Πιό κοντά βρίσκονται Παρίσι και Ουάσιγκτον για την επιβολή ενιαίου φόρου στα κέρδη της ψηφιακής οικονομίας και των τεχνολογικών κολοσσών του κόσμου.

Όπως τόνισε ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμμανουέλ Μακρόν, οι ηγέτες της ομάδας του G7 βρίσκονται κοντά σε “μια πολύ καλή συμφωνία στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ”.

Σύμφωνα με τον ίδιο, Παρίσι και Ουάσιγκτον, συμφώνησαν ότι θα καταλήξουν σε μια αμοιβαία αποδεκτή λύση για την εφαρμογή ενός διεθνούς φόρου από το 2020 και όταν γίνει αυτό, η Γαλλία θα καταργήσει τον δικό της, ύψους 3%.

Οπως εξηγεί σε ανάλυση του ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής Ελλάδος (ΣΕΠΕ) που είναι κι ο άμεσα ενδιαφερόμενος φορέας, το επίσημο ανακοινωθέν, που δημοσιοποίησε η Γαλλία μετά το πέρας των εργασιών της Συνόδου, αναφέρεται στο συγκεκριμένο ζήτημα με μία γενική μόνο φράση:

“Η G7 δεσμεύεται να καταλήξει σε συμφωνία το 2020 για την απλούστευση των κανονιστικών φραγμών και τον εκσυγχρονισμό της διεθνούς φορολογίας στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ”. Αρα υπάρχει ακόμη δρόμος για ενιαία στάση των μεγάλων χωρών απέναντι στο θέμα.

Θυμίζουμε ότι μετά από την αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να καταλήξει σε συμφωνία για έναν ενιαίο ευρωπαϊκό φόρο επί των κολοσσών του Διαδικτύου, η Γαλλία δρομολόγησε την επιβολή του λεγόμενου φόρου “GAFA” (από τα αρχικά των Google, Apple, Amazon, Facebook) στις τεχνολογικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο έδαφος της. Στην επιβολή του φόρου αντέδρασε σθεναρά από την πρώτη στιγμή η αμερικανική κυβέρνηση, θεωρώντας ότι το μέτρο πλήττει καίρια τις αμερικανικές εταιρείες, με τον Αμερικανό Πρόεδρο, Ντόναλντ Τραμπ, να προειδοποιεί εμμέσως πλην σαφέστατα με την επιβολή δασμών στα γαλλικά προϊόντα.

Διαπραγματεύσεις και συμβιβασμός

Σύμφωνα με όσα μεταδόθηκαν στη σύνοδο Γάλλοι και Αμερικανοί διαπραγματευτές κατέληξαν τελικά σε συμφωνία για το ύψος της φορολόγησης των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών.

Ο συμβιβασμός επετεύχθη στη διάρκεια των συνομιλιών μεταξύ του Γάλλου υπουργού Οικονομικών, Μπρουνό Λεμέρ, και του Αμερικανού ομολόγου του, Στίβεν Μνούτσιν, αλλά και του οικονομικού συμβούλου του Λευκού Οίκου, Λάρι Κάντλοου.

Το προσχέδιο της συμφωνίας, που θα τεθεί υπόψιν του Αμερικανού και του Γάλλου προέδρου, προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι η Γαλλία θα επιστρέφει στις εταιρείες τη διαφορά μεταξύ του γαλλικού φόρου και του διεθνούς φόρου που σχεδιάζεται από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).

Το αρχικό σχέδιο της Ε.Ε. προέβλεπε την επιβολή εισφοράς 3% επί ορισμένων υπηρεσιών μεγάλων τεχνολογικών πολυεθνικών, εκτιμώντας ότι θα επέφερε πρόσθετα φορολογικά έσοδα της τάξης των €5 δις ετησίως στα κράτη-μέλη. Το πλάνο δεν κατάφερε να συγκεντρώσει την ισχυρή στήριξη της πλειοψηφίας των κρατών-μελών, καθώς συστηματική αντίδραση στην επιβολή είχαν εκφράσει εξ αρχής η Ιρλανδία, η Δανία, η Σουηδία και η Φινλανδία.

Με δεδομένη τη δυστοκία για ενιαία φορολογική συμπεριφορά έναντι των – κυρίως αμερικανικών – τεχνολογικών κολοσσών, η Γαλλία προχώρησε μεμονωμένα στη λήψη σχετικής απόφασης, επιβάλλοντας φόρο 3% επί των εσόδων των εν λόγω εταιρειών, που παράγονται επί γαλλικού εδάφους.

Ο νέος φόρος, που μάλιστα έχει αναδρομική ισχύ από τις αρχές του 2019, θα επιβάλλεται επί των εσόδων από ψηφιακές υπηρεσίες που παρέχουν στη Γαλλία επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών άνω των €25 εκατ. (στη χώρα) και €750 εκατ. ευρώ παγκοσμίως.

Ο φόρος αφορά περίπου 30 ομίλους και μέσω αυτού η γαλλική κυβέρνηση ευελπιστεί να εισπράξει περί τα €400 εκατ. το 2019 και τα €650 εκατ. το 2020.