Δεν μπορείς να μιλάς όλες τις γλώσσες. Ή ακόμη κι αν έχεις το χάρισμα να μαθαίνεις γρήγορα, και πάλι δεν γίνεται να αισθάνεσαι και να εμπεριέχεις ταυτόχρονα τόσους διαφορετικούς ιστούς. Κάποια από όλες είναι η δική σου, η βασική. Αναφέρομαι στις «γλώσσες» της εποχής. Αρκετοί, σε μία απέλπιδα προσπάθεια να μη θεωρηθούν παλιοί, παρωχημένοι, γερασμένοι, γκρινιάρηδες, μιμούνται πως καταλαβαίνουν τις νέες γλώσσες και τους κώδικες επικοινωνίας των πολύ νεότερων ανθρώπων. Προσπαθούν μάλιστα και να τις μιλήσουν αλλά τους προδίδει ακόμη και το σώμα τους.

Η αγωνία πολλών να μη βρεθούν εκτός εποχής τούς αναγκάζει να βρεθούν εκτός προσωπικής αλήθειας. Στην τέχνη, αυτή η αγωνία είναι εμφανής. Εχοντας μεγαλώσει με κώδικες αρκετά διαφορετικούς από τους καινούργιους δημοφιλείς των νέων ανθρώπων – όχι όλων αλλά μιας σοβαρής μερίδας – προβαίνουν σε βιαστικές και άτσαλες πατροκτονίες. Προσπαθούν να μιμηθούν αναπνοές, λέξεις, έκφραση. Μιμούνται ακόμη και το πρόβλημα.

Εννοώ πως ο κόσμος μετά από προσωπικές διαδρομές δεκαετιών δεν είναι ο ίδιος. Η εφηβεία έχει ένα μοτίβο συγκεκριμένο, σχεδόν προκαθορισμένο στους προβληματισμούς, στον θυμό, στον στοχασμό, στο αίσθημα, στη διεκδίκηση. Ορισμένα από αυτά είναι αειθαλή, δεν ξεπερνιούνται από την «ωριμότητα», όμως σίγουρα είναι πολύ διαφορετική η στάση και ο τρόπος σου απέναντί τους.

Πες την αλήθεια σου, μην κάνεις πως κατανοείς όλες τις αλήθειες των άλλων, δεν θα πείσεις για πολύ καιρό.

Πες την αλήθεια σου και δεν θα χρειαστεί ποτέ να υποδυθείς κάτι που δεν είσαι. Γράψε τα τραγουδάκια σου, με κουπλέ-ρεφρέν, με μελωδία, με λογάκια που εσύ επιλέγεις, δεν είναι απαραίτητο να ξεκινήσεις στα πενήντα σου να γράφεις στον κώδικα του χιπ-χοπ. Εκτός αν είναι μια απόλυτα φυσική και ειλικρινής ανάγκη έκφρασης. Ομως αυτός δεν είναι ο κανόνας. Οι διαφορετικές γλώσσες δεν φτιάχτηκαν για να νικάει η μία την άλλη, ούτε για να ζυγίζονται σε εμπορικούς ισολογισμούς. Φτιάχτηκαν για να αποτυπώνουν τις αντιστοιχίες του έξω με τον μέσα μας κόσμο. Για να πλησιάσουμε όσο γίνεται στην έκφραση του άρρητου.

Μόνο στον δικό σου δρόμο θα είσαι πειστικός. Οι μόδες αλλάζουν, κάτι έρχεται για να μείνει, κάτι πεθαίνει στην επόμενη στροφή της εποχής, κάτι φωτίζει μια νύχτα σαν πυροτέχνημα και χάνεται, κάτι άλλο φτιάχνει υπομονετικά όμορφες νύχτες διαρκείας.

Οι γλώσσες βέβαια δεν είναι ούτε νεκρές ούτε ένα κλειστό σύμπαν συμμετρίας που δεν επιδέχεται επιρροές. Τα καινούργια μπλεντ φτιάχνονται από όλα τα υλικά, ακόμη και τα ταπεινότερα και – αν θέλεις – ακόμη και από τα εντελώς πρόσκαιρα. Ομως προσποιούμενος πως μιλάς όλες τις γλώσσες, στην ουσία μάλλον δεν μιλάς καμία καλά. Σε πόσες φλέβες διαφορετικών σωμάτων νομίζεις πως μπορείς να μοιράσεις το αίμα σου;

Ο Φαίδων Γεωργίτσης στέλνει τον Χρόνη Εξαρχάκο στον Πειραιά να πείσει τουρίστες να έρθουν στο νησί για να αφήσουν τα ωραία τους χρήματα. Τον ρωτάει «ρε συ, ξέρεις καμιά ξένη γλώσσα;». Ο Εξαρχάκος του απαντάει «μωρέ εγώ θα τους μιλήσω και αγγλικά και γαλλικά και ιταλικά και γερμανικά! Αυτοί, θα με καταλάβουν;».