Ο αριθμός των αιτούντων άσυλο στη Γερμανία παρουσίασε σημαντική κάμψη το 2018 (-16,5%), επιβεβαιώνοντας την τάση μείωσης των αφίξεων, μετά τη μεταναστευτική κρίση του 2015-16, κατά την οποία εισήλθαν στη χώρα περισσότεροι από 1 εκατομμύριο άνθρωποι.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα, στο διάστημα Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2018 υποβλήθηκαν 185.853 αιτήσεις ασύλου στη Γερμανία. Ο υπουργός Εσωτερικών Χορστ Ζεεχόφερ χαιρέτισε τη «συνεχιζόμενη μείωση» των αφίξεων μετά τον «παροξυσμό του φθινοπώρου του 2015» που οδήγησε το Βερολίνο να σκληρύνει σταδιακά τη μεταναστευτική πολιτική του.

«Αποκαταστήσαμε την τάξη και εφαρμόσαμε σαφείς κανόνες» στο μεταναστευτικό, πρόσθεσε ο υπουργός, που είναι μέλος των Χριστιανοκοινωνιστών της Βαυαρίας, του εταίρου της καγκελαρίου Άγγελα Μέρκελ. Χαιρέτισε επίσης το γεγονός ότι η Γερμανία έθεσε ως στόχο να περιορίσει μεταξύ 180.000-220.000 τον αριθμό των αιτούντων άσυλο κάθε χρόνο.

Τον «στόχο» αυτόν έχουν καταγγείλει πολλές μη κυβερνητικές οργανώσεις που βοηθούν τους μετανάστες, υποστηρίζοντας ότι δεν είναι δυνατόν να τεθούν όρια στον αριθμό των ανθρώπων που διώκονται και ζητούν την προστασία τρίτου κράτους.

Οι περισσότεροι από τους αιτούντες άσυλο στη Γερμανία προέρχονται από τη Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν και το Ιράν. Το ποσοστό εκείνων που έλαβαν τελικά άδεια παραμονής έφτασε πέρσι το 35%, ήταν δηλαδή σημαντικά μειωμένο σε σύγκριση με το 2017 (43,4%) και το 2016 (62,4%).

Για τον Χορστ Ζεεχόφερ, ο οποίος αμφισβητούσε ανοιχτά την απόφαση της Μέρκελ να ανοίξει τα σύνορα το 2015, η μαζική άφιξη μεταναστών είχε ως αποτέλεσμα να εκτιναχθούν τα ποσοστά της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD), η οποία σήμερα εκπροσωπείται στην Μπούντεσταγκ με περίπου 90 βουλευτές.

Μετά τη Γερμανία, ο υψηλότερος αριθμός αιτήσεων ασύλου σε ευρωπαϊκή χώρα καταγράφηκε πέρσι στη Γαλλία, με 122.743, αριθμός αυξημένος κατά 22%.