Στο βαθύ παρελθόν, πριν από την εποχή των τρέιλερ, των εκθαμβωτικών εφέ και του 3-D, η κινούμενη εικόνα διαφήμιζε την ποιότητά της κυρίως μέσα από τα στιγμιότυπα, σε γυάλινες προθήκες έξω από τις αίθουσες των σινεμά.
Τέτοια χρηστικά κάποτε αντικείμενα έχουν λάβει σήμερα τον χαρακτήρα τέχνης. Φωτογραφίες, κάρτες, σχέδια, αλλά κυρίως αφίσες, πλήθος από αυθεντικές αφίσες κλασικών κινηματογραφικών ταινιών φιλοτεχνημένες σε διάφορες χώρες προβολής τους, είναι τα φανερά αντικείμενα του πόθου συλλεκτών και τα οποία ο οίκος Sotheby’s διαθέτει σε μια μεγάλη online δημοπρασία η οποία ξεκίνησε στις 28 Αυγούστου και θα ολοκληρωθεί στις 5 Σεπτεμβρίου. Για τον πλούτο της συλλογής δεν τίθεται αμφιβολία: ο επισκέπτης της γκαλερί του οίκου στο Λονδίνο, όπου εκτέθηκαν πριν από την πώλησή τους, θα μπορούσε να δει ένα αυθεντικό πόστερ του πρώτου «Κινγκ Κονγκ» του 1933, μια σπάνια φωτογραφία της Μέριλιν Μονρόε με μαγιό στο Τόμπι Μπιτς το 1949, την Οντρεϊ Χέπμπορν στο ιαπωνικό λανσάρισμα της ταινίας «Σαμπρίνα» του 1954, τον Γκοτζίλα να καταβροχθίζει ένα τρένο σε γερμανική αφίσα του ομώνυμου φιλμ του 1956, τις υπογραφές των Χάρισον Φορντ, Μαρκ Χάμιλ και Κάρι Φίσερ (διά χειρός της μητέρας της, Ντέμπι Ρέινολντς) στο αμερικανικό πόστερ τού «Πολέμου των Αστρων» του 1977. Το εύρος των τιμών ποικίλλει, από μια βάση γύρω στις 400 λίρες, από όπου ανοίγει ο πλειστηριασμός για την «Κολασμένη αγάπη» του Μπίλι Γουάιλντερ, έως τις 30.000-40.000 λίρες που αναμένεται να φέρει ένα αυθεντικό προσχέδιο του Σον Κόνερι ως 007 στο «Ζεις μονάχα δυο φορές».
Ωστόσο, αυτό που αναμφίβολα ξεχωρίζει είναι ένα μικρό κόσμημα των απαρχών της ιστορίας του κινηματογράφου: η αφίσα για την πρώτη δημόσια προβολή που πραγματοποίησαν οι αδελφοί Ογκίστ και Λουί Λιμιέρ στο Grand Café της Boulevard des Capucines του Παρισιού στις 28 Δεκεμβρίου 1895. Εργο του καλλιτέχνη Ανρί Μπρισπό (1846-1928), με διαστάσεις 126,7 x 96,5 εκατοστά και σε άριστη για τα χρονάκια του κατάσταση, το έγχρωμο πόστερ απεικονίζει ένα πλήθος ανθρώπων διαφόρων ηλικιών και τάξεων να συνωστίζεται μπροστά στην είσοδο της αίθουσας «Salon Indien» προκειμένου να παρακολουθήσουν την επικείμενη επίδειξη του «Cinématographe Lumière». Στην πραγματικότητα, η εκδήλωση δεν ήταν και τόσο επιτυχημένη. Σύμφωνα με πηγές της εποχής, αντί για τους περίπου 100 θεατές που περίμεναν οι διοργανωτές, προσήλθαν λιγότεροι από 30, οι δημοσιογράφοι αγνόησαν την πρόσκληση να παρευρεθούν, όταν έσβησαν τα φώτα μια γυναίκα άρχισε να ουρλιάζει τρομαγμένη, ενώ όταν άναψαν ξανά, διάφοροι θεατές εξέφραζαν την καχυποψία τους για την εφεύρεση ή τον αποτροπιασμό τους για την εξαπάτηση του κοινού. Συνολικά, η προβολή κράτησε περίπου 20 λεπτά και απαρτιζόταν από 10 μικρού μήκους φιλμ διάρκειας 38 έως 49 δευτερολέπτων με σειρά στιγμιοτύπων της καθημερινής ζωής, από την έξοδο εργατών από το εργοστάσιο Λιμιέρ στη Λυών ή το πρόγευμα της μικρής κόρης του Ογκίστ έως την αποβίβαση από ποταμόπλοιο φωτογράφων που πηγαίνουν στην πόλη Νοβίλ για το συνέδριό τους.
Η αποτυχία της πρώτης εκείνης προβολής πάντως δεν υπήρξε καταδικαστική για τον κινηματογράφο –το αντίθετο μάλλον. Οι γαλλικές εφημερίδες πρόβαλαν το γεγονός, έστω και με καθυστέρηση μερικών ημερών, και οι αδελφοί Λιμιέρ έτυχαν αρκετής διαφήμισης ώστε λίγες μόνο ημέρες αργότερα, στις 1 και 2 Ιανουαρίου 1896, 2.000-2.500 θεατές πλήρωναν 1 φράγκο έκαστος προκειμένου να παρακολουθήσουν τα θαύματα των κινούμενων εικόνων. Αυτός ήταν και ο προάγγελος μιας θριαμβευτικής πορείας που θα έβλεπε τους Ογκίστ και Λουί Λιμιέρ να επισκέπτονται εκείνη τη χρονιά τις Βρυξέλλες, το Λονδίνο, το Μόντρεαλ, τη Νέα Υόρκη και το Μπουένος Αϊρες παρουσιάζοντας την επινόησή τους δημόσια στο ευρύ κοινό και ιδιωτικά σε επιφανείς και εστεμμένους. Τα υπόλοιπα ανήκουν έκτοτε στην ιστορία της μαζικής κουλτούρας του 20ού αιώνα –εξ ου και οι Sotheby’s μπορούν σήμερα να τρίβουν τα χέρια τους: η ενδεικτική τιμή που αναφέρουν στον ιστότοπό τους ότι αναμένεται για την εξαιρετικά σπάνια αυτή αφίσα είναι 40.000-60.000 στερλίνες, κάπου μεταξύ 44.000 και 67.000 ευρώ. Τις πρώτες ώρες της δημοπρασίας, πάντως, οι πρώιμοι πλειστηριαστές προτιμούσαν να χτυπούν μικρά ψάρια: ενδεικτικά, δεκαεπτά ενδιαφερόμενοι για την αφίσα της «Εκδίκησης των Τζεντάι» με την απειλητική μαύρη όψη του Νταρθ Βέιντερ σε πρώτο πλάνο και κόκκινο φόντο είχαν ήδη ανεβάσει την τιμή της στις 9.000 στερλίνες.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2018.