Με την απόφαση του κυρίου Ερντογάν, η Τουρκία δήλωσε, για μια ακόμη φορά, ότι ανήκει στη Δύση, αλλά με όρους τους οποίους υπαγορεύει η ίδια. Υποστήριξε έμπρακτα ότι βανδαλισμοί και κακοποιήσεις μνημείων, όπως η καταστροφή της Παλμύρας από το ισλαμικό κράτος, η παράνομη κατακράτηση των γλυπτών του Παρθενώνα από το Ηνωμένο Βασίλειο ή η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί από την ίδια μπορεί να είναι ανεκτοί.

Αυτή την τελευταία βαρβαρότητα χαρακτηρίζει ανερυθρίαστα «κυριαρχικό δικαίωμα». Να αισθάνεται σήμερα την ανάγκη της υπενθύμισης (στον εαυτό της ή σε άλλους άραγε;) ότι το 1453 έγινε η άλωση της Κωνσταντινούπολης είναι ένα θέμα. Να ικανοποιεί αυτή την ανάγκη της, καταστρέφοντας μνημεία άλλων πολιτισμών είναι κάτι διαφορετικό. Είναι μια απαράδεκτη πράξη βίας.

Αλλά δεν είναι μόνον ο λόγος αρχής για τον οποίο η Δύση οφείλει να διαμηνύσει ρητά στην Άγκυρα ότι η συγκεκριμένη πράξη δεν είναι ανεκτή. Είναι και δικό της συμφέρον να προσδιορίσει, επί τέλους, τα όρια της, έναντι τρίτων… αλλά και του εαυτού της!

Ασφαλώς και στους κόλπους της Δύσης σοβούν αντιθέσεις, διαφορετικά, συχνά αντικρουόμενα, εθνικά συμφέροντα. Διαθέτει όμως αυτή η διεθνική κοινότητα και συμφωνημένες διαδικασίες ειρηνικής διευθέτησης τέτοιων διαφορών και κανόνες συνύπαρξης των μελών της. Όποτε η Δύση ανέχθηκε ή διέπραξε η ίδια εκπτώσεις, παραβάσεις ή επιλεκτική χρήση αυτών των θεσμικών εγγυήσεων, η βλάβη των συμφερόντων της και όλων τελικά των κρατών μελών της ήταν σοβαρή. Ιράκ, Γιουγκοσλαβία, Αφγανιστάν, Λιβύη, Αίγυπτος, Συρία δείγμα μόνον από τον κατάλογο των αδικοπραξιών, των αυτοτραυματισμών, του χρονικού αποδυνάμωσής της, δίχως άλλο.

Οι δικές μας συντεταγμένες στην διεθνή κοινότητα καθορίστηκαν, εδώ και μισό περίπου αιώνα, με το «ανήκομεν εις την Δύση» του Κωνσταντίνου Καραμανλή και το «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» του Ανδρέα Παπανδρέου. Κοντολογίς -και παρά τις μεταλλάξεις του κόσμου από διπολικό σε μονοπολικό και πολυπολικό διαδοχικά- είμαστε μια χώρα με δικά της συμφέροντα σε μια μείζονα υπερεθνική συσσωμάτωση.

Τιμήσαμε και τιμούμε τις υποχρεώσεις μας (οικονομικές και άλλες) απέναντι στην κοινότητα αυτή περισσότερο από τους περισσότερους συμμάχους μας. Ορισμένες φορές με κόστος για τα δικά μας συμφέροντα. Αυτός ο σεβασμός στις συμβατικές μας υποχρεώσεις δεν υποδηλώνει ούτε αφέλεια εκ μέρους μας, ούτε αναγνώριση κάποιου ειδικού προνομίου οποιουδήποτε. Είναι επιλογή μας να καταβάλλουμε τοις μετρητοίς αυτό το αντίτιμο για την απόκτηση του κύρους της «μικρής, μεγάλης δύναμης». Κύρος που διαθέτουμε και ήρθε η ώρα να χρησιμοποιήσουμε.

Είναι η ώρα να ρωτήσουμε εταίρους και συμμάχους αν ανέχονται την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ή όχι. Θα ήταν αδικαιολόγητη παράλειψη της διακυβέρνησης Μητσοτάκη να μην διεκδικούσε την συζήτηση του θέματος στις αμέσως επόμενες συνόδους Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΝΑΤΟ, στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. Η δική μας θέση είναι, ούτως ή άλλως, δεδομένη: στην βαρβαρότητα αυτή θα υπάρξει συγκεκριμένη ελληνική απάντηση, σε χρόνο και τόπο που εμείς θα επιλέξουμε. Όπως αδικαιολόγητη παράλειψη της διακυβέρνησης Μητσοτάκη θα ήταν να μην ειδοποιήσει τους πάντες ότι η αυξημένη ψυχρότητα στις σχέσεις μας με την Άγκυρα, θέτει τους πάντες ενώπιον της ευθύνης να ζυγίσουν τις επιπτώσεις της στα δικά τους συμφέροντα. Να επιλέξουν ανάμεσα σε εταίρο ευθύνης και σε τυχοδιώκτη συμπαίκτη σε μια Ανατολική Μεσόγειο, ήδη σε αποσταθεροποίηση.

Θα πρέπει να γίνει κοινός τόπος των ελίτ μας -της πολιτικής, κατ’ εξοχήν- ότι οι εμμονές τους σε σχήματα που δεν λειτουργούν, η αυταπάτη ότι άλλοι θα λύσουν δικά μας προβλήματα και η αποφυγή ανάληψης ευθυνών είναι ενεργοί παράγοντες που έχουν προκαλέσει μια τέλεια καταιγίδα. Με το επίκεντρό της να μας πλησιάζει με ολοένα αυξανόμενη ταχύτητα και να επαπειλεί με ολοκληρωτική αναίρεση την υπόσταση και την θέση μας στην διεθνή κοινότητα, όπως την κατοχυρώσαμε, εδώ και πενήντα περίπου χρόνια. Το ερώτημα λοιπόν αναπόφευκτο προς όσους ζητούν εντολή να μας εκπροσωπήσουν: θα παραμείνουν αδρανοποιημένοι θεατές μιας «προαναγγελθείσης καταστροφής» ή θα επιχειρήσουν πορεία προς πιο ήρεμα νερά;

Ο Παντελής Οικονόμου είναι πρώην υπουργός και βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, ιδρυτής της πολιτικής οργάνωσης ΕΚΚΙΝΗΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΕΣ