ιστορίας ονόματι Paul Hunham (Paul Giamatti) και η μαγείρισσα του οικοτροφείου, Μαίρη (Da’Vine Joy Randolph), που διαχειρίζεται την πρόσφατη απώλεια του γιού της, ξεμένουν πίσω. Κι όταν ένας από μηχανής ελικοφόρος θεός μειώνει τον αριθμό αυτών κι άλλο, την τελική τριμελή σύνθεση κατακερματισμένων ανθρώπων ολοκληρώνει ένας ψιλόλιγνος υποσχόμενος μαθητής που όμως δεν μπορεί να μείνει μακριά από μπελάδες, ονόματι Angus Tully (Dominic Sessa). Η Mary, ο Paul και ο Angus θα σχηματίσουν μια ad hoc οικογένεια για κάποιες μέρες, δοκιμάζοντας ο ένας τις αντοχές του άλλου.

Δεν θα σοκάρει κανέναν ακριβώς το γεγονός ότι αυτοί οι τρεις άνθρωποι, που βρέθηκαν «παγιδευμένοι» μαζί σε ένα τεράστιο οικοτροφείο κατά τη διάρκεια της εορταστικής περιόδου, θα σχηματίσουν τελικά μια απίθανη φιλία. Η γλυκόπικρη, ζεστή αίσθηση που σου αφήνει αυτή η ταινία δεν έχει να κάνει με την έκπληξη αλλά με την οικειότητα. Αυτή η απίθανη τριάδα μπορεί να ακολουθεί μια απολύτως προβλέψιμη πορεία – από την αμοιβαία αντιπάθεια στην αποδοχή – αλλά ο τρόπος με τον οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία δεν μοιάζει ποτέ τυποποιημένος.

Φωτ.: FOCUS FEATURES

Φυσικά, τίποτα από όλα αυτά δεν ήταν το ίδιο χωρίς το πρωταγωνιστικό τρίο. Ο Paul του Giamatti, ένας μισάνθρωπος που λατρεύει τον Μάρκο Αυρήλιο, τον σαρκασμό και το Jim Beam, ενώ σιχαίνεται την ταξική κοινωνία στην οποία ζει, εξελίσσεται σταδιακά. Αποκτά μια σαφώς πιο ανθρώπινη πλευρά, ευαίσθητη και οικεία. Αποφεύγοντας κάθε προσπάθεια για μια δακρύβρεχτη ερμηνεία οσκαρικού τύπου, η Randolph παραδίδει μια λεπτή ερμηνεία βουβής οδύνης και τρεμάμενης χαράς. Είναι ένα πορτρέτο θλίψης τόσο αληθινό που προκαλεί ανατριχίλα. Ο Dominic Sessa, κάνοντας ένα από τα εντυπωσιακότερα κινηματογραφικά ντεμπούτα όλων των εποχών από άποψη συνεργασιών, φέρει μια ακατέργαστη ποιότητα που ταιριάζει στον χαρακτήρα του.

Ο Payne επιστρέφει με μια ιστορία μεστή, καθαρή και πέρα για πέρα ανθρώπινη, που δεν θέλει να χειραγωγήσει. Θέλει απλά να μοιραστεί. Νοσταλγική, αστεία αλλά και συγκινητική, αυτή η ταινία μπορεί κάλλιστα να χαρακτηριστεί – σε μια καριέρα που δεν στερείται επιτευγμάτων – ως η καλύτερη του δημιουργού της. Έτσι που ο Payne ίσως και να είναι έτοιμος να βουτήξει το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας μέσα από τα χέρια του φαβορί Oppenheimer.

Η ταινία «Τα παιδιά του χειμώνα» προβάλλεται στους κινηματογράφους από τις 25 Ιανουαρίου από την Tanweer.